...Βέβαια, εδώ ο κόσμος καίγεται, ο δικός μας κόσμος και όλα έχουν επικεντρωθεί γύρω από αυτό, μοιραία. Κυριολεκτικά και μεταφορικά «μοιραία». Αλλά...
Αλλά σε άλλες γωνιές της γης ο κόσμος πεθαίνει εξαθλιωμένος και παραδίνεται σε ένα «μοιραία» πολύ πιο οδυνηρό και αμετάκλητο, χωρίς καν να έχει ζήσει τα αυτονόητα και αυτά που εμείς θεωρούμε «δεδομένα». Και γι’ αυτό άλλωστε τόσο λίγο εκτιμούμε, τόσο λίγο κατανοούμε, και ίσως και αξίζουμε, τελικά.
Σε μια τέτοια γωνιά του κόσμου, βρέθηκα πριν λίγες μέρες. Στη μακρινή Ζιμπάμπουε, πρώην Ροδεσία, η οποία κυβερνάται από έναν στυγνό δικτάτορα, το Μουκάμπε, για 30 και πλέον χρόνια. Παρομοιάζεται ως ο «δεύτερος Χίτλερ» ή τέλος πάντων «ο Χίτλερ της Αφρικής». Και η εξαθλίωση του πληθυσμού, το ύστατο όριο της ανέχειας και της φτώχειας, που από το καλοκαίρι και μετά έχει οδηγήσει χιλιάδες ανθρώπους να πεθαίνουν από τη χολέρα, είναι τέτοιο που κανείς δεν μπορεί να κάνει ότι το αγνοεί, «καμουφλαρισμένος» πίσω από την... τουριστική του αφέλεια. Όπως διάβασα σε σχετικό βιβλίο που έχει γράψει Άγγλος δημοσιογράφος, ο Μουγκάμπε διαθέτει το ρεκόρ στο... βιβλίο Γκίνες για την ταχύτητα με την οποία οδήγησε σε οικονομική ύφεση τη χώρα και εντέλει την οικονομική κατάρρευση και φτώχεια. Μια χώρα, που, πριν καταντήσει έτσι, υπήρξε ο σιτοβολώνας της Αφρικής. Έτρεφε όχι μόνο τον εαυτό της, αλλά και τη Νότια Αφρική και άλλες χώρες.
Σήμερα; Σήμερα υπάρχει ένα ξεφτιλισμένο νόμισμα, με το οποίο συναλλάσσονται οι εξαθλιωμένοι κάτοικοι, ενώ όλες οι εμπορικές και τουριστικές συναλλαγές γίνονται σε δολάρια ή σε ευρώ. Το 90% του πληθυσμού είναι άνεργοι και προσπαθούν να επιβιώσουν με διάφορους πλάγιους τρόπους, ενώ ο μέσος μισθός φτάνει τα 40 δολάρια, που, όμως, όσοι τα παίρνουν, τα παίρνουν στο τοπικό ξεφτιλισμένο νόμισμα. Τα προϊόντα είναι ιδιαίτερα ακριβά και οι άνθρωποι «διψάνε» όχι μόνο για νερό και τροφή, αλλά για ρούχα, για παπούτσια, ακόμη και για στιλό (Bick μη φανταστείτε) και για ό,τι άλλο μπορούν ν’ ανταλλάξουν για να μπορέσουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να επιβιώσουν. Την ίδια ώρα οι πέριξ του καθεστώτος ζουν μέσα στη χλιδή, διαθέτουν ακόμη και σαλέ στην Ελβετία και πηγαίνουν για σκι.
Την περασμένη Πέμπτη η κυβέρνηση - ή καλύτερα το καθεστώς - της Ζιμπάμπουε, μετά την εξάπλωση της επιδημίας χολέρας από την οποία έχουν χάσει τη ζωή τους 575 άνθρωποι, ενώ ο αριθμός των κρουσμάτων εκτιμάται ότι φτάνει συνολικά τα 12.700 - κήρυξε τη χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Ζήτησε διεθνή βοήθεια, καθώς η επιδημία εξαπλώνεται - παρότι το καθεστώς επέμενε τις προηγούμενες βδομάδες ότι δεν υφίσταται λόγος συναγερμού. Ο Βρετανός πρωθυπουργός Γκόρντον Μπράουν - η Βρετανία ήταν πρώην αποικιοκρατική επικυρίαρχος της Ζιμπάμπουε - ζήτησε από τη διεθνή κοινότητα να πει στον πρόεδρο της Ζιμπάμπουε: «φτάνει πια»...
Ένας νέος επιστήμονας της χώρας της γενιάς που μπορεί ίσως - με εξωτερική βοήθεια πάντοτε - να κάνει τη διαφορά, μου έλεγε ότι επειδή η χώρα έζησε επί 15 χρόνια τον πόλεμο και την αστάθεια, περιμένουν να πεθάνει ο Μουγκάμπε, παρά να τον ανατρέψουν. Όμως, δεν είναι μόνος. Πέριξ αυτού έχει εκτραφεί ένα πλέγμα συμφερόντων και αν ακόμα εκλείψει ο ίδιος, δεν πρόκειται το καθεστώς απλά να καταρρεύσει, αν δεν γίνει κάτι. Να γίνει τι; Οι «δυνάμεις» διάβαζα, επειδή πολλές φορές δεν είναι σίγουρες ότι επενδύοντας σε μια νέα κατάσταση θα έχουν και αποτελέσματα, προτιμούν να αφήνουν τις παλιές να σέρνονται. Και όπως σχολίαζε και ένας ειδικός περί τα αφρικανικά καθεστώτα αυτού του τύπου, «μερικές φορές το κυνήγι της ελευθερίας γίνεται εμμονή: όπως όταν ένας σκύλος κυνηγάει ένα αυτοκίνητο, και τελικά όταν το φτάσει δεν ξέρει τι να το κάνει».
Όχι βεβαίως ότι μια ευρωπαϊκή - λέμε τώρα - χώρα, μπορεί να εξισωθεί με μια αφρικανική. Φυσικά και όχι. Μπορούμε όμως να θυμόμαστε που και που να εκτιμάμε ό,τι ως δεδομένο θεωρούμε, γιατί απλά δεν είναι. Ας ανοίξουμε τα μάτια μας να δούμε και λίγο παραπέρα. Αν μπορούμε να δούμε αυτό που βλέπουμε.