«Αληθώς θεού Υιός ήν ούτος». Αυτή ήταν η φράση που βγήκε από τα χείλη του Αγίου Λογγίνου του εκατόνταρχου όταν είδε ότι και η κτίση θρηνεί για το εκούσιο Πάθος και τη Σταύρωση του Κτίστη. Βλέποντας ο Λογγίνος τον ήλιο να σκοτίζεται, το καταπέτασμα του Ναού να σχίζεται, οι πέτρες και αυτές να σχίζονται, η γη να σείεται και τα μνημεία να ανοίγουν και πολλά σώματα νεκρών να εγείρονται, αντιλήφθηκε ότι αυτός τον οποίο εσταύρωσαν, όχι μόνο ήταν εντελώς αθώος αλλά και ότι βέβαια δεν ήταν οποιοσδήποτε άνθρωπος αλλά θεάνθρωπος ήταν ο Υιός του θεού.
Ο Λογγίνος ήταν εκατόνταρχος, επικεφαλής της κουστωδίας (φρουράς) που «μετήγαγε» τον Χρηστό στον Γολγοθά και που στη συνέχεια φρουρούσε τον Τάφο επειδή οι Ιουδαίοι φοβόντουσαν μήπως οι μαθητές του κλέψουν το σώμα του. Μετά την Ανάσταση του Σωτήρος, ο Λογγίνος με τους άλλους στρατιώτες της φρουράς, πήγαν στη συναγωγή των Ιουδαίων και ανέφεραν όλα όσα συνέβησαν, δηλαδή για το σεισμό που έγινε και ότι Άγγελος Κυρίου κύλισε το λίθο που ήταν σφραγισμένος ο Τάφος και ότι ο Χριστός «αληθώς ανέστη».
Οι πρωεστώτες των Ιουδαίων, επειδή θεώρησαν μεγάλη ντροπή την Ανάσταση του Χριστού, έδωσαν στους στρατιώτες όσα αργύρια ήθελαν για να συκοφαντήσουν την Ανάσταση λέγοντας ότι οι Απόστολοι πήγαν τη νύχτα κρυφά και τον έκλεψαν. Ο Λογγίνος όμως, όχι μόνο δεν δωροδοκήθηκε, αλλά με παρρησία έλεγχε το ψεύδος των Ιουδαίων και εκήρυττε την αλήθεια λέγοντας ότι ο Χριστός είναι θεός αληθινός και ότι αναστήθηκε. Μαθαίνοντας ο Πιλάτος και οι Έξαρχοι των Ιουδαίων όλα αυτά, έστρεψαν προς τον Λογγίνο το μίσος που είχαν πρωτύτερα κατά του Χριστού και έψαχναν τρόπο και χρόνο κατάλληλο για να τον φονεύσουν. Ο Λογγίνος όμως το πληροφορήθηκε αυτό και καταφρονώντας το αξίωμά του, πήρε στη συνοδεία του δύο στρατιώτες οι οποίοι πίστεψαν και αυτοί στο Χριστό και πήγαν στην Καππαδοκία όπου και εκεί έγινε μαζί με τους συντρόφους του, κήρυκας των παραδόξων θαυμασίων του Χριστού.
Αυτή η φήμη του Λογγίνου διαδόθηκε σε όλο σχεδόν τον κόσμο, ότι δηλαδή κηρύττει τον Εσταυρωμένο Ιησού Θεό αληθινό και οι Ιουδαίοι, με τη συγκατάθεση του Πιλάτου, έστειλαν στρατιώτες για να τον ανακαλύψουν και να το θανατώσουν. Ο Λογγίνος όμως, επιζητούσε το μαρτύριο και ποθούσε να απογυμνωθεί από τον πήλινο χιτώνα, να λυτρωθεί από τη φθορά και να ενδυθεί την αφθαρσία. Διψούσε να συνευφραίνεται στον Παράδεισο πάντοτε μαζί με το Δεσπότη Χριστό, παρά να τον αρνηθεί και να γίνει έτσι αναισθητότερος από τις πέτρες που κι αυτές σχίστηκαν στο εκούσιο Πάθος Του ομολογώντας έτσι τη θεότητά Του.
Αφού λοιπόν οι απεσταλμένοι Ιουδαίοι βρήκαν τον Λογγίνο με τους δύο στρατιώτες της συνοδείας του, τους αποκεφάλισαν τη δεκάτη έκτη του μηνός Οκτωβρίου και οι μακάριες Ψυχές τους απήλθαν στα ουράνια σκηνώματα.
Βέβαια, ο θεός που αντιδοξάζει τους δοξάζοντας Αυτόν, δια της τιμίας κεφαλής του μάρτυρός Του Αγίου Λογγίνου η οποία έγινε πηγή ιαμάτων, έδειξε και πάλι τη δύναμή Του και το άπειρο έλεος.
Ας είναι λοιπόν ο Άγιος Λογγίνος πρεσβευτής μας στον Κύριό μας Ιησού Χριστό για τον οποίο μαρτύρησε και είθε και εμείς να φρονούμε όπως και ο Άγιος, ότι αξίζουν περισσότερο τα άφθαρτα από τα φθαρτά, τα επουράνια από τα επίγεια, τα αιώνια από τα πρόσκαιρα.
Β.Α.