Ένας Γάλλος χιουμορίστας υποστηρίζει σ’ένα βιβλίο του ότι ο Θεός που κυβερνάει σήμερα τον κόσμο δεν είναι ο αληθινός Θεός αλλά είναι ο... Εωσφόρος! Κι αυτό γιατί στην προαιώνια μάχη που δόθηκε μεταξύ αγγέλων και διαβόλων νικήθηκαν οι πρώτοι επειδή, αντιπροσωπεύοντας το πνεύμα του καλού, δεν χτυπούσαν αλλά... φιλούσαν στο ψαχνό κι έτσι τα εξαπτέρυγα Χερουβείμ και τα πολυόμματα Σεραφείμ κατατροπώθηκαν και εξορίστηκαν σ’ ένα μακρινό αστέρι, όπου επίσης αποσύρθηκε εξόριστος κι ο Πανάγαθος. Όσο για τον Εωσφόρο, αυτός μεταμορφώθηκε σε Θεό και κυβερνά τον κόσμο έτσι, που οδηγεί το ανθρώπινο γένος στην καταστροφή.
Αυτές τις πικρόχολες χιουμοριστικές σελίδες του ευφυέστατου και ασεβέστατου Γάλλου ευθυμογράφου, μου θύμισε ο... αιώνιος φίλος της στήλης μου εκφράζοντας τις απορίες και την αγανάκτηση του μέσου πιστού γι’ αυτά που διαδραματίζονται γύρω από τις μοναστηριακές περιουσίες και κατ’ επέκταση την εκκλησιαστική τοιαύτη, με αφορμή τα συμβαίνοντα στο Βατοπαίδιο και όχι μόνο.
Το γεγονός ότι η Εκκλησία μας και τα μοναστήρια παρουσιάζονται ως ο μεγαλύτερος τσιφλικάς στον τόπο μας, ως ο μεγαλύτερος κάτοχος ακίνητης περιουσίας, κάθε άλλο παρά τη χριστιανική διδαχή «μη θησαυρίζετε θησαυρούς επί της γης», εφαρμόζουν. Κι ίσως θα ΄πρεπε να μας οδηγήσει όλους μας, πολίτες και πολιτικούς σε μια νέα στάση απέναντί τους, σε σχέση με την πολυθρυλούμενη «εκκλησιαστική περιουσία». Μια Εκκλησία που διαχρονικά εμφανίζεται ως διψασμένη πάντα για χρήμα, πώς είναι δυνατόν να γίνει πιστευτή για τα όσα διακηρύττει;
«Διότι, τι είναι, παρακαλώ, αυτή η εκκλησιαστική περιουσία», αναρωτήθηκε ο φίλος μου, «παρά συσσώρευση κεφαλαίου με άδηλα οφέλη»; Και πόσο αυτή η συσσώρευση πλούτου - χρήματος και γης - βοηθάει τη μετάνοια, την προσευχή και γενικώς τη χριστιανική αγάπη και ταπεινότητα; Η Ορθοδοξία υπήρξε – κατά που ευαγγελίσθηκαν οι μεγάλοι της Διδάχοι – η Μητέρα του λαού. Η Εκκλησία, μόλις και κατόρθωσε να μείνει Μητρυιά του...».
Ο φίλος μου αναστέναξε περιμένοντας κάποια αντίδρασή μου, αλλά βλέποντάς με σιωπηλό και σκεφτικό συνέχισε:
- Γιατί, φίλε μου, τη στιγμή που η χώρα και ο λαός βρίσκονται σε κρίση οικονομική, αλλά και ηθική, το Ιερατείο προσπαθεί ν’ αρπάξει ό,τι μπορεί περισσότερο και να διατηρήσει «κεκτημένα» με μεσαιωνικά παραχωρητήρια, αυτοκρατορικά χρυσόβουλα και σουλτανικά φιρμάνια;
Αλλά δεν είναι κάτι πρωτοφανές αυτό που συμβαίνει με τη μονή Βατοπαιδίου, τις διεκδικήσεις των καλογέρων, τις περιουσίες των ηγούμενων και τα καμώματά τους. Πόσες φορές, όταν ο λαός στέναζε από τα οικονομικά προβλήματα, την ανασφάλεια και τη γενικευμένη κοινωνική κρίση, το Ιερατείο δεν οργάνωνε καλογερίστικες ή δικαστικές καταδρομές στα πιο καρπερά χώματα της χώρας; Πόσες φορές με την απειλή, με την τοκογλυφία ή το τάμα, η Εκκλησία δεν ράπισε το Λαό και το Χριστό; Πόσες φορές δεν ενήργησε σαν επαγγελματίας μεταπράτης; Η Εκκλησία! Αυτή που παροτρύνει να μη θησαυρίζουμε θησαυρούς επί της γης! Η εντολοδόχος του ξυπόλητου Ναζωραίου. Ποιος θα ΄χε αντίρρηση να ισχύσει η ευαγγελική αυτή ρήση πρώτα στο Ιερατείο;
Η συνεχώς διογκούμενη εκκλησιαστική και μοναστηριακή περιουσία αποδείχνει το ποιοι θα είχαν αντιρρήσεις. Αυτοί ακριβώς που οφείλουν να πράξουν το αντίθετο.
Είναι να μη θυμηθείς τον... ασεβή Γάλλο χιουμορίστα για το ποιος κυβερνά σήμερα τον κόσμο;
Ακούγοντας τον φίλο μου σκέφτηκα ότι αν η Εκκλησία χρειάζεται κάποια αυτοκάθαρση για τα όσα συμβαίνουν κάθε τόσο στους κόλπους της – σκάνδαλα ηθικά, οικονομικά, εξουσίας ή ξεκαθαρίσματος λογαριασμών μεταξύ δεσποτάδων – αυτή η κάθαρση πρέπει να συνοδευτεί και από αυτοέλεγχο στα οικονομικά της. Η εκκλησιαστική περιουσία καλύπτεται από ένα αδιαφανές πλέγμα που «υφαίνουν» 6.700 νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, μητροπόλεις, μονές και ναοί. Ουδείς, ούτε η Ιεραρχία, έχει γνώση του συνόλου αυτής της περιουσίας, η οποία όμως πρέπει επιτέλους να καταγραφεί. Όχι για να φορολογηθεί... προς Θεού, αλλά για να προστατευτεί και να αξιοποιηθεί, προκειμένου η Εκκλησία να μειώσει την εξάρτησή της από το κράτος και να μεγιστοποιήσει την προσφορά της προς την κοινωνία. Αντί αυτών η Εκκλησία επαναπαύεται στη μισθοδοσία από τον κρατικό προϋπολογισμό, που κυμαίνεται γύρω στα 200 εκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο και συνεχίζει να αυξάνει μέσω δωρεών και ποικίλων διεκδικήσεων, από το υστέρημα ή το περίσσευμα των πιστών, την περιουσία της, χωρίς να πληρώνει φόρους και χωρίς να προσφέρει όλα όσα θα μπορούσε στο κοινωνικό σύνολο.
Αξιολογώντας ως υπέρτατη αξία το χρήμα (για χάρη του άλλωστε γίνονται όλα), το Ιερατείο και τα ηγουμενοσυμβούλια, δίκην λαίμαργων «μπίζνεσμεν» αποδύονται σε δραστηριότητες μέσω των οποίων δεν είναι καθόλου παράξενο να εκδηλώνονται σκάνδαλα, αφού το κλειστό κύκλωμα εξουσίας που αποτελούν, αδυνατεί ή δεν επιθυμεί, να ξεκαθαρίσει την οικονομική του διαχείριση. Λειτουργούν εκτός οικονομικής λογικής και με πλήρη αδιαφάνεια. Γι ‘αυτό και τα μυστικά της εκκλησιαστικής περιουσίας είναι και θα παραμείνουν, απ’ ό,τι φαίνεται, για πολύ καιρό ακόμη σφραγισμένα, κρυμμένα πίσω από μια δαιδαλώδη – σχεδόν χαοτική – οργάνωση. Ο δε ερευνητής που θα τολμήσει να τα αναζητήσει θα χαθεί στα βάθη της ιστορίας, της γραφειοκρατίας και των νομικών λαβύρινθων, που ίσως διατηρούνται εκ του πονηρού.
- Στο μεταξύ αυτοί οι σύγχρονοι φεουδάρχες θα τρώνε και θα πίνουν σε βάρος των κορόιδων, συμπέρανε ο φίλος μου. Και κατέληξε: Ένα κράτος που σέβεται τον εαυτό του θα είχε μαζέψει αυτή την περιουσία και θα την είχε μοιράσει, μέσω έργων και παροχών, στους φτωχούς. Δεν θα ήταν θεάρεστο έργο;