Για την αναδημοσίευση, Αθανάσιος Κωστής εκπαιδευτικός ΠΕ17-03, γεν. γραμματέας της ΕΛΤΕΕ ΛΑΡΙΣΑΣ
Τις τελευταίες μέρες κάθε σχολικής χρονιάς σε πολλές ελληνικές οικογένειες επικρατεί ο προβληματισμός τής επιλογής τής κατεύθυνσης για τους μαθητές που τελειώνουν το Γυμνάσιο και συνολικά την εννεαετή υποχρεωτική εκπαίδευση. Η επιλογή Γενικό Λύκειο ή Επαγγελματικό Σχολείο είναι κρίσιμη για τη ζωή του παιδιού. Η απάντηση δεν είναι ούτε μονοσήμαντη ούτε εύκολη.
Ένα πλήθος παραγόντων επηρεάζει την τελική απόφαση. Χωρίς να θέλουμε σε καμία περίπτωση να επηρεάσουμε προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση θα παραθέσουμε στις παρακάτω γραμμές μερικές απόψεις που αφορούν στην Επαγγελματική Εκπαίδευση. Από τα στοιχεία που έχουμε από τη λειτουργία των Επαγγελματικών Σχολείων, γενικά, προκύπτει ότι οι επιδόσεις των μαθητών της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης κατά τη φοίτησή τους στις τάξεις του Γυμνασίου δεν είναι συνήθως από τις υψηλότερες. Τούτο όμως δεν σημαίνει ότι οι ατομικές ικανότητές τους δεν είναι ανάλογες ή καμιά φορά και καλύτερες, από τις ικανότητες των μαθητών που συνεχίζουν τις σπουδές τους στα Γενικά Λύκεια.
Αποστολή της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης σήμερα είναι να αξιοποιήσει τις ικανότητες αυτές και να προετοιμάσει κατάλληλα τους μαθητές ώστε να γίνουν απόφοιτοι με επαγγελματικές γνώσεις και δεξιότητες, που να ανταποκρίνονται στις κοινωνικές ανάγκες. Από την άποψη αυτή, δηλαδή της ανταπόκρισης του περιεχομένου τής διδασκαλίας στις ανάγκες της κοινωνίας, η Επαγγελματική Εκπαίδευση δεν είναι απλά ισότιμη αλλά πλεονεκτεί έναντι της Γενικής Εκπαίδευσης.
Οι μαθητές που φοιτούν στα Επαγγελματικά Σχολεία γνωρίζουν, βέβαια, ότι τα σχολεία αυτά διαφοροποιούνται έναντι των Γενικών Λυκείων, επειδή σ’ αυτά δίνεται έμφαση στην προετοιμασία τους για επαγγελματική απασχόληση, δεν είναι όμως πάντοτε σε θέση να γνωρίζουν ποιες συγκεκριμένα μπορεί να είναι οι επαγγελματικές τους προσδοκίες, όταν θα αποφοιτήσουν. Στα προγράμματα σπουδών των Επαγγελματικών Σχολείων συνυπάρχουν δύο στόχοι, που έχουν σχέση με τη μελλοντική απασχόληση των αποφοίτων, δηλαδή αφενός η επαγγελματική ετοιμότητα για άσκηση μιας συγκεκριμένης επαγγελματικής δραστηριότητας και αφετέρου η προσαρμοστικότητα για ένταξη στις διάφορες συναφείς επαγγελματικές δραστηριότητες.
Είναι φανερό ότι η διδασκαλία ενός μαθήματος επηρεάζεται σε σημαντικό βαθμό από την έμφαση που θα δοθεί κατά περίπτωση σε καθένα από τους δύο αυτούς στόχους. Στον σημερινό τύπο των Επαγγελματικών Σχολείων η έμφαση δίνεται στην προσαρμοστικότητα, ενώ αντίθετα στα Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης η έμφαση δίνεται στην ετοιμότητα για άμεση επαγγελματική απασχόληση. Η διαφοροποίηση αυτή πρέπει να γίνει εξαρχής αντιληπτή για να μην υπάρχει σύγχυση μεταξύ «εκπαίδευσης» και «κατάρτισης».
Όταν υπάρχουν σαφή στοιχεία πρόβλεψης των απαιτήσεων σε εκπαιδευμένο προσωπικό κατά ειδικότητα, χωρίς να ενδιαφέρει ιδιαίτερα η ανάπτυξη της προσωπικότητας του ατόμου, η έμφαση δίνεται στην ετοιμότητα για επαγγελματική απασχόληση (Ι.Ε.Κ.). Αντίθετα, όταν δεν μπορεί να γίνει πρόβλεψη ως προς τον απαιτούμενο αριθμό εκπαιδευμένων ατόμων κατά ειδικότητα ή ακόμα όταν η πρόβλεψη είναι ότι θα υπάρχει μια συνεχής και ταχεία μεταβολή, ως προς τις ειδικότητες για τις οποίες θα δημιουργούνται θέσεις εργασίας, η έμφαση δίνεται στην επαγγελματική προσαρμοστικότητα (Ε.Ε.). Για να επιτευχθεί ο στόχος της επαγγελματικής προσαρμοστικότητας απαιτείται ο εμπλουτισμός του προγράμματος σπουδών με μαθήματα, που παράλληλα με την εκμάθηση γνώσεων γενικότερης εφαρμογής, αποσκοπούν επίσης στην ανάπτυξη της προσωπικότητας. Έχει γίνει σαφές ότι οι σημερινοί νέοι θα χρειαστεί στο μέλλον να αλλάξουν αρκετές φορές επάγγελμα / δουλειά. Στατιστικές και προβλέψεις με δεδομένα χωρών που προηγούνται της χώρας μας στο θέμα / πρόβλημα αναφέρουν τον αριθμό 5 ως τον πιο πιθανό για τις αλλαγές αυτές.
Με δεδομένο αυτό η αρχική Επαγγελματική Εκπαίδευση (Τ.Ε.Ε.) πρέπει να συνοδεύεται (όταν οι ανάγκες το απαιτούν) από συμπληρωματική κατάρτιση (Ι.Ε.Κ.) για προσαρμογή στις νέες απαιτήσεις του επαγγελματικού χώρου. Με βάση λοιπόν τα δεδομένα αυτά και τις σκέψεις αυτές θα θέλαμε να αναφέρουμε συμπερασματικά, ότι τα Επαγγελματικά Σχολεία σήμερα είναι μια καλή αρχή για μελλοντική επαγγελματική αποκατάσταση των παιδιών. Το γνωστικό υπόβαθρο που δημιουργούν (ή τουλάχιστον πρέπει να δημιουργούν) και η ανάπτυξη της προσωπικότητας που προάγουν είναι στοιχεία απαραίτητα για την αυριανή προσαρμοστικότητα για ένταξη στις διάφορες επαγγελματικές δραστηριότητες. Όταν και όπου απαιτηθεί, μια συμπληρωματική και εξειδικευμένη κατάρτιση θα καθιστά το αυριανό εκπαιδευμένο άτομο και έτοιμο για άμεση επαγγελματική απασχόληση.