Τι μόνο τη Σκότλαντ Γιαρντ; Και το FBI και τη NSA και τον Ηρακλή Πουαρό και τον επιθεωρητή Κλουζό μαζί με το Ροζ Πάνθηρα και τον αστυνόμο Σαΐνη, επίσης, να φέρουμε για να πάρουν μπρος τα δικά μας... σαΐνια και να λαμβάνονται αποτελεσματικά μέτρα ασφαλείας των πολιτών.
Και ας πούμε ή μάλλον να πούμε σίγουρα ότι η Σκότλαντ Γιαρντ είναι πιο πεπειραμένη, πιο εξελιγμένη, πιο οργανωμένη και μπορεί να μας... ξεστραβώσει. Το πρόβλημα στην ουσία δεν είναι εκεί. Στη θεωρία είμαστε καλοί, στην πράξη είναι που κολλάμε. Δεν είναι κακό που ήρθαν οι άνθρωποι να μας δώσουν τα φώτα τους. Να δώσουν κάποιες κατευθύνσεις. Καλό είναι. Όποιος ρωτάει μαθαίνει. Αλλά δεν θα καθήσουν κιόλας να δουν πώς θα εφαρμόσουμε αυτά που θα προτείνουν. Εκτός πια κι αν πάρουν κανένα βούρδουλα και κάθονται από πάνω και όταν δεν το κάνουμε σωστά, αρχίζουν τις βουρδουλιές.
Το θέμα είναι πως θα εφαρμοστούν και αυτά που εκείνοι πρότειναν και αυτά που, τέλος πάντων, προέκυψαν από τη συνεργασία με τους δικούς μας, προκειμένου, φαντάζομαι, να προσαρμοστούν στα ελληνικά δεδομένα. Καταρχήν, θα εφαρμοστούν σωστά; Και αν ακόμη εφαρμοστούν σωστά, θα έχουν διάρκεια; Γιατί εδώ είναι και θέμα διάρκειας. Όταν τα πράγματα είναι «ζεστά», αρχίζουμε «θα κάνουμε το ’να», «θα φτιάξουμε τ’ άλλο» και ένα σωρό παρόμοια. Και μετά, όταν χαλαρώνουν τα πράγματα, χαλαρώνει και η εφαρμογή των μέτρων, μέχρι την επόμενη φορά, που θα γίνει κάτι συγκλονιστικό, ενίοτε τραγικό, το οποίο θα αφυπνίσει τα πλήθη.
Έπειτα είναι και το άλλο. Εμείς εδώ κουβαλάμε τόσο μεταδικτατορικά κόμπλεξ, που δεν ξέρουμε πού τελειώνει η προσωπική ελευθερία και ξεκινά η οχλοκρατία. Έχουμε μια σύγχυση ως προς την έννοια της λειτουργίας της Δημοκρατίας, που για άλλους είναι σκόπιμη και για μερικούς ακούσια. Με αποτέλεσμα μέτρα και πρακτικές που εφαρμόζονται άνευ δεύτερης κουβέντας απανταχού, εδώ να πασάρονται ως «αντιδημοκρατικά» και να προκαλούνται ολόκληρα ζητήματα, τα οποία σαφέστατα έχουν πολιτικές σκοπιμότητες, αλλά στο διά ταύτα δημιουργούν επιπλέον προβλήματα. Οπότε, πού καταλήγουμε; Να διαμαρτυρόμαστε διαρκώς - και δικαίως - για το γεγονός ότι δεν αισθανόμαστε ασφαλείς και ότι η Αστυνομία δεν κάνει τη δουλειά της και όταν κάνει τη δουλειά της (και φυσικά δεν μιλάμε για ακραίες περιπτώσεις) να διαμαρτυρόμαστε πάλι, γιατί ακριβώς την κάνει. Παράλογο; Όχι, απλώς ελληνικό. Θέλουμε και την πίτα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο, διότι αυτό επιτάσσει η υπερευαίσθητη δημοκρατική μας... μαγκιά! Και φυσικά, στο τέλος δεν έχουμε τίποτα. Και ο φαύλος κύκλος συνεχίζεται.
Ήρθαν, λοιπόν, από τη Σκότλαντ Γιαρντ να μας ανοίξουν τα μάτια. Το θέμα είναι αυτά που μας είπαν να υπάρχει η πρόθεση να εφαρμοστούν, αλλά και η διάθεση να τηρηθούν σε διάρκεια με συνέπεια; Γιατί αυτό είναι το ζητούμενο. Αλλιώς, ήλθαν, είδαν, πρότειναν και έφυγαν.
Υπήρξε και μια θετική εξέλιξη, με τη σκλήρυνση των μέτρων κατά των κουκουλοφόρων που εξήγγειλε το υπουργείο Δικαιοσύνης. Παρ’ όλο και που γι’ αυτό ακόμη σημειώνονται αντιδράσεις. Βλέπεις, άμα βγάλουν τα παιδιά τις κουκούλες, μπορεί ν’ αρπάξουν κάνα... κρύωμα (!) και να ’χουμε τύψεις μετά! Διότι καλά, ας πούμε ότι η ασυλία του Πανεπιστημίου είναι ένα θέμα ποικίλων διαστάσεων, παρά το γεγονός ότι πιο «κακοποιημένο» πανεπιστημιακό άσυλο από το ελληνικό αποκλείεται να υπάρχει. Αλλά εδώ έχουμε και την «ασυλία της κουκούλας» γενικώς. Να πιάσουμε και ολόκληρη κουβέντα για το αυτονόητο. Τόσα χρόνια οι λεγόμενοι «κουκουλοφόροι» - κρύβοντας την... παλικαριά τους πίσω από μια κουκούλα - ανενόχλητοι και ασύλληπτοι βανδαλίζουν, καταστρέφουν, προξενούν πρακτικές και σωματικές βλάβες, όποτε τους κάνει κέφι. Και τώρα; Να μην πειράξουμε τα παιδιά με τις κουκούλες;
Να ξέραμε και τι θέλαμε, καλά θα ήταν. Παράλογο; Όχι απλά ελληνικό. Που έτσι κι αλλιώς μας αρέσουν τα... κουκουλώματα!