Η πιο πολιτισμένη αστυνομία του κόσμου είναι η ελληνική! Το γνωρίζω εξ ιδίας πείρας. Συνεργάστηκα μαζί της πολλά χρόνια, ως πταισματοδίκης . Αλλά δεν με εκπλήττει ότι η ελληνική αστυνομία είναι η πιο πολιτισμένη από όλες τις αστυνομίες του κόσμου. Δεν με εκπλήττει γιατί οι Έλληνες, σαν γένος, αγαπούν τη συζήτηση και όχι τη βία. Με τη συζήτηση λύνουν τα προβλήματά τους και με τη συζήτηση απολαμβάνουν τη χαρά της επαφής και της επικοινωνίας.
Οι Έλληνες συζητούν μεταξύ τους. Όχι μόνο οι γνωστοί και οι φίλοι. Έχω παρακολουθήσει ατέλειωτες συζητήσεις αστυνομικών με κακοποιούς. Θα παραθέσω μερικά παραδείγματα που δείχνουν την αγάπη για τη συζήτηση, αλλά και την ηπιότητα και ανεκτικότητα απέναντι στο κακό, που επιδεικνύει η ελληνική αστυνομία, έτσι όπως ταιριάζει στην αστυνομία μιας ορθόδοξης, χριστιανικής χώρας, όπου ισχύουν στην πράξη οι ρήσεις του Ευαγγελίου, «αγαπάτε τους εχθρούς σας», «αλλήλων τα βάρη βαστάζετε», «εφόσον εποιήσατε ενί τούτων των ελαχίστων εμοί εποιήσατε» κ.ά.
Έτσι γινόταν τουλάχιστον πριν έρθει η τηλεόραση να αλλάξει την ιδιοσυγκρασία των Ελλήνων. Τα τελευταία χρόνια οι Έλληνες πρόδωσαν, δυστυχώς, την αγάπη τους στη συζήτηση, εξαιτίας της τηλεόρασης, που σαν το μυθολογικό τέρας της Μέδουσας, η θέα της ακινητοποιεί τα θύματά της και τα μετατρέπει σε στήλες από μάρμαρο. Κανένας δεν έχει όρεξη για συζήτηση, όταν υπάρχει τηλεόραση.
Τους είδες την ώρα του ποδοσφαίρου; Στέκουν, ώρες ολόκληρες, ασάλευτοι, βουβοί, σαν μαρμαρωμένοι, με τα κεφάλια ψηλά. Απορείς πώς δεν τους πονάει ο σβέρκος και η πλάτη. Κάποιες στιγμές γίνονται έξαλλοι και κραυγάζουν. Αλλά μόνον μέχρις αυτού. Δεν πιάνονται στα χέρια, όπως συμβαίνει αλλού. Και μέσα στην εξαλλοσύνη τους περιορίζονται στο λόγο ή στην κραυγή.
Ο πολιτισμός της Ελλάδας εκφράζεται με την ηπιότητα τόσο των πολιτών όσο και των αρχών και ιδίως της αστυνομίας, που είναι επιφορτισμένη να χρησιμοποιήσει ακόμα και την ένοπλη βία, όταν είναι απολύτως αναγκαία. Πριν την οιονεί κατάληψη της πατρίδας μας από τους λαθρομετανάστες δεν υπήρχε στον τόπο μας η βία αυτή, που προκαλεί τη φρίκη και τον αποτροπιασμό στην κοινωνία μας τα τελευταία χρόνια.
Όταν πρόκειται να αναφερθώ στη συνεργασία μου ως δικαστικός, με τους αστυνομικούς στις διάφορες περιοχές της χώρας, όπου υπηρέτησα, αρχίζω πάντοτε με την ευγένεια ενός αστυνομικού, που ένα πρωινό, σε κάποιο χωριό της Θεσσαλίας, την ώρα που γινόταν η σύλληψη κάποιου πλούσιου αγρότη, για χρέη στο Δημόσιο, μου πρόσφερε ένα κόκκινο τριαντάφυλλο.
Αναρωτήθηκα γιατί ο απλός αυτός αστυνομικός, ευρισκόμενος εν υπηρεσία, σ΄ ένα χωριό της Λάρισας, χωρικός κι αυτός, ένιωσε την ανάγκη να εκφράσει με αυτόν τον ευγενικό τρόπο τα φιλικά του αισθήματα προς εμένα. Ίσως με συμπάθησε γιατί δεν βιαζόμουν, αλλά άκουγα υπομονετικά, μαζί με τους αστυνομικούς, τις αντιρρήσεις του αγρότη που δεν δεχόταν να συλληφθεί! Γιατί να βιαστώ να φύγω απ΄ το χωριό και να μην χαρώ τη δροσιά, την ησυχία και την ομορφιά των κήπων και των σπιτιών του;
Μπορεί να φαίνεται παράξενο να περιμένεις να μπει κάποιος στη φυλακή με τη θέλησή του, χωρίς καταναγκασμό. Στις περιπτώσεις αυτές δεν χωράει ευγένεια, ούτε στον Καραγκιόζη. Δεν λες στον κατάδικο «παρακαλώ, περάστε στη φυλακή». Εντούτοις και σ΄ αυτές τις περιπτώσεις ισχύει η ελληνική παροιμία, «περισσότερα πετυχαίνεις μ΄ ένα κουταλάκι μέλι, παρά με ένα βαρέλι ξύδι». Κάθε φορά που ασκήθηκε βία δεν μας βγήκε σε καλό. Έτσι περιμέναμε να ακούσουμε όλες τις ιστορίες του αγρότη, ώσπου να δεχθεί να μας ακολουθήσει.
Μια φορά που οι αστυνομικοί έχασαν την υπομονή τους και προσπάθησαν να συλλάβουν κάποιον στο σπίτι του, παρόλο που ήταν αυτοί καμία δεκαριά δεν τα κατάφεραν και απλώς ξέσχισαν τα πουκάμισά τους και γρατσουνίστηκαν. Έτσι τον πήραν πάλι με το καλό, ώσπου δέχτηκε τελικά να μας ακολουθήσει, αφού πείστηκε ότι δεν γινόταν αλλιώς.
Μια άλλη φορά στη Βέροια, κάποιος είχε σκοτώσει τη γειτόνισσά του και πήγαμε τη νύχτα να τον συλλάβουμε. «Δεν βγαίνω νύχτα απ΄ το σπίτι μου», είπε. «Ο πατέρας μου έλεγε να μη βγαίνεις ποτέ απ΄ το σπίτι σου, τη νύχτα». Είχε την απαίτηση να περιμένουμε μέχρι το πρωί, για να μας ακολουθήσει. Ήταν ένας γιγαντόσωμος αγρότης με λαιμό ταύρου. Κανένας δεν μπορούσε να τον ξεκολλήσει απ’ το κάθισμά του. Δεν θυμάμαι πώς τον κατάφεραν και τον συνέλαβαν. Οπωσδήποτε πάλι με το καλό. Και στη δύσκολη αυτή περίπτωση εκείνο που προείχε ήταν ο λόγος και όχι η βία.
Θαύμαζες την υπομονή των αστυνομικών. Όλοι έκαναν ό,τι μπορούσαν και κανένας δεν κοίταζε το ρολόι. Δεν υπήρχε ωράριο εργασίας.
Ότι η πολιτισμένη συμπεριφορά απέναντι στον πολίτη, ακόμα κι όταν παραβαίνει το νόμο, προέχει στην ελληνική αστυνομία – εξαιρέσεις οπωσδήποτε υπάρχουν- δείχνει το παρακάτω περιστατικό. ( Ο αστυνομικός, γνωρίζει, ότι αν διασαλευτεί η τάξη, ακόμα κι αν δεν είναι αυτός υπαίτιος, θα είναι εις βάρος του).
Πόσοι αστυνομικοί και πόσοι φύλακες είδαν πριν κάμποσα χρόνια τον υπουργό Δικαιοσύνης, να κρατάει όρθιους στο διάδρομο τους εκπροσώπους των Αρχών, ενόσω εκείνος μιλούσε στο γραφείο του διευθυντή των φυλακών με έναν κατάδικο, θανατοποινίτη;
Τι έννοια έχει λοιπόν ο εξαναγκασμός σε παραίτηση των υπαλλήλων των φυλακών, σε περίπτωση απόδρασης κρατουμένων, όταν δεν παραιτείται ο ίδιος ο υπουργός Δικαιοσύνης; Η ηπιότητα στην συμπεριφορά απέναντι στον πολίτη, ακόμα κι όταν παρανομεί, είναι γενική στην Ελλάδα και πηγάζει απ΄ τον πολιτισμό της.