H πρόσφατη οικονομική κρίση που συγκλονίζει τον πλανήτη έχει καταδείξει την προφανή κατάρρευση του τρόπου λειτουργίας του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Επιπροσθέτως, η κρίση αυτή έρχεται να προστεθεί και στην προφανή χρεοκοπία του κυρίαρχου αναπτυξιακού μοντέλου, το οποίο βασίστηκε σε μια ανεξέλεγκτη αξιοποίηση των κοινών φυσικών πόρων της ανθρωπότητας. Οι κλιματικές αλλαγές αποτελούν άλλωστε την πιο χαρακτηριστική απόδειξη γι’ αυτό. Όπως ορθά έχει επισημάνει ο κορυφαίος οικονομολόγος Nicolas Stern «οι οικονομικές συνέπειες των κλιματικών αλλαγών μπορούν να είναι τέτοιες, ώστε ενδεχομένως να οδηγήσουν ακόμη και στην κατάρρευση των παγκόσμιων αγορών».
Οι παραπάνω διαπιστώσεις οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η σταδιακή υιοθέτηση ενός νέου αναπτυξιακού προτύπου αποτελεί μια από τις διεξόδους από την οικονομική και περιβαλλοντική κρίση. To νέο αυτό αναπτυξιακό μοντέλο, το οποίο περιγράφεται συχνά με τον όρο «πράσινη ανάπτυξη», θα στοχεύει στην σταδιακή αλλαγή των βιώσιμων προτύπων παραγωγής και κατανάλωσης, στην απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα στο μέτρο του δυνατού και εν τέλει στη μετάβαση στις οικονομίες χαμηλού άνθρακα (low carbon economies). Ταυτόχρονα θα δημιουργεί θέσεις εργασίας σε μια σειρά από νέους κλάδους της αποκαλούμενης πράσινης επιχειρηματικότητας, όπως η διαχείριση των απορριμμάτων, η συντήρηση των ανεμογεννητριών και των φωτοβολταϊκών πάρκων καθώς και η μόνωση των πράσινων σπιτιών. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι επιφανείς διανοητές, όπως ο Van Jones, υποστηρίζουν ότι οι πολιτικές για την αντιμετώπιση της οικονομικής και περιβαλλοντικής κρίσης αποτελούν όψεις του ίδιου νομίσματος.
Η κλιμακούμενη οικονομική αλλά και περιβαλλοντική κρίση έχουν λειτουργήσει σε κάποιο βαθμό ως καταλύτες για τη λήψη μέτρων στην κατεύθυνση ενίσχυσης της «πράσινης» οικονομίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι σχετικές πρωτοβουλίες του νέου Προέδρου των ΗΠΑ, καθώς στο πλαίσιο του σχεδίου οικονομικής ανασυγκρότησης της αμερικανικής οικονομίας κεντρική θέση κατέχουν οι πολιτικές για την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της ενεργειακής αποδοτικότητας. Αντίστοιχες πρωτοβουλίες για την ενίσχυση των επενδύσεων και την δημιουργία θέσεων εργασίας στους τομείς της αποκαλούμενης πράσινης οικονομίας έχουν λάβει και οι κυβερνήσεις άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Για παράδειγμα, η Γερμανική Κυβέρνηση επιδιώκει μέσω στοχευμένων μέτρων και πολιτικών οι εργαζόμενοι στον τομέα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας να είναι το 2020 περισσότεροι από τους απασχολούμενους στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας. Αναμφίβολα τέτοιες πολιτικές θα πρέπει να συνοδευτούν και από νέες πολιτικές και κανονιστικές πρωτοβουλίες με παγκόσμια εμβέλεια, όπως π.χ. η υιοθέτηση του στόχου του 10% για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας παγκοσμίως αλλά και η υιοθέτηση και εφαρμογή μιας νέας –πιο φιλόδοξης σε σχέση με το Πρωτόκολλο του Κιότο- παγκόσμιας συμφωνίας για τις κλιματικές αλλαγές, ώστε να σηματοδοτούν μια νέα ουσιαστική στροφή στην υλοποίηση του μοντέλου της πράσινης ανάπτυξης. Παρόλα αυτά δεν παύουν να αποτελούν μια πρώτη μικρή αλλά σημαντική στροφή στην κατεύθυνση αυτή.
Το ερώτημα που ανακύπτει συνεπώς, σχετίζεται με το πώς αντιδρά η χώρα μας στις νέες αυτές εξελίξεις και ειδικότερα με το εάν διαθέτει ή σκοπεύει να αποκτήσει ένα στρατηγικό αναπτυξιακό σχέδιο αλλά και το κατάλληλο ρυθμιστικό περιβάλλον, το οποίο θέτει τις γενικότερες κατευθύνσεις για την σταδιακή αλλαγή του αναπτυξιακού υποδείγματος. H απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν μπορεί παρά να είναι αρνητική. Η χώρα όχι μόνον δεν διαθέτει μια ολοκληρωμένη στρατηγική για τη βιώσιμη ανάπτυξη με συγκριμένους μετρήσιμους στόχους και χρονοδιαγράμματα υλοποίησης αλλά επίσης δεν έχει καταβάλει συστηματική προσπάθεια για την ενσωμάτωση της περιβαλλοντικής συνιστώσας στους βασικούς τομείς της οικονομίας, όπως η ενέργεια, η βιομηχανία, ο τουρισμός και η γεωργία. Οι όποιες προσπάθειες γίνονται, αποσκοπούν στο να καταστήσουν, έστω και τυπικά δυνατή, τη συμμόρφωση της χώρας με τις απαιτήσεις της κοινοτικής νομοθεσίας.
Η αποσπασματική αντιμετώπιση των επιμέρους πτυχών της περιβαλλοντικής πολιτικής σε συνδυασμό με την έλλειψη στόχευσης των αναπτυξιακών μας επιλογών γίνεται ολοένα και περισσότερο αναποτελεσματική. Η παρούσα κρίση, παρά τα προβλήματα και τους κινδύνους που συνεπάγεται, συνιστά και μια εξαιρετικά σημαντική ευκαιρία για να αναπροσδιορίσουμε την αναπτυξιακή μας πορεία, η οποία είναι στενά συνδεδεμένη με τη διασφάλιση της κοινωνικής μας συνοχής. Η πράσινη ανάπτυξη μπορεί και πρέπει να είναι η κεντρική εθνική επιλογή, καθώς μπορεί να διασφαλίσει την αποτελεσματική αξιοποίηση των συγκριτικών μας πλεονεκτημάτων, να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας και να διατηρήσει το φυσικό μας κεφάλαιο και για τις επόμενες γενεές.
Ο ρόλος της Πολιτείας στην κατεύθυνση υλοποίησης της πράσινης ανάπτυξης είναι κομβικός και πρωταγωνιστικός, όπως έχει άλλωστε δείξει η εμπειρία χωρών με επιτυχημένα παραδείγματα πολιτικών για την ενίσχυση της πράσινης οικονομίας. Ως πρώτα σημαντικά βήματα στην κατεύθυνση αυτή μπορούν να συνοψιστούν, μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:
1) Η δημιουργία ελκυστικού επενδυτικού περιβάλλοντος μέσω της κωδικοποίησης και απλοποίησης της περιβαλλοντικής και πολεοδομικής νομοθεσίας σε συνδυασμό με τη δημιουργία ευέλικτων διοικητικών δομών (one stop shops).
2) Ο επανασχεδιασμός των ενεργειακών μας πολιτικών με στόχο την ενσωμάτωση της περιβαλλοντικής συνιστώσας, γεγονός που συνεπάγεται τη σταδιακή απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα.
3) Η βελτίωση του θεσμικού πλαισίου για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) (απλούστευση της διαδικασίας αδειοδότησης, εγγυημένη τιμή παραγόμενης μονάδας ηλεκτρισμού για τουλάχιστον μια δεκαετία) και έμφαση στη δυνατότητα αξιοποίησης όλων των μορφών ΑΠΕ (κυματική ενέργεια, θαλάσσιες ανεμογεννήτριες).
4) Η βελτίωση και συνεπής εφαρμογή των πολιτικών για την ενεργειακή αποδοτικότητα των κτιρίων, η οποία σε συνδυασμό με την παροχή των κατάλληλων κινήτρων μπορεί να δημιουργήσει νέες προοπτικές απασχόλησης στον κατασκευαστικό τομέα
5) Η αναδιαμόρφωση του φορολογικού συστήματος με σταδιακή μεταφορά του κέντρου βάρους της φορολόγησης από την εργασία στην ενέργεια, με στόχο την ενθάρρυνση και ενίσχυση των φιλοπεριβαλλοντικών δραστηριοτήτων.
Eκτός βέβαια από την Πολιτεία, και εμείς ως ενεργοί και συμμέτοχοι πολίτες έχουμε σημαντική ευθύνη. Ένα ευρύ φάσμα επιλογών και ενεργειών που ξεκινά από τις μικρές καθημερινές μας συνήθειες σε σχέση με την ορθολογική χρήση του νερού και της ηλεκτρικής ενέργειας και φτάνει μέχρι τις πολιτικές μας επιλογές σε εθνικό και τοπικό επίπεδο με κριτήριο την υλοποίηση της πράσινης ανάπτυξης, αναδεικνύει πως ο καθένας μας μπορεί να συμβάλει με διάφορους τρόπους στην επίτευξη ενός βιώσιμου μέλλοντος.