Ο Μ. Βασίλειος, που χαρακτηρίστηκε από τον εθνικό ιστορικό μας ως «η μεγαλύτερη μορφή των μεταποστολικών χρόνων», είναι χωρίς αμφιβολία πάρα πολύ αγαπητός στο λαό, εφόσον το όνομά του έγινε θρύλος μέσα στην Ιστορία και τραγούδι, δηλαδή η έκφραση και η προσωποποίηση της αγάπης εξαιτίας της απέραντης και συστηματικής αγάπης, που έδειχνε κατά τρόπο παραδειγματικό στη ζωή του. Κάποιες δε πλευρές της αγάπης του αυτής, που, σαν ίριδα πνευματική, παρουσίαζε διάφορες εκφάνσεις, θα παρουσιάσουμε για τούτο, και μεις στο σημείωμα αυτό ώστε να αποκομίσουμε κάποια μεγάλα διδάγματα και για τη δική μας ζωή και να γίνουμε, έστω και σε κάτι, λίγο ή περισσότερο, μιμητές του ή ακριβέστερα μιμητές της αγάπης του Κυρίου, την οποία εκείνος προσπαθούσε να αντιγράψει.
α) Η υποχώρηση του Μ. Βασίλειου για την αποφυγή σχίσματος
Ύστερα από τη χειροτονία του Μ. Βασίλειου σε πρεσβύτερο και την τεράστια δράση του, ως κληρικού δυναμικού, στην Καισάρεια, ο επίσκοπος της περιοχής Ευσέβιος έπαθε, κατά τη μαρτυρία του Γρηγορίου, κάτι το ανθρώπινον (Επιτάφιος 28), εξαιτίας ίσως του φθόνου, που προκάλεσαν στην καρδιά του οι πονηροί δαίμονες. Το πιο πάνω είχε σαν αποτέλεσμα το να κηρύξει ο Ευσέβιος και το περιβάλλον του τον πόλεμο εναντίον του αγίου, εξαιτίας της υπερβολικής λάμψης της προσωπικότητάς του. Ο πόλεμος όμως αυτός ήταν οπωσδήποτε άδικος. Για τούτο οι μοναχοί της περιοχής πήραν… το μέρος των Χριστιανών, που αγαπούσαν τον άγιο. Ακόμα και κάποιοι Δυτικοί επίσκοποι, σημειώνει ο Στυλιανός Παπαδόπουλος, που τότε παρευρισκόταν στην Καισάρεια, τάχθηκαν και αυτοί με το μέρος των υπερασπιστών του Βασιλείου (Η ζωή ενός Μεγάλου, Αθήνα 1979, 1980). Για τους πιο πάνω λόγους η όλη κατάσταση κινδύνευσε να οδηγήσει σε σχίσμα.
Ο Βασίλειος όμως καταλάβαινε ότι δεν ήταν σωστό να αντιπράξει στον επίσκοπο. Συζήτησε για τούτο το θέμα με το φίλο του Γρηγόριο, που είχε και εκείνος την ίδια με αυτόν γνώμη. «Όχι, Βασίλειε, του είπε ο Γρηγόριος, δεν πρέπει. Το μόνο που δεν πρέπει να γίνει είναι το σχίσμα».
Ύστερα από την πιο πάνω συμβουλή του φίλου του, ο Βασίλειος κατάλαβε το χρέος του.
Για να αποφευχθεί δηλαδή κάθε αντίπραξη προς τον «εις τύπον και τόπον Χριστού» επίσκοπο, αναχώρησε από την Καισάρεια, βρίσκοντας καταφύγιο στο πατρικό κτήμα που είχε στον Πόντο, όπου έζησε για αρκετό καιρό ασκητικά, ενώ ταυτόχρονα προετοιμαζόταν και περίμενε μια ευκαιρία κατάλληλη, για να ξαναγυρίσει στη δράση. Με τον τρόπο δε αυτό ο μεν Γρηγόριος απέκτησε τον τίτλο του ειρηνοποιού, ενώ ο Βασίλειος κατέβηκε στην κοιλάδα της ταπεινοφροσύνης, μεταβάλλοντας την πράξιν εις επίβασιν θεωρίας.
β) Η συμφιλίωσή του με τον Ευσέβιο
Ύστερα από αρκετό καιρό όμως από τα πιο πάνω, τα πράγματα έγιναν πολύ δύσκολα στην Καισάρεια εξαιτίας της ανόδου στον αυτοκρατορικό θρόνο του Αρειανόφρονα Ουάλη το 364 μ.Χ. Οι αιρετικοί Αρειανοί δηλ. προσπαθούσαν να γίνουν κύριοι της κατάστασης και στην Καππαδοκία, ενώ ο επίσκοπος Ευσέβιος δεν είχε τις δυνάμεις να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Για την αντιμετώπισή της δηλαδή ζήτησε τότε τη βοήθεια του Γρηγορίου. Εκείνος όμως του συνέστησε για το έργο αυτό το δυναμικότατο Βασίλειο. Και ο επίσκοπος το κατάλαβε και ζήτησε από το Γρηγόριο να μεσολαβήσει για την επιστροφή του Βασιλείου, που σε λίγο πραγματοποιήθηκε. Ο Γρηγόριος δηλαδή μίλησε στο φίλο του για την αλλαγή των διαθέσεων του Ευσέβιου, λέγοντας ότι «η φωτιά των αιρέσεων που μας καίει έλιωσε την παρεξήγηση».
- «Άκου, Βασίλειε, του είπε τελικά, δε σε παρακαλώ μονάχα εγώ. Δεν είναι μόνον ο Ευσέβιος. Είναι η Εκκλησία που σε καλεί, το καταλαβαίνεις…! (Στ. Παπαδοπούλου, ο.π.π. 229). Ύστερα από τα πιο πάνω, ο Βασίλειος πήρε παρευθύς την απόφαση να ξαναγυρίσει στην Καισάρεια και αυτό ακριβώς έκανε. Ξαναγυρίζοντας δε εκεί, υπέβαλε τα σέβη του στον επίσκοπο, σαν να μην έγινε τίποτε, ενώ ταυτόχρονα τον διαβεβαίωνε ότι θα ήταν στο εξής στο πλευρό του για την αντιμετώπιση των αιρετικών και για όλα, λέγοντας: «Είμαι διάκονός σου. Αφού το θέλησες, θα είμαι στην προκείμενη μάχη ο τελευταίος από τους στρατιώτες σου» (Στ. Παπαδοπούλου, ο.π.π. 230). Και αυτό ακριβώς έκανε. Αγωνίστηκε ηρωικά, σαν στρατιώτης Ιησού Χριστού, και νίκησε.
Με τη στάση δε αυτή του Βασιλείου διαλύθηκε παρευθύς κάθε παραξήγηση, ενώ ο άγιος εξουδετέρωσε με τη δυναμικότητά του τα αγκάθια όλων των αιρέσεων.
«Των γαρ Πατέρων κυρώσας τα δόγματα,
γράφει για τούτο ο υμνογράφος,
κατά Παύλον ώφθη της πίστεως πρόμαχος».
γ) Δίνει το προβάδισμα της θεολογίας στο Γρηγόριο
Το 371 μ.Χ. ο Βασίλειος, σαν επίσκοπος της Καισάρειας, εργαζόταν με όλες τις δυνάμεις του για τη στερέωση της πίστης στις καρδιές των πιστών. Παρόλα αυτά όμως, κατηγορήθηκε από ένα νεοφώτιστο, επηρμένο για τις γνώσεις του, ότι τάχα δεν ήταν Ορθόδοξος. Τις κατηγορίες αυτές, τις εντελώς αστήριχτες και αβάσιμες τις μετέφερε ο Γρηγόριος και στον ίδιο το Βασίλειο, που του έγραψε τότε μια επιστολή (την 71), με την οποία τον καλούσε να μεταβεί στην Καισάρεια και να τον βοηθήσει στο πολύπλευρο έργο του και ιδιαίτερα στην αντιμετώπιση των αιρέσεων.
- «Μόλις εμφανιστείς εσύ εδώ, έγραφε σ’ αυτήν μεταξύ άλλων, θα χάσουν οι αντίπαλοι το θάρρος τους και θα διαλυθούν οι παρασυναγωγές. Επίσκοποι (Αρειανοί), πρεσβύτεροι (επίσης Αρειονόφρονες) και άρχοντες που συνομωτούν εναντίον μας και θέλουν να μας αφανίσουν, όταν πληροφορηθούν ότι ο αρχηγός των Ορθοδόξων είσαι εσύ, θα εξαφανιστούν παραχρήμα. Κανένας δεν θα τολμήσει να αντικρούσει φανερά το θείο λόγο σου, γιατί εσύ είσαι ο κατ’ εξοχήν θεολόγος της Εκκλησίας μας. Το Άγιο Πνεύμα ομιλεί με το στόμα σου. Έλα και θα ιδείς ότι θα κλείσουν τα στόματα όλων (των αιρετικών), που δεν θα τολμούν στο εξής να στρέφονται πια φανερά εναντίον μας. Έλα και θα ιδείς πόσο θα σε υπακούω και θα σε ακολουθώ (στην υπεράσπιση εννοείται της Ορθόδοξης πίστης), όπως η σκιά ακολουθεί τα σώματα.
Από τα πιο πάνω λόγια φαίνεται καθαρά όχι μονάχα η ταπείνωση του Μ. Βασιλείου, που, ενώ ήταν επίσκοπος, υπέτασσε τον εαυτό του στον περσβύτερο φίλο του, αλλά και η ορθοδοξότητά του, εφόσον παραδεχόταν στα θέματα της πίστης, σαν κανόνα της Ορθοδοξότητας, το φίλο του Γρηγόριο, τον αποκληθέντα για τούτο θεολόγο της Εκκλησίας.
Τέτοια δε ταπείνωση και ταυτόχρονα καθαρότητα πρέπει να έχουμε όλοι οι Χριστιανοί στα θέματα της πίστης της Ορθοδοξίας, «ης χωρίς αδύνατον ευαρεστήσαι» (Εβρ. 11,6), δηλαδή χωρίς την οποία δεν είναι δυνατόν ο άνθρωπος να σωθεί.
Για το λόγο δε αυτό η ταπείνωση χαρακτηρίζεται και ως «σίφων ουράνιος».
Κλείνοντας τα πιο πάνω, θα έλεγα ότι ο Αγιος Βασίλειος χαρακτηρίστηκε μέσα στην Ιστορία ως Μέγας, γιατί «η της Ζωής Πηγή, ο Χριστός, επανεπαύσατο εν αυτώ» και γιατί με τη δύναμη που του χάριζε ο Χριστός «πάσαν ήρδευσε την οικουμένην» με τις διαδαχές του «ευσεβείας εν σπείρας τα δόγματα». Αυτόν δε ακριβώς τον Χριστό πρέπει να εναποθέσει «επί της μυστικής τραπέζης της καρδιάς του κάθε πιστός, εφόσον κατά την πίστη την ορθόδοξη «Χριστιανός έστι μίμημα (και κοινωνός) Χριστού κατά το δυνατόν ανθρώπου φύσει».