Βιώνουμε μια καμπή της σύγχρονης ιστορίας μας, αυτό που καλούμε και ως τέλος του κύκλου της μεταπολίτευσης. Όπως κάθε ανάλογη διαδικασία, έτσι και η παρούσα εκδηλώνεται με την ωδίνη μιας γενικευμένης κρίσης στην οικονομική, κοινωνική και βεβαίως πολιτική σφαίρα. Όμως, διαπιστώνουμε ότι ο Δυτικός Κόσμος, στον οποίο ανήκει ουσιαστικά η Ελλάδα, στο σύνολο του παρουσιάζει σημάδια κόπωσης.
Χαρακτηριστικό σημάδι αυτού είναι και η απογοήτευση των τελευταίων μηνών από την αδυναμία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να λειτουργήσει με όρους ουσιαστικής αλληλεγγύης, γεγονός που ενισχύει τις δυνάμεις των ευρωσυσκεπτικιστών. Στο ιδεολογικό πεδίο, παρά την έκρηξη της πληροφορίας και της γνώσης, επικρατεί ένα έλλειμμα οράματος, εύφορο έδαφος για την ανάπτυξη ακραίων απόψεων, που υποδαυλίζει η οικονομική κρίση.
Η γεωπολιτική έχει καίρια σημασία στην κατανόηση του ρόλου μιας χώρας. Και η δική μας θέση εξακολουθεί να αποτελεί ένα σταυροδρόμι ευρύτερων, πολιτισμικών συσσωματώσεων.
Η κομβική αυτή θέση της Ελλάδας έχει θετικές και αρνητικές συνέπειες. Οι αρνητικές είναι οι πιέσεις που δέχεται ως χώρα των συνόρων. Οι θετικές είναι η δυνατότητα να κερδίζεις από τη συνάντηση αυτή, ακόμη και από τις αντιθέσεις που εκδηλώνονται, αναδεικνύοντας το ρόλο σου.
Το όραμά μας για το αύριο, λοιπόν, πρέπει να απαντήσει σε δύο κρίσιμα αιτήματα του καιρού μας: Ποιος ο ρόλος που καλείται να παίξει η Ελλάδα στις νέες γεωπολιτικές συνθήκες που διαμορφώνονται; Και ποια η ταυτότητα του Ελληνισμού μέσα από το πρίσμα της διαχρονικότητάς του και της απάντησης των προκλήσεων του αύριο;
Το κοινωνικοοικονομικό μοντέλο που δημιούργησε το ΠΑ.ΣΟ.Κ., τη δεκαετία του ’80, και το οποίο στηρίχθηκε στα δάνεια και στη συνεχή επέκταση του κρατισμού, κατέρρευσε παταγωδώς.
Το ίδιο το ΠΑ.ΣΟ.Κ., όμως, φέρει και την κύρια ευθύνη για το ότι χειρίστηκε με τόσο ερασιτεχνικό και ανεύθυνο τρόπο το πρόβλημα του χρέους που το μετέτρεψε σε κρίση δανεισμού σε λίγους μήνες. Και στη συνέχεια παρέδωσε την χώρα στην Τρόικα με όρους δυσβάστακτους. Με την ύφεση να βαθαίνει, την αγορά να ασφυκτιά, την ανεργία να αυξάνεται και να μην διαφαίνεται αχτίδα αισιοδοξίας.
Η Κυβέρνηση, αντί να δημιουργήσει τις κατάλληλες συνθήκες ανάπτυξης, κινούμενη με έλλειψη κάθε σοβαρού σχεδίου που επιδεινώνεται και από την ανεπάρκεια συντονισμού, εξοντώνει και τις υπάρχουσες νησίδες παραγωγής με μέτρα εισπρακτικού χαρακτήρα.
Η ψυχολογία της κοινωνίας έχει, χωρίς υπερβολή, καταρρακωθεί. Η αγωνία και η ανασφάλεια για το αύριο έχει κυριεύσει την πλειοψηφία των πολιτών. Οι νέοι, το αύριο της χώρας, βλέπουν τις ελπίδες τους για ένα δημιουργικό μέλλον να εκμηδενίζονται και η μετανάστευση να είναι και πάλι, μετά από δεκαετίες, ο δρόμος διαφυγής.
Βρισκόμαστε, λοιπόν, στην αναζήτηση ενός νέου οράματος για τη χώρα, που θα κινητοποιήσει το εξαιρετικό ανθρώπινο δυναμικό που διαθέτουμε προς μία κατεύθυνση, όχι μόνο για την απαραίτητη υπέρβαση της κρίσης αλλά και για την πραγματική ανάπτυξη.
Οι συνθήκες είναι αυτές που αναδεικνύουν τους ηγέτες που προβλέπουν όσα θα γίνουν και οδηγούν σοφά το λαό, αλλά και τους πολιτικούς σχηματισμούς που καταφέρνουν να εκφράσουν τις ανάγκες της κοινωνίας.
Προαπαιτούμενο της επιτυχίας αυτού του στόχου είναι η ανάδειξη της συνεκτικής ιδεολογικής μας ταυτότητας, του κοινωνικού φιλελευθερισμού, που θα συγκινήσει και θα συστρατεύσει τους πολίτες στην κοινή προσπάθεια.
Στον κοινωνικό φιλελευθερισμό, την ιδανική αυτή σύνθεση κοινωνικού και ατομικού, βρίσκεται η χρυσή τομή της επίτευξης των όρων απόκτησης της ατομικής ευτυχίας με τη θετική ερμηνεία της ελευθερίας και της διατήρησης της κοινωνικής συνοχής.
Ως φιλελευθερισμός στοχεύει στη διαμόρφωση του ευνοϊκού επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Αυτό συνεπάγεται την προσέλκυση παραγωγικών επενδύσεων και την ενίσχυση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
Η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, που προτείνει η Νέα Δημοκρατία, σκοπεύει να δημιουργήσει ανάπτυξη που θα εδράζεται στην πραγματική οικονομία. Η υπέρβαση του παρασιτισμού με τα δάνεια και του υπερκαταναλωτισμού της μεταπολίτευσης είναι στοίχημα για τη χώρα.
Σημαίνει, όμως, ταυτόχρονα και την ανάδειξη ενός άλλου αξιακού προτύπου στο οποίο θα επικρατήσει μία διαφορετική κουλτούρα εργασίας, μακριά από λογικές της ήσσονος προσπάθειας, που το ΠΑ.ΣΟ.Κ. εγκαθίδρυσε στη δεκαετία του ’80 και τα αποτελέσματά της αντιμετωπίζουμε σήμερα.
Σημαίνει την εγκατάλειψη του κρατισμού που στρέβλωσε για δεκαετίες την πορεία της χώρας, καθήλωσε την οικονομία και εξέθρεψε τη διαφθορά.
Σημαίνει, επίσης, την επιβράβευση των ικανών σε κάθε τομέα δραστηριότητας και κυρίως στην εκπαίδευση. Στην απεμπλοκή από την ισοπεδωτική αντιμετώπιση των ανθρώπων στο όνομα της δήθεν ισότητας που καταλήγει στην επικράτηση της μετριότητας.
Ως κοινωνικός, ο φιλελευθερισμός παραπέμπει στη διαφύλαξη της μεγάλης κατάκτησης του κοινωνικού κράτους. Λειτουργεί ως ασπίδα προστασίας των πολιτών, ιδιαίτερα των αδύναμων, των ευπαθών κατηγοριών.
Προφυλάσσει τους πολίτες από τα «αρπακτικά» και δεν επιτρέπει τη μετατροπή της κοινωνίας μας σε ζούγκλα. Οι πρακτικές ακραίων αντιλήψεων που ήθελαν την απόλυτη απόσυρση του κράτους από παροχές κοινωνικής μέριμνας στον πολίτη, εγκαταλείπονται εκεί όπου εφαρμόστηκαν λόγω των εφιαλτικών συνεπειών στη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων. Κοινωνικός φιλελευθερισμός, επομένως, σημαίνει: ελευθερία, δικαιοσύνη, ισότητα, ανταγωνιστικότητα.
Οι νεφελώδεις ή οπισθοδρομικές πολιτικές της κεντροαριστεράς και της αριστεράς δεν συνιστούν λύσεις για τα αδιέξοδα της ελληνικής κοινωνίας.
Έχουμε απέναντί μας, όμως, δύο εμπόδια: Το ένα είναι η επί χρόνια ηγεμονία της κεντροαριστεράς. Και το άλλο η παραίτηση της φιλελεύθερης παράταξης από τη διεκδίκηση του διακριτού ιδεολογικού της στίγματος.
Και εδώ αντιμετωπίζουμε την παραδοξότητα επί δεκαετίες να επικρατούν οι ιδέες μας και εμείς να διστάζουμε να τις αναδεικνύουμε.
Πλέον, όμως, η πραγματικότητα μας ξεπερνά. Ο ιδιόμορφος σοσιαλιστικός νεοφιλελευθερισμός της παρούσας διακυβέρνησης επιτείνει το περιβάλλον της ιδεολογικής σύγχυσης.
Η Νέα Δημοκρατία δεν επιτρέπεται να αργοπορήσει. Για αυτό και με λόγο σαφή και υπεύθυνο διατυπώνει το όραμά της για το ξεπέρασμα της κρίσης και για το αύριο της Ελλάδας. Είναι ευθύνη απέναντι στην ιστορία μας και κυρίως στις γενιές που έρχονται.
* Ο Μάξιμος Χαρακόπουλος είναι Γραμματέας Πολιτικού Σχεδιασμού της Νέας Δημοκρατίας και Βουλευτής Λαρίσης.