Μπούχτισε η καρδιά μας όλο αυτόν τον καιρό από τις συζητήσεις για την οικονομία και τελευταία για το Νομισματικό Ταμείο. Βαρέθηκε ο κόσμος να ακούει τα ίδια και τα ίδια και απογοητευμένος πασχίζει για κάτι το διαφορετικό. Κάτι που θα σπάσει τη μονοτονία αυτή τη βασανιστική που τον σκοτώνει στην κυριολεξία.
Ιδιαίτερα στις μέρες μας που το άγχος και τα βάσανα τον τυραννούν, η ψυχή του αποζητάει λίγη αγάπη και θαλπωρή, όπως το ρόδο το στάλαγμα που χύνει η γαλήνη της νυχτιάς και η κορφή του βλαστού που βγαίνει απ’ τον ίσκιο και πασχίζει για λίγο ήλιο και ζεστασιά.
Πόσες χαρές θα ’χε στ’ αλήθεια η ζωή μας αν δεν της δίναμε το νόημα που της πρέπει και τη βασίζαμε μόνο στα γήινα και τα παροδικά. Πόσο αδειοι θα τη νιώθαμε όταν της έφευγαν τα πλούτη, οι δόξες και τα μεγαλεία και την άφηναν γυμνή σαν τον τοίχο που του βγάζουν τους πίνακες και τα στολίδια και του απομένουν οι τρύπες και οι πληγές απ’ τα καρφιά.
Δεν λέω, πολλά μας πρόσφεραν του πολιτισμού μας οι κατακτήσεις και της επιστήμης τα επιτεύγματα τα πολλά.
Βρήκαμε όμως την αληθινή ευτυχία και τη γαλήνη «πάντες οι κοπιώντες και επιφορτισμένοι» της σημερινής εποχής. Μας έφυγαν τα βάσανα και οι πίκρες οι αβάσταχτες, που πολλές φορές στην απελπισία μας, μοιάζουν με νύχτες αξημέρωτες που καρτερούν ένα ύπνο γλυκό και αξύπνητο το να δώσει τέλος στην αγωνία και την αϋπνία μας, σφιχτοδένοντας τα βλέφαρά μας τ’ ανοιχτά.
Με την υλοφροσύνη και την προσήλωσή μας στα γήινα πήραμε και το τελευταίο φως απ’ τις ελπίδες μας και τις καταντήσαμε σαν τα καντήλια τα τρεμόφωτα που λαχταρούν για λίγο λάδι να δυναμώσουν τη φλόγα τους να φέγγει το δρόμο μας προς τον ουρανό, προς τα αθάντα και τα παντοτινά.
Μήπως σκέφτομαι πήραμε τη ζωή μας λάθος και τη φανταστήκαμε δίχως πίκρες και αναποδιές. Έτσι σαν μια λίμνη γαληνεμένη, ακύμαντη κι αφλοίσβητη και στις πρώτες φουρτούνες την πετροβολούμε δίχως φρόνηση κι οι πέτρες που της ρίχνουμε γυρίζουν κατά πάνω μας.
Ας μην είμαστε όμως απαισιόδοξοι. Η ζωή έχει γυρίσματα. Ας το πιστέψουμε βαθιά πως απ’ τον πόνο και τη θυσία της μεγαλοβδόμαδας θ’ αναγεννηθεί η ελπίδα και η προσδοκία της Ανάστασης. Ας μείνουμε δυνατοί στην πίστη μας κι ας βρούμε τρόπους ν’ αναγυρνούμε τις σκέψεις μας σε μέρες καλύτερες που ζήσαμε στα χρόνια μας τα παιδιικά, τ’ ανέμελα και αφρόντιστα. Στο σπίτι μας το πατρικό, το απλό κι απέριττο. Το γιομάτο με τις όμορφες αναμνήσεις, «που δεν είχε ούτε ένα σκαμνί για να καθίσει η λύπη» που λέει κι ο ποιητής.
Με τα αναγυρίσματα αυτά θα ξεχαστούμε για λίγο απ’ τα τωρινά και θ’ αναπαυθούμε, γιατί δεν είναι απλά αναπολήματα, αλλά αρτύματα που νοστιμίζουν τη ζωή μας και την κάνουν όμορφη κι ευχάριστη.
Είναι ανάγκη βαθιά της ψυχής μας να τα αναπλάθουμε και συντηρούμε για να μας στηρίζουν στις δυσκολίες και να κάνουν τους πόνους μας περισσότερο διαβατικούς. Όλοι αυτοί οι αναγυρισμοί κρατούν προνομιούχα θέση στην καρδιά μας και δημιουργούν τ’ αχώρητο για κάθε άλλη μας φροντίδα και αναζήτηση.
Είναι η δροσιά η αγιασμένη στη μνήμη μας. Το βάλσαμο στους πόνους και τις πίκρες μας που τις σκεπάζει κάθε φορά όπως τα χαμομήλια τις τσουκνίδες και η αγράμπελη τα βάτα τα αγκαθερά.