* Του Απόστολου Ποντίκα δασκάλου, καθηγητή, πτ. Πολιτικών Επιστημών, σχολικού συμβούλου
Η Μεγάλη Παρασκευή, είναι αναμφισβήτητα η πιο πένθιμη μέρα της Μ. Εβδομάδας μαζί με τη Μ. Πέμπτη, αφού την ημέρα αυτή ενταφιάζεται ο Ιησούς.
Η παρουσία του Ιησού πάνω στη γη σηματοδότησε το τέλος της εποχής του ζόφου και του χάους και έφερε την ανατολή μιας περιόδου χαράς και ελπίδας. Κατά τη Σταύρωση όμως του Χριστού, οπότε στο πρόσωπό του ξεσπάει η μεγαλύτερη αδικία και παραφροσύνη των ανθρώπων, ολόκληρη η φύση διαμαρτύρεται. «Σκότος εγένετο επί πάσαν πηγήν», σημειώνουν οι δύο πρώτοι Ευαγγελιστές, ενώ ο Λουκάς προσθέτει «του ηλίου εκλείποντος» και στο σκοτάδι αυτό, όπως αναφέρει ο Ματθαίος, προστίθεται και σεισμός μεγάλος «η γη εσείσθη και αι πέτραι εσχίσθησαν».
Η εποχή της Σταύρωσης του Κυρίου μας, συνδέεται άμεσα με την εαρινή ισημερία, τις φάσεις της σελήνης και το σεληνιακό ημερολόγιο που επικρατούσε την εποχή εκείνη στην Παλαιστίνη. Οι Ευαγγελιστές μας πληροφορούν ότι η θριαμβευτική είσοδος του Χριστού στα Ιεροσόλυμα, ο Μυστικός Δείπνος και η Σταύρωση, έγιναν την εβδομάδα που γιορταζόταν το Εβραϊκό Πάσχα. Δηλαδή στη διάρκεια του μήνα Νισάν, που στα Εβραϊκά σημαίνει «καιρός που τα πάντα πρασινίζουν».
Το Πάσχα των Εβραίων γιορταζόταν στις 15 του μήνα Νισάν και την εποχή εκείνη στα Ιεροσόλυμα, το Μεγάλο Συνέδριο των Εβραίων, το Σανχεντρίν, συνεδρίαζε επίσημα το απόγευμα της 29ης κάθε μήνα στο ναό του Σολομώντα. Το βράδυ αυτό οι ιερείς παρακολουθούσαν τον ουρανό κατά τη στιγμή της δύσης του ηλίου, για να δουν το μικρό φωτισμένο δρεπάνι της νέας σελήνης και ανάλογα εξέταζαν αυτό προσεκτικά. Αν, πράγματι, έβλεπαν το φωτισμένο δρέπανο της σελήνης, ανακοίνωναν την αρχή του Νισάν και την αρχή του Εβραϊκού έτους, με τους ήχους τελετουργικής σάλπιγγας.
Σύμφωνα με μαρτυρίες των Ευαγγελιστών, τη χρονιά της Σταύρωσης του Χριστού το Εβραϊκό Πάσχα γιορτάστηκε ημέρα Σάββατο και κατά συνέπεια η πρώτη εαρινή πανσέληνος του έτους της Σταύρωσης πρέπει να συνέπιπτε με Παρασκευή. Βέβαια, δύσκολο είναι να προβλεφθεί η ημερομηνία αυτής της Παρασκευής. Από αστρονομικές προβλέψεις και έρευνες τοποθετείται την Παρασκευή 3 Απριλίου του 33 μ.Χ. και η Ανάσταση στις 5 Απριλίου.
Οι ημερομηνίες αυτές δεν είναι απόλυτες και δεν μπορούμε και εμείς να τις δεχθούμε ως πιο σωστές. Όπως και να έχει το ζήτημα, η Μ. Παρασκευή αποτελεί για τους χριστιανούς την πιο θλιβερή και πονεμένη ημέρα της Μ. Εβδομάδας.
Οι Ευαγγελιστές αναφέρονται διεξοδικά στην πορεία του Χριστού προς το Γολγοθά «...και απήγαγον αυτόν εις το σταυρώσαι. Εξερχόμενοι δε εύρον άνθρωπον Κυρηναίον ονόματι Σίμωνα. Τούτον ηγγάρευσαν, ίνα άρη τον σταυρόν αυτού. Και ελθόντες εις τόπον λεγόμενον Γολγοθά, ο έστι λεγόμενος Κρανίου τόπος, έδωκαν αυτώ πιείν όξος μετά χολής μεμιγμένον... σταυρώσαντες δε αυτόν διεμοιράσαντο τα ιμάτια αυτού, βαλόντες κλήρον...» (Ματθ. Κ.2).
Και οι τέσσερις Ευαγγελιστές χρησιμοποιούν το ρήμα «εξέρχομαι» ή το «εξάγω» ή το «απάγω» ή το «άγω». Το «εξέρχομαι» και τα παραπλήσιά του, σημαίνει ότι οι στρατιώτες παρέλαβαν τον Ιησούν από το Πραιτώριο εντός της πόλης των Ιεροσολύμων και τον οδήγησαν έξω από τα τείχη για να Τον σταυρώσουν, γιατί δεν επιτρεπόταν η ταφή ή εκτέλεση μέσα στην πόλη. Στο μέρος αυτό αργότερα κτίσθηκαν τον 4ο μ.Χ. αιώνα, τα Κωνσταντίνεια κτίσματα.
Ο λαός μας τιμά με ευλάβεια και σεβασμό το μεγάλο γεγονός της Ταφής του Κυρίου μας και οι εκκλησίες χτυπούν την ημέρα αυτή πένθιμα τις καμπάνες. Το πρωί της Μ. Παρασκευής ψάλλονται οι Μεγάλες Ώρες και ο Εσπερινός, κατά τον οποίο γίνεται η Αποκαθήλωση του Εσταυρωμένου και η τοποθέτηση του Επιταφίου στο ολάνθιστο κουβούκλιο. Οι Ωρες λέγονται Μεγάλες, γιατί έχουν μεγάλο μήκος, αλλά και για τα γεγονότα που αναφέρονται σ’ αυτές. Παλιότερα λέγονταν και Βασιλικές, επειδή κατά τη Βυζαντινή περίοδο τις παρακολουθούσε και ο Αυτοκράτορας. Βέβαια τη Μ. Παρασκευή υπάρχουν αρκετά έθιμα που γίνονται είτε στο χώρο των εκκλησιών, είτε στην κοινωνική ζωή των ανθρώπων στην πατρίδα μας. Ο Επιτάφιος είναι το πιο σημαντικό εκκλησιαστικό έθιμο, που με την περιφορά του και τη συνοδεία των πιστών, λαμπρύνει την πένθιμη αυτή ημέρα. Σε ορισμένα μέρη, το πρωί της Μ. Παρασκευής, οι μανάδες συνήθιζαν να δίνουν στα μέλη της οικογένειας να πιουν με το ίδιο ποτήρι ξύδι και καπνιά από το τζάκι, όπως έκαναν οι Ρωμαίοι στρατιώτες στο Ναζωραίο. Έτσι, όλη η οικογένεια ετοιμάζεται να δεχθεί την Ανάσταση του Χριστού αφού νωρίτερα περάσει τα Πάθη του Κυρίου.
Οι επαγγελματίες, τη Μ. Παρασκευή, δε χρησιμοποιούν σφυρί-καρφιά, ενώ οι τσαγκάρηδες δεν πιάνουν στα χέρια τους καθόλου το σφυρί, γιατί μ’ αυτό οι «άνομοι» σταύρωσαν τον Ιησού. Σε ορισμένα χωριά της Θεσσαλίας, οι καταστηματάρχες των καφενείων δεν δίνουν χαρτιά στους πελάτες να παίξουν την ημέρα αυτή και «κρεμούν το ρήγα» στο κέντρο του καφενείου. Ένα φαντασμαγορικό έθιμο, επικρατεί στο Αγρίνιο, όπου γίνεται η καύση των χαλκονιών στην πλατεία της πόλης. Είναι έθιμο από την Τουρκοκρατία, όταν οι Εβραίοι της περιοχής αυτής με τη βοήθεια των Τούρκων εμπόδιζαν την περιφορά του Επιταφίου. Για να αποφύγουν αυτή την ενέργεια, οι κάτοικοι κατασκεύασαν πυροτεχνήματα από μπαρούτι και ρινίσματα σιδήρου και όταν άναβαν πετούσαν φλόγες «τσίκες» και εμπόδιζαν έτσι τους Εβραίους να πλησιάσουν.
Σ’ ορισμένα νησιά, οι Επιτάφιοι των Εκκλησιών κατεβαίνουν στη θάλασσα και οι πιστοί μπαίνουν μέσα στα νερά για να αγιασθούν και να βοηθήσει η Χάρη Του Σταυρωθέντος Χριστού τους ναυτικούς να έχουν καλό ταξίδι.
Σ’ ορισμένα πάλι μέρη της θεσσαλικής περιοχής, ο Επιτάφιος περνά από το νεκροταφείο ή καταλήγει σ’ αυτό, για να βιώσουν οι χριστιανοί όλο το θρησκευτικό μεγαλείο της ημέρας αυτής.
Έτσι, οι πιστοί κηδεύουν τον Ιησού και περιμένουν με χαρά, αισιοδοξία και ελπίδα να έρθει η μεγάλη Ανάσταση και να ακούσουν από το στόμα του παπά το «Δεύτε λάβετε φως...» και το «Χριστός Ανέστη».