Κάθε κοινωνία, σε κάθε χρονική στιγμή, έχει το δικό της κώδικα, τους δικούς της κανόνες για να αποκρυπτογραφεί τα μηνύματά της. Αδιαμφισβήτητα ένας από τους σημαντικότερους διαύλους της ατομικής και κοινωνικής έκφρασης είναι η θεατρική τέχνη.
Ο θεατρικός λόγος παρέχει τη δυνατότητα της πολιτιστικής αφύπνισης, της αντίθεσης σε τυποποιημένες μορφές καθημερινότητας. Αντιστέκεται στον ακατάπαυστο βομβαρδισμό πληροφοριών προς την κατεύθυνση του άκρατου καταναλωτισμού, στην παγκοσμιοποίηση οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών, στον εκχυδαϊσμό της ζωής μας και τελικά στην ασθένεια της «τυποποίησης», χωρίς όνειρα, χωρίς διαφορετικότητα, χωρίς φωνή και δράση.
Το να προσεγγίσει κανείς την τέχνη του θεάτρου, χρειάζεται τόλμη και αυτό γιατί το κείμενο ενός έργου δεν χαρίζεται σε κανέναν. Είναι η αναπαράσταση της ζωής. Επομένως προμηνύει εξίσου τα αίσια και τα ζοφερά. Τη χαρά και τον πόνο. «Όλος ο κόσμος είναι μια σκηνή. Όλοι βγαίνουν, παίζουν και μπαίνουν» έγραψε στο «Όπως αγαπάτε» ο Ο. Σαίξπηρ. Μην ξεχνάμε πως παλαιότερα –κυρίως στην επαρχία- , οι λέξεις, θέατρο, ηθοποιός, θεατρίνος, παράσταση, ήταν έννοιες ταυτόσημες με τους χωρατατζήδες μιμολόγους και με διασκεδαστές που συχνά τους γιουχάιζαν. Ακόμα και να ασχοληθεί κάποιος με το θέατρο θεωρούταν υποδιαίστερος.
Στο πέρασμα των χρόνων τα κείμενα των θεατρικών συγγραφέων, προσεγγίστηκαν με σεβασμό ενώ οι παραστάσεις απέκτησαν πέρα από τις ψυχαγωγικές, παιδευτικές και αφυπνιστικές διαστάσεις. Τα θεατρικά κείμενα συχνά παίζουν τον ρόλο της πολιτικής αγωγής της κοινωνίας. Από την άλλη ηθοποιοί, επαγγελματίες και ερασιτέχνες κατανοούν την διαδρομή του θεατρικού λόγου. Τις αιτίες που προέκυψε, τη σημασία και την αξία του. Συχνά συναντούμε, συγκλονιστικές ερμηνείες. Κάθε λέξη, κάθε ανάσα, αναστεναγμός, κόμπιασμα, κίνηση, ματιά, λυγμός, γέλιο, άγγιγμα, χαμόγελο, δάκρυ, πνοή, ακολουθεί την διαδρομή της ψυχής. Δεν ακολουθεί τις ερμηνείες των σίριαλ που η ερμηνεία ενός ρόλου ξεκινά και τελειώνει σε ένα κοντινό πλάνο στα μάτια των ηθοποιών. «Θα παίξεις μια, θα παίξω δυο, θα κλάψεις μια, θα κλάψω δυο» λέει στον ηθοποιό ο Μ. Χατζιδάκις. Δυστυχώς συναντούμε ηθοποιούς που αν κάνουμε μια παράφραση του παραπάνω στίχου ισχύει το «θα παίξεις μια, θα παίξω καμιά, θα κλάψεις μια θα κλάψω καμιά».
Παρόλα αυτά η πολιτιστική δημιουργία, μέσω της θεατρικής τέχνης, βρίσκεται σε υψηλό επίπεδο. Το ανέβασμα παραστάσεων, είναι σπουδαίο γεγονός και αυτό γιατί την παράσταση δεν την αποτελούν μόνο οι ηθοποιοί, ο σκηνοθέτης, τα κουστούμια, τα σκηνικά, τα φώτα και χίλια δυο, αλλά πρωτίστως το κοινό. Ο κόσμος, οι θεατές είναι ο μεγάλος «συμπρωταγωνιστής» κάθε παράστασης.
Δεν θα παραλείψω να αναφερθώ στις δυο μεγάλες ασθένειες του θεατρικού χώρου: στη σταθερή αδιαφορία των εκάστοτε φορέων πολιτισμού σε κάθε νεωτεριστική και καινοτόμα προσπάθεια στο χώρο -όπου συχνά παίρνουν αποφάσεις ιθύνοντες, από απληροφόρητους υπαλλήλους μέχρι αγροτοσυνδικαλιστές– και κατά δεύτερο λόγο, στις συμπληγάδες ιδιοτελών συμπεριφορών, από «μεγάλους, τεράστιους, γιγάντιους, δυσθεώρητους ηθοποιούς και σκηνοθέτες» που νομίζουν, νομίζουν, νομίζουν... και αν κοιταχθούν στον καθρέπτη δεν ξεπερνούν τους ήρωες κινουμένων σχεδίων. Χάσαμε τον προσανατολισμό της Τέχνης. Ο θεατρικός χώρος δεν είναι ιδιόκτητος. Απαιτεί πλουραλισμό και Δημοκρατία. Όταν ξεκαθαρίσουν εκείνοι που ασχολούνται με το θέατρο, ποιοι είναι οι υπάλληλοι, ποιοι είναι οι ηθοποιοί, και ποιοι ασχολούνται ευκαιριακά και περιστασιακά, ίσως επαναπροσδιορίσουμε τις θέσεις μας.
Ας μην ξεχνάμε τη σπουδαία Ελληνίδα, Μελίνα Μερκούρη, που ενίσχυσε, υποστήριξε και ενθάρρυνε την ανάπτυξη του θεάτρου στην επαρχία, την ιδέα του δικαιώματος έκφρασης θεατρικού λόγου, ασχέτως εάν πολλοί καπηλεύτηκαν και συνεχίζουν να το κάνουν την ιδέα αυτή.
«Να αγαπάτε την τέχνη μέσα σας. Κι όχι τον εαυτό σας, μέσα από την τέχνη...». Στανισλάβσκι.