Η πρόσφατη επίσκεψη του αρμοδίου για την οικονομία Ευρωπαίου επιτρόπου Όλι Ρεν στην Ελλάδα (μας ευχήθηκε μάλιστα «καλό κουράγιο», σαν τις παρηγορήτρες) φιλοξενήθηκε από τον Τύπο με τίτλους όπως «ουσιαστικός τσάρος» της Οικονομίας μας ο κοινοτικός επίτροπος, ή (το χειρότερο) «πρωθυπουργός της χώρας ο Όλι Ρεν».
Όσο κι αν οι τίτλοι αυτοί μοιάζουν υπερβολικοί, εντούτοις φαίνεται πως απηχούν τη σημερινή πραγματικότητα στην Ελλάδα, καθώς η χώρα έχει εξελιχθεί σε οιονεί προτεκτοράτο αυτών που παίζουν το ρόλο του επιτηρητή της οικονομίας της, δεν μετέχει καν στις αποφάσεις που την αφορούν, είναι δε φυσικό το συμπέρασμα ότι έχει αποδυναμωθεί η διεθνής διαπραγματευτική της θέση.
Η εξέλιξη αυτή είναι το φυσικό επακόλουθο της εφιαλτικής οικονομικής καταστάσεως στην οποία έχει περιέλθει εξαιτίας (να το πούμε για άλλη μια φορά) των άφρονων πολιτικών που ακολουθήθηκαν τα τελευταία 30 χρόνια (αν και η πρώτη διακυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ από το 1981 μπορεί να προβάλει το άλλοθι πως με τα δανεικά ασκούσε κοινωνική πολιτική) ενώ είναι δεδομένο πως όλο το φάσμα των εθνικών μας θεμάτων παραμένει ανοικτό.
Tο ερώτημα που τίθεται αυτομάτως είναι με ποιες διαπραγματευτικές δυνατότητες, με δεδομένους τους κολάφους που εισπράττει η Ελλάδα τον τελευταίο καιρό, καθώς θεωρείται διεθνώς αναξιόπιστη, θα μπορέσουν ο πρωθυπουργός και ο αναπληρωτής υπουργός των Εξωτερικών κ. Γ. Παπανδρέου και Δημ. Δρούτσας να προωθήσουν εθνικά επωφελείς λύσεις στα ζητήματα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.
«ΠΟΛΕΜΟΣ» Ε.Ε.-ΗΠΑ
Υπάρχει, όμως, και μια πρόσθετη παράμετρος, την οποία έχουμε λησμονήσει τον τελευταίο καιρό, παράμετρος που έχει να κάνει με τον πόλεμο που βρίσκεται σε εξέλιξη μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ, με επίκεντρο την Ελλάδα, πόλεμος που σχετίζεται όχι μόνο με την ελληνική οικονομία και το δανεισμό της χώρας, αλλά με την προμήθεια εξοπλισμών, φυσικά δε και κυρίως με διευθετήσεις στα εθνικά μας θέματα, με βάση όχι τα συμφέροντα της Ελλάδος, αλλά με βάση τις ευρύτερες στρατηγικές επιδιώξεις της Ουάσιγκτον και, κατά περίπτωση, των Παρισίων και του Βερολίνου.
Επισημαίνεται πως το τελευταίο διάστημα είχαμε στην κατεύθυνση των διεργασιών σχετικά με τα εθνικά μας θέματα (με πρόφαση, αλλά όχι μόνο, την οικονομία) μια σειρά κινήσεις, όπως οι συνομιλίες για το θέμα της ΠΓΔΜ, οι επιστολές Παπανδρέου – Ερντογάν, η επίσκεψη του κ. Α. Ντάουνερ για το Κυπριακό, ενώ αξιοσημείωτη είναι η προσπάθεια του Τούρκου πρωθυπουργού να περιορίσει το τουρκικό βαθύ κράτος και φυσικά η πρότασή του για μείωση των εξοπλισμών Ελλάδος – Τουρκίας.
Ας μην λησμονούμε δε, πως ο Έλληνας αναπληρωτής υπουργός των Εξωτερικών εμφανίστηκε αισιόδοξος (συγκρατημένα μεν, αλλά αισιόδοξος) τόσο για το θέμα της ΠΓΔΜ, όσο και για τις σχέσεις με την Άγκυρα.
Την ιδία δε περίοδο θα πρέπει να καταγράψουμε την ελληνογερμανική κόντρα (με αφορμή την οικονομία και με όχημα διάφορα δημοσιεύματα, όπως αυτό το χαμηλής αισθητικής του περιοδικού «Focus» με την Αφροδίτη της Μήλου να προβαίνει σε άσεμνη χειρονομία) κόντρα που απέκτησε και εθνικιστικά χαρακτηριστικά, με αναγωγές ακόμη και στη νίκη κατά του ναζισμού, αλλά και με χυδαιότητες του στιλ «δώστε μας τα νησιά σας για να σας δώσουμε δάνειο».
Με δεδομένο αυτό το πλαίσιο, ο Αμερικανός Πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα, έσπευσε να προσκαλέσει τον πρωθυπουργό να συναντηθούν αύριο στην Ουάσινγκτον, μια πρόσκληση με βαθειά πολιτική σημασία, την οποία αντελήφθη η Γερμανίδα Καγκελάριος Αγγέλα Μέρκελ και προς τούτο έσπευσε να συναντήσει την Παρασκευή τον Γιώργο Παπανδρέου στο Βερολίνο. Από κοντά δε και ο Πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί προσκάλεσε τον πρωθυπουργό χθες στο Μέγαρο των Ηλυσίων.
Είναι σαφές πως ο Πρόεδρος Ομπάμα διαπίστωσε την αδυναμία της Ελλάδος να συνεννοηθεί με τους κοινοτικούς της εταίρους, διαπίστωσε, όμως, και το επίμονο φλερτ του Γιώργου Α. Παπανδρέου με το ΔΝΤ και με την πρόσκλησή του στον Έλληνα πρωθυπουργό ενδεχομένως να θέλει να δώσει τη δική του πολιτική στήριξη στην Ελλάδα.
Στήριξη, όμως, που μπορεί να σημαίνει ότι θα έχει ως αντάλλαγμα είτε αμερικανικής εμπνεύσεως διευθετήσεις στα εθνικά μας θέματα, είτε προσφυγή της Ελλάδος στο ΔΝΤ και σε τελική ανάλυση αυτό θα σημάνει πως η Αθήνα θα απομακρυνθεί από την ευρωπαϊκή και θα προσανατολιστεί στην αμερικανική στρατηγική με πιο καθαρό τρόπο.
Ας σημειωθεί ότι ο πρωθυπουργός προσπαθεί να είναι μέσα στο παιχνίδι («πόλεμο») αυτό μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ και προς τούτο στο Υπουργικό Συμβούλιο άφησε εκ νέου ανοιχτό το ενδεχόμενο προσφυγής της χώρας στο ΔΝΤ, αν η Ελλάδα δεν τύχει (οικονομικής και πολιτικής) στηρίξεως από την Ε.Ε...
Είναι πρόδηλο πως το παιγνίδι (πόλεμος) που παίζεται μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ με την Ελλάδα στο επίκεντρο, είναι όχι μόνο δύσκολο, αλλά και επικίνδυνο, καθώς «τα σκάγια» από αυτό το ουσιαστικά «πολεμικό» παιγνίδι δεν θα επιπέσουν στον ισχυρό, αλλά στον αδύναμο.
Ο Γιώργος Παπανδρέου και ορισμένοι από τους υπουργούς του είναι πιθανόν να βλέπουν με καλύτερο μάτι την αμερικανική στρατηγική, αλλά το μεγαλύτερο μέρος της ελλαδικής πολιτικής τάξεως (όπως ο αρχηγός της ΝΔ Α. Σαμαράς) προκρίνει το ευρωπαϊκό πεδίο για την Ελλάδα.
Και ο σημερινός πρωθυπουργός καλείται να τηρήσει τις καλύτερες δυνατές, λεπτές και εύθραυστες ισορροπίες, ώστε να μην συντριβεί η Ελλάδα στις μυλόπετρες.