Το «Πρόγραμμα Καλλικράτης» καθορίζει τους άξονες της προτεινόμενης αναδιάρθρωσης, της οποίας χαρακτηριστικό είναι η έλλειψη απογραφής της υφιστάμενης Αυτοδιοίκησης και Περιφερειακής διοίκησης με αξιολόγηση της υπάρχουσας δομής και της επίδρασής τους στις κοινωνικές και παραγωγικές σχέσεις της χώρας.
Το Πρόγραμμα δομημένο στη βάση του άρθρου 102 Σ. σύμφωνα με το οποίο «Η διοίκηση των τοπικών υποθέσεων ανήκει στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού» ασφυκτιά να περιλάβει όλες τις δραστηριότητες μεταξύ Δήμου και Περιφέρειας σε μία βαθμίδα και να αποδείξει ότι αυτές είναι τοπικές υποθέσεις ώστε να καλυφθεί το γράμμα του Σ. Οι τοπικές υποθέσεις έχουν σχέση με την παράδοση, τον τόπο, με την αμεσότητα και δεν υπάρχουν αποφάσεις δικαστικές ή κανονιστικές που να αναγνωρίζουν μια υπόθεση ως τοπική αν δεν εξελίσσεται μέσα στα όρια του Νομού.
Οι επί μέρους υποθέσεις που εξελίσσονται στα όρια της περιφέρειας είναι περιφερειακές υποθέσεις. Μια υπόθεση δεν μπορεί να είναι ταυτόχρονα περιφερειακή και τοπική: ή το ένα θα είναι ή το άλλο, είναι δύο διαφορετικές έννοιες και ποιότητες. Κοντολογίς Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση και άρθρο 102 Σ. είναι έννοιες και καταστάσεις ασύμπτωτες. Το Σύνταγμα προβλέπει μόνο δύο βαθμούς Αυτοδιοίκησης για τη διοίκηση των τοπικών υποθέσεων, δεν αναφέρεται σε Περιφερειακές.
Η δομή του Προγράμματος διακατέχεται από δημοκρατικό έλλειμμα, το οποίο εκδηλώνεται στην παντοδυναμία των Περιφερειαρχών, των Δημάρχων, στην έλλειψη δημοκρατικής νομιμοποίησης των οργάνων, προσώπων και Επιτροπών και στην απαξίωση των βασικών συμβουλίων Περιφερειακών και Δημοτικών. Θεσμοθετείται η ενός ανδρός αρχή.
Έλλειμμα δημοκρατίας και απαξίωση των υπηρεσιών είναι οι θεματικοί αντιπεριφερειάρχες και αντιδήμαρχοι. Τι σημαίνει θεματικός. Υποθέτω «ειδικός». Τα Συμβούλια, Περιφερειακά και Δημοτικά, είναι πολιτικά όργανα, εκδίδουν πολιτικές αποφάσεις. Η εκλογή και συμμετοχή σ’ αυτά κατά το Σύνταγμα προϋποθέτει, μόνον, ο εκλεγόμενος να έχει πολιτικά δικαιώματα και δεν απαιτείται καν η γνώση ανάγνωσης και γραφής. Πως στερείται του δικαιώματος ένας πολίτης να είναι θεματικός αντιπεριφερειάρχης ή αντιδήμαρχος. Τα θεματικά ζητήματα επιλύονται από τις υπηρεσίες, οι οποίες ενισχύονται με μετακλητούς υπαλλήλους. Οι υπηρεσίες εκτελούν τις πολιτικές αποφάσεις, λειτουργούν σύμφωνα με το νόμο και δεν μπορεί να προΐσταται πολιτικό πρόσωπο, αιρετός.
Ο Δήμος: Είναι μια γεωγραφική και πληθυσμιακή ενότητα, μια αρχή αυτοδιοικούμενη με χαρακτηριστικό την αμεσότητα πρόσβασης μεταξύ Άρχοντος και Αρχομένων. Η αρχή είναι αυτοδιοίκηση, δεν είναι διοίκηση. Η διοίκηση προϋποθέτει ιεραρχία, η οποία στην αυτοδιοίκηση δεν υπάρχει.
Ο αυτοδιοικητικός άρχων ούτε διατάσσεται ούτε πειθαρχεί, μπορεί οι πράξεις του να ακυρώνονται, όμως διαταγή να εκτελέσει ή να συμμορφωθεί είναι αδιανόητη. Προϊστάμενος του αυτοδιοικητικού άρχοντα Δημάρχου, Νομάρχη ή Περιφερειάρχη είναι μόνον ο Νόμος και οι Δικαστικές Αποφάσεις και κριτής των πράξεων του ο λαός.
Ο Δήμος πρέπει να είναι τόσο μεγάλος, ώστε να διατηρείται η αμεσότητα, η παράδοση της αυτοδιοίκησης και τόσο μικρός, ώστε να είναι οικονομικά και λειτουργικά αυτοδύναμος οργανισμός, για να εκτελεί όσα ο νόμος επιτάσσει και η τοπική κοινωνία απαιτεί, με κορυφαίο καθήκον τη μεγέθυνση της ντόπιας παραγωγής και της απασχόλησης και πέραν αυτού της κοινωνικής ευημερίας της Δημοτικής περιοχής.
Στην προτεινόμενη δομή και λειτουργία του Δήμου υπάρχει μείζον πρόβλημα δημοκρατίας. Η εξουσία δεν εκπορεύεται από το δημοτικό συμβούλιο, το οποίο δεν συμμετέχει ούτε στο συμβούλιο διαβούλευσης. Οι αντιδήμαρχοι. Για αυτούς έως τώρα δεν υπάρχει μια απογραφή ως προς τους λόγους ύπαρξης και τον αριθμό τους, δεν έχει δε απαντηθεί το ερώτημα κατά πόσον στη θέση ορισμένων αντιδημάρχων είναι σκοπιμότερο να τεθούν τεχνοκρατικά στελέχη, ως μετακλητοί υπάλληλοι.
Βάση μιας ανεξάρτητης και δημοκρατικής λειτουργίας του Δήμου είναι οι Δήμαρχοι και Αντιδήμαρχοι να παύσουν να είναι προϊστάμενοι των υπηρεσιών.
Την αρχή αυτή αντιστρατεύονται οι θεματικοί αντιδήμαρχοι, οι οποίοι, είναι βέβαιον, θα καταλήξουν κεφαλές των υπηρεσιών με απροσμέτρητη ζημία στη διοίκηση.
Ο Δήμος είναι δημοκρατικός, όταν η εξουσία, όλων όσων την ασκούν, (προσώπων και επιτροπών), πηγάζει από τη βάση του Δήμου, το δημοτικό συμβούλιο, όταν τυγχάνουν της εμπιστοσύνης του. Είναι εξόχως αντιδημοκρατικό οι αντιδήμαρχοι και οι Επιτροπές καθώς και κάποια μετακλητά στελέχη να είναι μόνον της εμπιστοσύνης των Δημάρχων, προέκταση της εξουσίας τους, να ορίζονται από αυτούς, όπως προβλέπει το κείμενο της διαβούλευσης. Στις συνεδριάσεις της εκτελεστικής επιτροπής είναι αδικαιολόγητο να μην συμμετέχουν όλοι οι δημοτικοί σύμβουλοι.
Το σύνολο της δημοτικής κίνησης, ο παλμός της κοινωνίας του Δήμου αντανακλάται στο Δημοτικό Συμβούλιο και αυτό επιβάλλει τον έλεγχό του σε όλο το σύστημα. Αυτή είναι και η αιτιολογία του αυξημένου ποσοστού: το 60% των συμβούλων να ανήκουν στην πλειοψηφία και είναι στοιχειώδες να εφαρμοστεί η αρχή - ιδιαίτερα για το ΠΑΣΟΚ - «οι πολίτες συμμετέχουν στις αποφάσεις που τους αφορούν».
Η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση (Ν.Α): Καταργείται, ο αρχαιότερος και επιτυχέστατος θεσμός. Τίποτε δεν είναι ευκολότερο από την κατάργηση και την κατεδάφιση. Ό,τι υπάρχει σε Περιφερειακή Ανάπτυξη στη χώρα είναι έργο της Ν.Α και ό,τι ελλείπει δεν οφείλεται στην αδυναμία, αλλά στη στέρηση της αρμοδιότητας απ’ αυτήν. Η παράλειψη αξιολόγησης του έργου της Ν.Α. είναι ομολογία ενοχής, έλλειψης επιχειρημάτων για την κατάργηση.
Περιφερειακή ανάπτυξη δεν είναι οι οδικοί άξονες, οι μεγάλοι λιμένες, οι εμπορευματικοί σταθμοί ή τα εθνικά αεροδρόμια. Αυτά είναι εθνική υποδομή, είναι υποχρεώσεις και έργα της Κεντρικής Κυβέρνησης.
Περιφερειακή ανάπτυξη είναι το σύνολο της υλικής και άΰλης υποδομής που επιτρέπει και δίδει τη δυνατότητα στους κατοίκους να έχουν παραγωγή και απασχόληση, με αίσθημα μονιμότητας και ταυτόχρονα να παρέχεται ένα πλήρες δίκτυο κοινωνικών παροχών και ένα πλέγμα πολιτιστικών προσφορών. Ό,τι υπάρχει από αυτά είναι έργο της Ν.Α.
Τα πρώτα προβλήματα που θα αντιμετωπίσουν αύριο οι νέοι Δήμοι θα είναι Διαδημοτικά ζητήματα, τόσο σε εγκαταστάσεις έργων (Φράγματα άρδευσης, ύδρευσης, υδραγωγεία, διυλιστήρια, σφαγεία, κτηνοκομεία) όσο και υπηρεσιών (παιδείας, υγείας, πρόνοιας, πολιτισμού, παραγωγής) κ.λπ.
Τα διαδημοτικά ζητήματα είναι αδύνατο να αντιμετωπίσουν αφ’ εαυτών οι Δήμοι. Τόσον αυτά όσο και τα βασικά παραγωγικά δίκτυα, τα δίκτυα των υποδομών απαιτούν την παρουσία άρτιας και οργανωμένης Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης. Οι διαδημοτικές εγκαταστάσεις απαιτούν μια ικανή Ν.Α η οποία να εποπτεύσει τις κατασκευές και να τις παραδώσει εν λειτουργία σε διαδημοτικά νομικά πρόσωπα.
Οι συνενώσεις των Δήμων θα φέρουν αλλαγές κοινωνικές και οικονομικές που είναι αδύνατο να προβλεφθούν στο σύνολο και οι οποίες θα απαιτήσουν ισχυρές Νομαρχιακές υπηρεσίες. Αυτές με τη σειρά τους προϋποθέτουν ισχυρή αυτοδιοικούμενη Νομαρχία.
Πρόσφατα ζήσαμε τη δίκαιη κραυγή των αγροτών: Είμαστε το 12-15% του πληθυσμού και απολαμβάνουμε μόνον το 4% ή 5% του Α.Ε.Π. Δώστε μας βιώσιμες εκμεταλλεύσεις να ανταγωνιστούμε.
Για τη δημιουργία βιώσιμων εκμεταλλεύσεων είναι αναγκαία και απαραίτητη η αναδιάρθρωση της εγγείου ιδιοκτησίας του 1920-1930, του κατακερματισμένου κλήρου. Με ένα νομοθετικό πλαίσιο και μια πρακτική που με κίνητρα, δάνεια, φορολογικές απαλλαγές , αναδασμούς και επιχορηγήσεις να οδηγείται η γαιοκτησία, η αγροκτησία και η γεωδιαχείριση σε αυτούς που μένουν στην πρωτογενή παραγωγή.
Η αναδιάρθρωση της εγγείου ιδιοκτησίας είναι όρος επιβίωσης, προϋποθέτει και απαιτεί ισχυρούς Δήμους και άρτιες και ευέλικτες Νομαρχιακές υπηρεσίες. Με την εποπτεία κάποιου αντιπεριφερειάρχη, έστω και ως μακρά χειρ του Περιφερειάρχη. Δεν επιτυγχάνεται..
Η ιστορία και η απόδοση των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων ούτε συγχωρεί, ούτε δικαιολογεί την κατάργησή τους. Απεναντίας επιβάλλει τη διεύρυνση των αρμοδιοτήτων και τη διατήρησή τους.
Οι Περιφερειάρχες: Γι’ αυτούς υπάρχει συσσωρευμένη εμπειρία. Καίτοι διοριζόμενοι από το Υπουργικό Συμβούλιο, ώστε να έχουν αυξημένο κύρος δεν δικαίωσαν την ύπαρξή τους. Εξαρτημένοι καταθλιπτικά στάθηκαν ανήμποροι να υπηρετήσουν την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη. Η ανάγκη του αιρετού άρχοντα και αιρετού Περιφερειακού Συμβουλίου έχει προ πολλού καταστεί προφανής.
Το Πρόγραμμα θεσμοθετεί Περιφερειάρχη, παντοδύναμο παράγοντα χωρίς εξάρτηση από την εμπιστοσύνη του Περιφερειακού Συμβουλίου, χωρίς άμεσα αιρετούς Νομάρχες και Νομαρχιακά Συμβούλια που θα ήταν ένα κάτω όριο, ανάχωμα και φρένο στην παντοδυναμία του, είναι προφανές και ηλίου φαεινότερο πως θα εξελιχθεί σε μια αυτοδιοικούμενη ανεξάρτητη διοίκηση, όχι αυτοδιοίκηση, σε μια ενός ανδρός αρχή (!), που δεν θα έχει καμιά σχέση με την Περιφερειακή ανάπτυξη. Η Περιφερειακή ανάπτυξη απαιτεί λαϊκή συμμετοχή σε όλες τις βαθμίδες από το Δήμο, έως τη Νομαρχία και την Περιφέρεια. Οι αντιπεριφερειάρχες, σύμβουλοι του ψηφοδελτίου, επιλεγόμενοι από τον Περιφερειάρχη θα είναι η προέκταση της προσωπικής εξουσίας του και διοριζόμενοι από τον ίδιο , δίχως τη στοιχειώδη δημοκρατική νομιμοποίηση του Περιφερειακού Συμβουλίου, θα είναι μαριονέτες μιας δημοκρατικής επίφασης.
Το όλο σύστημα Περιφερειάρχη - Αντιπεριφερειαρχών θα καταλήξει σύντομα σε μια καρικατούρα περιφερειακής «δημοκρατικής» εξουσίας.
Οι θεματικοί Περιφερειάρχες που θα σκεπάσουν ως καπέλο τις υπηρεσίες και οι τοπικοί που δεν θα είναι παρά ανεξέλεγκτοι ως Νομάρχες, τοποτηρητές, γκαουλάϊτερ, της βούλησης του Περιφερειάρχη θα κυκλώσουν το θίασο των μαριονετών ώστε να έχομε μια ισόρροπη περιφερειακή κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη.!!!! Την αυλαία θα κλείσουν οι επτά προϊστάμενοι των διοικητικών Περιφερειών, επτά στους 10 (!!!).
Από όσα παραπάνω αναλυτικά αναπτύχθηκαν αβίαστα προκύπτει ως αναπόδραστη αναγκαιότητα η τροποποίηση του Προγράμματος:
1. Να προχωρήσουν οι συνενώσεις των Δήμων με εκχώρηση πρόσθετων αρμοδιοτήτων, όσες από την εμπειρία κρίνεται σκόπιμο να περιέλθουν στους Δήμους και να ισχύσει το Πρόγραμμα, με την προσθήκη της δημοκρατικής νομιμοποίησης όλων, των οργάνων και προσώπων εξουσίας.
2. Να παραμείνουν οι Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις, όμως με εκχώρηση των αρμοδιοτήτων που έχουν κριθεί απαραίτητες για την αποστολή τους, όπως η ενοποίηση των Τεχνικών υπηρεσιών, ευέλικτη διαχείριση, πρόσβαση για χρηματοδότηση στον ιδιωτικό τομέα κ.α.
3. Να θεσμοθετηθεί η Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση από τον κοινό Νομοθέτη, ως αυτοδιοικούμενη αρχή με αιρετούς Περιφερειάρχη, Περιφερειακό Συμβούλιο και με αρμοδιότητες τον προγραμματισμό, την ισόρροπη ανάπτυξη, την κατανομή των πόρων, τη διανομαρχιακή εποπτεία, την εκτέλεση περιφερειακών υποδομών, μεγαλυτέρας κλίμακας κ.λ.π. Ο Περιφερειάρχης να έχει την εμπιστοσύνη του Περιφερειακού Συμβουλίου.
4. Κάθε Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση να είναι και έδρα διοικητικής Περιφέρειας με επικεφαλής τακτικό δημόσιο λειτουργό επί θητεία.