«Δεν είν’ αγάπη, δεν είν’ αγάπη αυτό που ζούμε είναι σου λέω πανικός, ένας μικρός Τιτανικός και θα ’ναι θαύμα αν σωθούμε (...).
Δεν είναι αγάπη αυτό που ζούμε εγώ το λέω ποινικό, κακούργημα κανονικό και ισόβια θα δικαστούμε. Για πράξεις και για παραλείψεις, ιδιαζόντως ειδεχθείς, αλλά εσύ μην φοβηθείς και αρχίσεις τις αποκαλύψεις».
Αυτοί είναι μερικοί από τους στίχους του «Μικρού Τιτανικού». Ένα αγαπημένο τραγούδι του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, που βέβαια πραγματεύεται την πιθανότητα ή και την κατάληξη ενός ερωτικού ναυαγίου, αλλά αν προσέξει κανείς τους στίχους, μπορεί να τους βρει άκρως συμβατούς και «προφητικούς» - γιατί το τραγούδι γράφτηκε πριν πολλά χρόνια - με την κατάσταση της οικονομίας της χώρας σήμερα, και τον αναμενόμενο «φούντο» που όλοι φοβόμαστε.
Και, πιο πολύ απ’ όλους ο υπουργός επί των Οικονομικών, ο κ. Παπακωνσταντίνου, ο οποίος είναι ο πρώτος και ο τελευταίος θαρρώ, γιατί οι υπόλοιποι απλώς το αναπαράγουν, που χαρακτήρισε την Ελλάδα και την Οικονομία της ως «Τιτανικό». Πράγμα που σημαίνει ότι μπορούμε να κάνουμε δύο τινά: Καταρχήν να οπτικοποιήσουμε την παρομοίωση του θαλασσοδαρμένου στα χρέη υπουργού, ανατρέχοντας στην ομώνυμη ταινία, η οποία έχει κάνει ρεκόρ εισιτηρίων ever! Βούλιαξε μεν ο «Τιτανικός» και στο συγκεκριμένο κινηματογραφικό έργο, αλλά και τα κονόμησε με τα τσαρούχια. Οπότε, οπότε αν είναι να βουλιάξουμε κι εμείς, τουλάχιστον να τα κονομήσουμε με το βούλιαγμα, μπας και μπορέσουν μετά τίποτα «πονόψυχοι» εταίροι να μας ανελκύσουν.
Ως προς το οπτικοποιημένο μέρος τώρα, τι να πούμε; Η χαρακτηριστική σκηνή του έργου, που έχει περάσει στην ιστορία του κινηματογράφου, είναι εκείνη που υπό τους ήχους του τραγουδιού της Σελίν Ντιόν, ο πρωταγωνιστής κρατάει την πρωταγωνίστρια και εκείνη με τα χέρια ανοιχτά, σχεδόν στο κενό, έχει την αίσθηση ότι «πετάει» ανάμεσα στο άπειρο του ουρανού και της θάλασσας. Το «βούλιαγμα» ήρθε μετά. Ε, τώρα εμείς στη συγκεκριμένη στιγμή, ποιον να φανταστούμε, για να το προσαρμόσουμε το θέμα στη δική μας κατάσταση; Σαφέστατα και δικαιωματικά τον Παπακωνσταντίνου, που εισήγαγε και τον όρο και, φυσικά, τον πρωθυπουργό Γ. Παπανδρέου. Τώρα, διαλέξτε και πάρτε: ποιος κρατάει τον άλλον και ποιος έχει την αίσθηση ότι πετάει στο κενό. Έτσι κι αλλιώς, το αποτέλεσμα δεν αλλάζει.
Αν καταλάβατε, πάντως, καλά, το θέμα είναι ένα και ο Παπακωνσταντίνου μας το είπε, ο άνθρωπος, εμείς δεν θέλουμε να το καταλάβουμε. Στον Τιτανικό βρισκόμαστε έτσι κι αλλιώς. Δεν είναι θέμα. Το... βούλιαγμα δεν το γλιτώνουμε, συνεπώς. Εκείνο που ψάχνουμε τώρα είναι το κατάλληλο παγόβουνο για να πάμε να κοπανηθούμε με το καλό, οσονούπω.
Και όταν ξέρεις ότι θα ναυαγήσεις, τι παθαίνεις; Πανικό παθαίνεις. Φυσικό δεν είναι; Τρέχεις όπως - όπως, να βρεις κάνα σωσίβιο, να χωθείς σε καμιά βάρκα, να εγκαταλείψεις το πλοίο. Τώρα, βέβαια, είθισται για λόγους άγραφης τιμής ο καπετάνιος να μένει μαζί με το πλοίο του και να βουλιάζει μαζί του. Αλλά, τέλος πάντων, αυτό είναι ένα άλλο θέμα, ας μην φθάσουμε και στα άκρα. Η διασπορά πανικού όμως, ενόψει ενός επερχόμενου ναυαγίου και μάλιστα από τον ίδιο τον αρμόδιο υπουργό, είναι ίσως πολύ χειρότερη από αυτό καθεαυτό το ναυάγιο. Γιατί πάνω στον πανικό ποδοπατώνται οι άνθρωποι, αγριεύουν οι συμπεριφορές, εξαγριώνονται τα ένστικτα για λόγους επιβίωσης και εξελίσσονται δράματα και τραγωδίες, πριν ακόμη επέλθει το όποιο τέλος.
Ε, αυτή τη φάση του Τιτανικού που διασπείρεται και καλλιεργείται περνάει η χώρα, οι κυβερνώντες αλλά και οι πολίτες της. Και ο πανικός ούτε καλός σύμβουλος είναι, ούτε θετικά αποτελέσματα παράγει, τουλάχιστον για τους περισσοτέρους.
Ο οικονομολόγος Τζον Κένεθ Γκαλμπρέιθ, τα βιβλία του οποίου διαβάστηκαν όσο κανενός άλλου οικονομολόγου πριν από αυτόν, είχε πει: «Πολιτική είναι να έχεις να επιλέξεις ανάμεσα στο καταστροφικό και στο δυσάρεστο». Εδώ, οι δικοί μας οι πολιτικοί, επειδή έχουν προφανώς πρόβλημα επιλογής, τι κάνουν; Κάνουν επιλογές... καταστροφικά δυσάρεστες.