Θυμάστε εκείνο το παραμύθι του βασιλιά που βγήκε γυμνός στους δρόμους, γιατί υποτίθεται ότι φορούσε μια πανέμορφη φορεσιά, που αναγκαστικά έβλεπαν και θαύμαζαν όλοι οι υπήκοοί του; Θυμάστε το τέλος του παραμυθιού, όταν ένα παιδί βρέθηκε και αναφώνησε: «Μα ο βασιλιάς είναι γυμνός!».
Θυμήθηκα αυτό το παραμύθι την ώρα που παρακολουθούσα στην τηλεόραση τη συνέντευξη του πρωθυπουργού στη Θεσσαλονίκη. Τον έβλεπα - ομολογώ με συμπάθεια - να πασχίζει να αντιμετωπίσει τις ερωτήσεις που του υποβάλλονταν και ν΄αγωνίζεται να εκτρέψει τη συζήτηση στις προσφιλείς του αοριστολογίες, ελπίζοντας να διαφύγει έτσι από τη δύσκολη θέση που είχε περιέλθει. Όσο κι αν τον διευκόλυναν οι συντάκτες των φιλικών προς την κυβέρνηση Μ.Μ.Ε. με κάποιες ερωτήσεις-κλισέ, ήταν φανερή η δυσκολία του να απαντήσει απερίφραστα και με σαφήνεια σε εκείνες τις ερωτήσεις που αφορούσαν στα καυτά προβλήματα των πολιτών.
Με το βάρος του απόηχου των λαϊκών αντιδράσεων εκτός των τειχών, στους δρόμους της Θεσσαλονίκης, περιδεής και αμήχανος, όπως άλλωστε όλοι οι πρωθυπουργοί στη θέση του κάθε χρόνο τέτοια μέρα, ο «βασιλιάς» του δικού μας «παραμυθιού», προσπαθούσε να απαντήσει στις αγωνιώδεις ερωτήσεις των «υπηκόων» του, αναμασώντας τα ίδια τετριμμένα φραστικά κλισέ μιας πολιτικής που δεν έχει επαφή με την πραγματικότητα. Άλλωστε κι ο ίδιος φαινόταν να κινείται στον κόσμο του, όταν δεν τον προσγείωνε η άτεγκτη ψυχρή λογική των αριθμών.
Δυο ή τρεις φορές προσπάθησε να ξεφύγει σε άλλα θέματα η συζήτηση; Και πόσες ήταν εκείνες που αντί να απαντήσει σ΄αυτό που τον ρωτούσαν έδινε την εντύπωση ανθρώπου που δεν καταλαβαίνει ή δεν θέλει να καταλάβει τι τον ρωτάνε;
Φυσικά θα υπήρξαν πολλοί που θα έμειναν ενθουσιασμένοι από την εμφάνιση του αρχηγού τους. Ήταν όλοι εκείνοι που, όπως στην περίπτωση του παραμυθιού, δεν ήθελαν και δεν θέλουν να παραδεχτούν ότι ο άνθρωπος που έβλεπαν ήταν γυμνός από επιχειρήματα. Οι υπήκοοι του παραμυθιού εκλάμβαναν τη γύμνια ως εκθαμβωτική φορεσιά και οι φανατικοί οπαδοί του θεωρούσαν το ψέλλισμα κάποιων δικαιολογιών ως αποστομωτική απάντηση. Πάντα θα υπάρχουν κάποιοι - δεν έχει σημασία αν θα είναι πολλοί ή λίγοι – που θα υποκαθιστούν την πραγματικότητα με τις φαντασιώσεις τους.
Εκείνη την ημέρα ο ήρωάς μας δεν είπε τίποτα, αλλά αποκάλυψε πολλά. Ποιος λογικός τηλεθεατής δεν αντιλήφθηκε ότι ο λόγος που απέφευγε να απαντήσει στις ερωτήσεις, με συγκεκριμένα επιχειρήματα, πάνω στα εφιαλτικά προβλήματα του κόσμου της δουλειάς και της ανέχειας, είναι ο φόβος μπροστά στη ογκούμενη λαϊκή αγανάκτηση για τη ζοφερή πραγματικότητα που του επιβάλλουν ξένοι πάτρωνες και οι εντολοδόχοι τους; Και ποιος ήρεμος ψηφοφόρος δεν αναρωτήθηκε: «Μήπως ήταν πάντα έτσι γυμνός κι απλώς εμείς θέλαμε να τον βλέπουμε ντυμένο;».
Αλλά και ποιος στοιχειώδης παρατηρητής της ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας δεν θυμάται ότι, πάντοτε οι εκάστοτε πρωθυπουργοί στις κατά παράδοση συνεντεύξεις τους στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, μας παραμύθιαζαν με τα ίδια αφελή και έωλα επιχειρήματα διανθίζοντάς τα και με κάποιες εξαγγελίες φιλολαϊκού χαρακτήρα, που έσπευδαν να λησμονήσουν αμέσως μετά;
Το δυστύχημα για τον πρωθυπουργό μας είναι ότι, εγκλωβισμένος στις συμπληγάδες της «τρόικας» και του μνημονίου, δεν ήταν σε θέση να υποσχεθεί τίποτα αποκοιμιστικό για τον πολίτη. Μας άφησε με την αίσθηση ότι τίποτα καλό δεν έχουμε να περιμένουμε στο άμεσο μέλλον και μόνον μετά το 2013 (παραμονές εκλογών άλλωστε) υπάρχει περίπτωση να φανεί φως στο βάθος του τούνελ στο οποίο οδεύουμε.
Παρ’ όλα αυτά οι πολιτικοί μας ηγέτες πιστεύουν ότι έχουν να κάνουν με αφελείς πολίτες που εξακολουθούν να βλέπουν ντυμένη την γύμνια. Όμως η αφέλεια στις μέρες μας δεν μπορεί να κρυφτεί. Την ξεγυμνώνει η σκληρή καθημερινότητα. Μας μιλούν για προγράμματα, για προοπτικές, για ανάπτυξη, για σχέδια, κάτω από τον υποφερτό δείκτη ευφυΐας. Ταυτίζουν την έννοια «πρόγραμμα» με γενικόλογες δεοντολογίες ή ευχολόγια. Κανένας, ούτε στη τηλεόραση, ούτε στη Βουλή, ούτε στις συνεντεύξεις τους, δεν διανοείται να μας πει συγκεκριμένα με ποιες ενέργειες, πότε και πώς θα πάψουν να είναι εφιάλτης, η ανεργία, η ακρίβεια, η αισχροκέρδεια. Πώς θα λειτουργήσουν σωστά τα νοσοκομεία. Πότε θα ανασάνουμε από την εφιαλτική φορολογία οι μη έχοντες και πότε και πώς θα πληρώσουν οι κατέχοντες. Με ποια μέθοδο ή τακτική θα καταστήσουν λειτουργικές τις κρατικές υπηρεσίες. Με ποιες καισαρικές επεμβάσεις θα ανακόψουν την κατάρρευση του ασφαλιστικού συστήματος. Με ποιους μηχανισμούς ελέγχου θα πατάξουν την αδηφάγο κερδοσκοπία στα δημόσια έργα, τον παγιωμένο και αυτονόητο χρηματισμό δημοσίων λειτουργών. Πώς θα επιζήσουμε τελικά από τη λαίλαπα του ξένου τραπεζικού κεφαλαίου που μας απομυζά και την τελευταία μας ικμάδα σαν λαό και σαν έθνος; Πότε θα δούμε επιτέλους να εναρμονίζονται τα λόγια με τα έργα κι αυτά τα έργα να αποδίδουν;
Να τελειώνουμε κάποτε με το παραμύθιασμα κι όχι να περιμένουμε παραμονές εκλογών για προσωρινές λύσεις, ως ότου κάποιοι εκλεγούν πάλι για να μας ξαναρχίσουν τα ίδια.