«Κάνουμε το αυτονόητο πραγματικότητα και είμαστε μόνο στην αρχή», τόνισε ο πρωθυπουργός Γιώργος Α. Παπανδρέου σε μακροσκελές του άρθρο που δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα της κυβερνήσεως, άρθρο το οποίο προφανώς συνέγραψε στις φετινές του, «χωρίς ενοχές», διακοπές, τις οποίες (αν τις μετρήσει κανείς) μπορεί και να πλησιάζουν το μήνα.
Ωστόσο, την ίδια στιγμή - και αυτό δεν θα έπρεπε να είναι αυτονόητο - η ελληνική κοινωνία παραμένει αντιμέτωπη με τα ογκούμενα προβλήματα στην καθημερινότητά της, προβλήματα που δημιουργήθηκαν τα (σχεδόν όλα) μεταπολιτευτικά χρόνια, προβλήματα τα οποία επιδιώκει να λύσει η σημερινή κυβέρνηση, υπήκουσα, όμως, στις αποφάσεις της Τρόικας, δηλαδή του Δ.Ν.Τ., της Ε.Ε. και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τραπέζης.
Αποφάσεις, όμως, που είναι ακατανόητες από την κοινωνία, καθώς κάνουν τους φτωχούς, φτωχότερους, δεν εμπεριέχουν, ούτε καν ως έννοια, την αναδιανομή των εισοδημάτων, τουναντίον έχουν δημιουργήσει αυξημένη ανασφάλεια στους πολίτες, ανασφάλεια η οποία, με τη σειρά της, πιθανώς θα οδηγήσει σε κοινωνικές εκρήξεις, αλλά και σε φθόνο μεταξύ των κοινωνικών ομάδων.
Παρά ταύτα, ο πρωθυπουργός επιμένει ότι θέλει να τα αλλάξει όλα και παντού (συμπεριλαμβανομένης και της κυβερνήσεως του, στην λειτουργία της οποίας θα επιφέρει δομικές αλλαγές) γιατί θεωρεί πως αυτές οι αλλαγές στη λειτουργία του κράτους και του πολιτικού συστήματος θα έπρεπε να γίνουν, ασχέτως αν υπήρχε ή δεν υπήρχε το περιβόητο Μνημόνιο με την τρόικα.
ΑΥΤΟΝΟΗΤΑ ΚΑΙ ΑΚΑΤΑΝΟΗΤΑ
Ο πρωθυπουργός στο άρθρο του, το οποίο έχει, πράγματι, ενδιαφέρον, αλλά υπό άλλες οικονομικοκοινωνικές συνθήκες (αν δηλαδή η χώρα δεν βρισκόταν στη θύελλα της οικονομικής κρίσεως και για πολλούς προ των πυλών της πτωχεύσεως) αναπτύσσει όλα όσα όφειλε η εγχώρια πολιτική τάξη να είχε πράξει τα τελευταία 35χρόνια, ώστε να μην είχαμε το σημερινό εξευτελισμό της Ελλάδος.
Σήμερα, όμως, η ελληνική κοινωνία δείχνει να μην νοιάζεται για αναλύσεις του τύπου «με το μοντέλο της παγκοσμιοποίησης που ζήσαμε τις τελευταίες δεκαετίες δεν ζήσαμε μόνο την ανεξέλεγκτη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς, αλλά και κάτι ακόμα χειρότερο: Είχαμε την τεράστια συγκέντρωση πλούτου, αλλά μαζί και την τεράστια συγκέντρωση εξουσίας μιντιακής, πολιτικής, εξοπλιστικής, πολιτιστικής σε χέρια λίγων».
Για τον Γιώργο Α. Παπανδρέου το βασικό ερώτημα της εποχής μας είναι ποια θα είναι η ποιότητα της δημοκρατίας μας σήμερα.
Όσο σωστό κι αν είναι αυτό το ερώτημα (κυρίως ως ζητούμενο) το κακό είναι πως για την κοινωνία, η οποία δεν γνωρίζει τι θα της ξημερώσει αύριο, το μείζον είναι η αναδιανομή του πλούτου και το να μην συνεχίζει εκείνη να πληρώνει τα σπασμένα των άλλων.
Ο Γιώργος Α. Παπανδρέου ομιλεί για «αναδιανομή εξουσίας», που θα επιφέρουν οι δημοκρατικές αλλαγές, αλλά επισημαίνει, πάντως, πως «είναι απαραίτητο να συνδυαστεί με την αναδιανομή πλούτου».
«Η δίκαιη κατανομή του πλούτου και των υποχρεώσεων, είναι εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση σε μια ευνομούμενη πολιτεία για την εξάλειψη της βαθιάς ανισότητας που μαστίζει σήμερα τις κοινωνίες μας», επισημαίνει ο πρωθυπουργός.
Αυτό, όμως, το αυτονόητο, δεν είναι τόσο αυτονόητο για την κυβέρνηση (μοιάζει περισσότερο με ακατανόητο) όσο κι αν το επισημαίνει ο Γιώργος Α. Παπανδρέου, αφού αυτό το οποίο συμβαίνει τους τελευταίους μήνες στη χώρα, κάθε άλλο παρά δίκαιη κατανομή του πλούτου είναι και συνεπώς o πρωθυπουργός παραδέχεται πως η πολιτεία μας κάθε άλλο παρά ευνομούμενη είναι.
Σε θεωρητικό και δεοντολογικό επίπεδο, είναι σωστά όλα αυτά που επισημαίνει στο άρθρο του ο πρωθυπουργός, αλλά αυτά δύσκολα μπορεί να τα στηρίξει, στις δεδομένες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες, η πενόμενη ελληνική κοινωνία.
ΘΑ ΧΡΕΙΑΣΤΕΙ ΧΡΟΝΟΣ
«Πιστεύω βαθιά ότι η αποκατάσταση της εθνικής μας κυριαρχίας περνάει μέσα από μεγάλες δημοκρατικές αλλαγές για τη δημιουργία μιας Πολιτείας που εγγυάται δικαιώματα, ανακατανέμει δίκαια τον παραγόμενο πλούτο, τον αξιοποιεί σωστά και ορθολογικά ώστε να παρέχει εργαλεία και να διασφαλίζει δυνατότητες σε κάθε πολίτη (…). Η Ελλάδα στους Έλληνες, σήμερα, σημαίνει μια επανάσταση δημοκρατίας. Στους θεσμούς και την οικονομία».
Η ανωτέρω επισήμανση του πρωθυπουργού, με αναφορά στην ιστορική (και αυτονόητη) φράση του πατρός του Ανδρέα Παπανδρέου «η Ελλάδα στους Έλληνες», όσο κι αν είναι σωστή δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα που βιώνει ο ελληνικός λαός. Γιατί η εθνική κυριαρχία (και αυτό είναι το ακατανόητο) έχει ουσιαστικά εκχωρηθεί στην τρόικα και συνεπώς αυτή τη στιγμή ένα, επίσης, βασικό ζητούμενο της κοινωνίας είναι η ανάκτηση αυτής της εθνικής κυριαρχίας
«Γνωρίζω ότι θα χρειαστεί χρόνος», λέει ο Γιώργος Α. Παπανδρέου και έχει δίκιο. Γιατί για να γίνουν όλα αυτά που ευαγγελίζεται (και προφανώς τα εννοεί, με τη γνωστή προτεσταντική προσήλωση που έχει στους στόχους του) όντως χρειάζεται χρόνος, ενώ είναι βέβαιο πως θα έπρεπε να είχαν γίνει, τόσα χρόνια πριν αλλά δεν έγιναν. Και αυτό είναι το ακατανόητο, μαζί με το ερώτημα: Μα κανείς δεν τα είχε σκεφθεί;
Στο συγκεκριμένο άρθρο του ο πρωθυπουργός αναφέρεται και σε κάτι άλλο, επίσης αυτονόητο, στο δημόσιο βίο, την ανάγκη διαφάνειας, τονίζει τις εξεταστικές επιτροπές που έχουν ή μέλλει να συστηθούν και σημειώνει πως «κάναμε πράξη τη δέσμευσή μας ότι είμαστε πρόθυμοι να ματώσουμε».
Όμως και στο συγκεκριμένο θέμα των σκανδάλων, όσο θεωρητικό δίκιο κι αν έχει ο Γιώργος Παπανδρέου, κινδυνεύει να το χάσει ή να το εντάξει σε έναν, μικροπολιτικής λογικής, πόλεμο με την μείζονα αντιπολίτευση. Η δε κοινωνία νοιάζεται περισσότερο να γυρίσουν πίσω τα κλεμμένα λεφτά και λιγότερο για το αν θα πάει κάποιος υπεύθυνος στη φυλακή. Το μείζον δεν είναι η φυλακή για τους ενόχους, αλλά η επιστροφή των χρημάτων, που καταληστεύτηκαν από το δημόσιο κορβανά, χάρις στην αδιαφάνεια στο δημόσιο βίο και στις πελατειακές σχέσεις, που κυριαρχούν στις σχέσεις πολιτικής και πολιτών.
Τέλος ο κ. Παπανδρέου σημειώνει ότι με τις αλλαγές που προγραμματίζει θέλει «να θωρακίσει όσο ποτέ άλλοτε την αυτονομία της πολιτικής» και αυτές οι αλλαγές περιλαμβάνουν πρωτοβουλία για τον νέο εκλογικό νόμο και την χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων.
Αυτή η πρωτοβουλία, είναι βέβαιο πως, θα προκαλέσει οξείες πολιτικές αντιπαραθέσεις, αν λάβει κανείς υπόψη του τις αντιδράσεις του ΚΚΕ σ΄ αυτό που η κυβέρνηση έχει ονομάσει έλεγχος των οικονομικών των κομμάτων, με τον Περισσό να δηλώνει πως δεν θα δώσει στη δημοσιότητα ονόματα μελών και φίλων του που τον ενισχύουν οικονομικά.
ΑΝΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΚΑΤΑΝΟΗΤΑ
Το άρθρο του Γιώργου Α. Παπανδρέου ήλθε σε μια χρονική στιγμή κατά την οποία άπαντες ομιλούν περί ανασχηματισμού, ο οποίος δεν έχει επισήμως αποκλειστεί και περί δομικών αλλαγών στη λειτουργία της κυβερνήσεως, στη βάση εισηγήσεως επιτροπής (υπό το Χάρη Παμπούκη) ξένων σοφών και... επαϊόντων.
Ορισμένοι αναλυτές, υποστηρίζουν πως επείγει η βελτίωση της λειτουργίας της κυβερνήσεως, ώστε να μπορέσει να ανταποκριθεί στις τεράστιες προκλήσεις της επόμενης διετίας και ότι το ζητούμενο πρέπει να είναι τα πρόσωπα και η ανάγκη αλλαγών σε τομείς στους οποίους παρουσιάζεται υστέρηση, όπως, για παράδειγμα, η Ανάπτυξη, Υγεία, αλλά και η επικοινωνία και φυσικά η συγκρότηση ενός ενιαίου κέντρου συντονισμού και παρακολουθήσεως του κυβερνητικού έργου.
Άλλοι πάλι υποστηρίζουν (και ως φαίνεται βασίμως) ότι αυτό που επιδιώκει η κυβέρνηση είναι η, δια του ανασχηματισμού και των όποιων δομικών αλλαγών, αντιμετώπιση και διαχείριση της απολύτως ρευστής καταστάσεως, καθώς οι δείκτες της οικονομίας κινούνται αρνητικά, οι τράπεζες αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας, επιχειρήσεις κλείνουν, η ανεργία ανεβαίνει σταθερά και η αγοραστική δύναμη των πολιτών έχει συρρικνωθεί δραματικά.
Εξάλλου, μιας και μιλάμε για την «επανάσταση του αυτονόητου», είναι αυτονόητο πως ο πρωθυπουργός είναι αυτός που (πρέπει να) συντονίζει την κυβέρνηση και συνεπώς είναι ακατανόητο να μιλάμε για την ανάγκη γενικού συντονιστή και κουμανταδόρου στο κυβερνητικό σχήμα (θέση για την οποία ακούγονται τα ονόματα των κ.κ. Ραγκούση και Παμπούκη), η δε ομολογημένη αυτή ανάγκη σημαίνει αυτονόητα ότι ο Γιώργος Παπανδρέου αδυνατεί να συντονίσει το κυβερνητικό σχήμα.
Και κάτι τελευταίο, που θα έπρεπε να είναι αυτονόητο, αλλά παραμένει ακατανόητο: Τα μέλη της κυβερνήσεως, είναι αυτονόητο, ότι οφείλουν να εργάζονται για την παραγωγή έργου και την προώθησή του και όχι να ασχολούνται με τα του ανασχηματισμού, για τον οποίο την αρμοδιότητα έχει ο πρωθυπουργός.
Κι όμως συμβαίνει το αντίθετο, με αποτέλεσμα να λειτουργεί παραλυτικά για το κυβερνητικό έργο η «αγωνία» της πλειονότητας των υπουργών για το μέλλον τους στην κυβέρνηση, ενώ ο προαναγγελθείς ανασχηματισμός αποτελεί πηγή διαρκών παρασκηνιακών εντάσεων.
Εν πάση δε περιπτώσει κάποια στιγμή θα πρέπει να βρεθεί μια χρυσή τομή μεταξύ των αυτονόητων και των ακατανόητων ώστε να προχωρήσει η επανάσταση του... αυτονόητου!!!