Η πρωτοβουλία για την ημέρα των εξαφανισμένων ξεκίνησε το 1981 στην Κόστα Ρίκα από τη Λατινοαμερικάνικη Συνομοσπονδία των Οικογενειών Εξαφανισμένων Κρατουμένων (FEDEFAM), για να καταγγείλει και να αποκαλύψει τις μυστικές φυλακίσεις και την εξαφάνιση κρατουμένων, μια πρακτική αρκετά διαδεδομένη στη Λατινική Αμερική, την εποχή εκείνη, όπου κυριαρχούσαν οι στυγνές δικτατορίες. Εκτοτε η 30η Αυγούστου κάθε χρόνο καθιερώθηκε ως Διεθνής Ημέρα Εξαφανισμένων προκειμένου να επιφέρει την προσοχή της διεθνούς κοινότητας για τη μοίρα εκατομμυρίων εξαφανισμένων ανθρώπων σε ολόκληρο τον πλανήτη προκειμένου να εντατικοποιήσει, ως οφείλει, τις προσπάθειές της για την ανεύρεσή τους.
Ταυτόχρονα, δίνεται η ευκαιρία να αποδοθούν και οι οφειλόμενες τιμές στους διεθνείς οργανισμούς που προασπίζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και ασχολούνται και με το θέμα των εξαφανισμένων όπως η Διεθνή Αμνηστεία, ο Ερυθρός Σταυρός και η Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Σήμερα, εκατοντάδες χιλιάδες άνδρες, γυναίκες και παιδιά συνεχίζουν να εξαφανίζονται κάθε χρόνο στον κόσμο από διάφορες αιτίες με συνηθέστερες τις ένοπλες συγκρούσεις, πολέμους, επαναστάσεις, εισβολές, πολιτικές εξελίξεις, απολυταρχικά καθεστώτα, φυσικές ή τεχνολογικές καταστροφές, διάφορα μεμονωμένα γεγονότα κοινωνικο - οικογενειακής υφής, απαγωγές ανηλίκων κ.λπ. Πρωτοπόρος σε οργάνωση, μεθοδικότητα και εμπειρία θεωρείται ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός με τα αντίστοιχα Εθνικά παραρτήματα σε κάθε χώρα. Το σημαντικό έργο που επιτελεί στον τομέα των αναζητήσεων διέπεται από τις Συμβάσεις της Γενεύης και αφορά σε μία Διεθνή Ανθρωπιστική Κινητοποίηση που σχεδιάστηκε ειδικά και που στοχεύει κυρίως στη διαφύλαξη της συνοχής της οικογένειας, του δικαιώματος κάθε ατόμου να γνωρίζει την τύχη των μελών της οικογένειάς του και του δικαιώματος επανασύνδεσης μελών οικογενειών.
Ποια, είναι όμως, η αποτελεσματικότητα των διεθνών οργανισμών αυτών; Η διεθνής κοινότητα μέχρι σήμερα έχει κάνει αρκετά προς αυτή την κατεύθυνση. Υπάρχουν όμως ακόμη σοβαρά κενά στο νομικό πλαίσιο, όσον αφορά στην έννοια των «Βίαιων εξαφανίσεων ατόμων», τον καθορισμό της ευθύνης που φέρουν οι χώρες για την αποτροπή τέτοιων εγκλημάτων αλλά και για το ότι πρέπει να συνεργάζονται για την πλήρη διακρίβωση της τύχης των ατόμων που αγνοούνται. Δεν νοείται να υπάρχει απόφαση διεθνούς οργανισμού και η απόφαση αυτή να μην είναι δεσμευτική ή να εφαρμόζεται επιλεκτικά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι αγνοούμενοι της Κύπρου. Παρά τις προσπάθειες της Κυπριακής κυβέρνησης, η οποία έχει καταθέσει μέχρι σήμερα πάνω από (6) έξι προσφυγές στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) και παρά τα σχετικά ψηφίσματα του ΟΗΕ και την απόφαση του ΕΔΑΔ στην τέταρτη κατ΄ αρχήν διακριτική προσφυγή της Κύπρου (αλλά και στις επόμενες μεθ΄ έπειτα), η Τουρκία δεν έχει ακόμα δώσει πειστικές απαντήσεις για την τύχη των αγνοουμένων. Επισημαίνεται (μετά από σειρά ψηφισμάτων) ιδιαίτερα η ανάγκη υιοθέτησης από τα Ηνωμένα Εθνη, νομικού εργαλείου που θα ρυθμίζει το ανθρωπιστικό αυτό θέμα, και πως απαραίτητα οι οικογένειες των ατόμων που αγνοούνται θα πρέπει να αναγνωρισθούν επίσης ως θύματα μιας τέτοιας κατάστασης και να τους αποδοθεί το δικαίωμα «να γνωρίζουν την αλήθεια», δηλαδή το δικαίωμα να γνωρίζουν για την τύχη των συγγενών τους. Εξέχοντα πολιτικά - δημόσια πρόσωπα, γύρω απ΄ το πρόβλημα αυτό, μίλησαν και είπαν κατά καιρούς: «Το σημερινό σύστημα διεθνούς δικαίου, δεν παρέχει τα εχέγγυα για αποτελεσματική αντιμετώπιση του θλιβερού αυτού φαινομένου. Για το λόγο αυτό, μια νέα Διεθνής Συνθήκη του ΟΗΕ είναι απαραίτητη και ίσως ακόμα να απαιτείται η επεξεργασία ενός πρόσθετου Πρωτοκόλλου στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων». Αξίζει να πούμε, ότι η Σύμβαση κατά των Εξαναγασμένων Εξαφανίσεων είναι μία από τις πιο ρωμαλέες συμβάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που υιοθέτησε ποτέ ο ΟΗΕ. Η Διεθνής Αμνηστία καλεί όλα τα κράτη να επικυρώσουν τη Σύμβαση χωρίς καθυστέρηση και να θέσουν σε ισχύ αποτελεσματική νομοθεσία για την εφαρμογή της, σύμφωνα με τις διεθνείς υποχρεώσεις τους, ενώνοντας έτσι τις δυνάμεις τους για τον τερματισμό της πρακτικής των εξαναγκασμένων εξαφανίσεων, που είναι μια από τις χειρότερες παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Ένα σημαντικό επίσης πρόβλημα που απασχολεί σοβαρά την παγκόσμια κοινότητα είναι και οι εξαφανίσεις - απαγωγές παιδιών. Σύμφωνα με την Interpol κάθε 18΄΄εξαφανίζεται και ένα παιδί στον κόσμο. Στην Ευρωπαϊκή Ενωση, κατά τις εκτιμήσεις των αγγλικών αστυνομικών υπηρεσιών, ο ετήσιος αριθμός των εξαφανισμένων παιδιών ανέρχεται σε 82.000 περίπου. Η ευρωπαϊκή επιτροπή έχοντας σαν στόχο μια ενιαία Ευρωπαϊκή στρατηγική για τα δικαιώματα του παιδιού σε επίπεδο Ε.Ε. αποφάσισε στις 4 Ιουλίου 2006, τη γραμμή επικοινωνίας «116.000» για τα εξαφανισμένα παιδιά.
* Ο Γεώργιος Ν. Ξενόφος, είναι πρώην στέλεχος «ΥΠ.ΕΘ.Α.», λογοτέχνης, λαογράφος και συγγραφέας.