Δεν ξέρω τι θα έβγαζαν οι κάλπες αν γίνονταν τώρα εκλογές, αλλά εκείνο που αντιλαμβάνεται ο καθένας είναι ότι οι πολιτικοί μας άνδρες κατάφεραν, τριανταέξι χρόνια μετά τη μεταπολίτευση, να γίνουν οι πιο αντιπαθείς και αναξιόπιστοι πολίτες αυτής της χώρας. Τα κατάφεραν να ρίξουν τη χώρα στην ανυποληψία, να τη μετατρέψουν σε διεθνή επαίτη και να μεταλλάξουν τη δημοκρατία σε ευνοιοκρατία και κλεπτοκρατία. Όλο αυτό το διάστημα και μέχρι τις δύσκολες μέρες μας, οι πολίτες τους στόλισαν και τους στολίζουν με τέτοια ποικιλία επιθέτων που, νομίζω, ότι ποτέ λαός της οικουμένης δεν τα κατάφερε να χαρακτηρίσει τους πολιτικούς του ηγέτες. Είναι βλέπετε και η ελληνική γλώσσα που με τον εκφραστικό της πλούτο μας δίνει αυτή τη δυνατότητα. Παρ΄όλα αυτά, μετά τα όσα μας συμβαίνουν τους τελευταίους μήνες, δηλώνω αδυναμία να χαρακτηρίσω από τη στήλη αυτή, τη συνομοταξία των ανθρώπων που ακούνε στο επίθετο «πολιτικός».
Τη ζημιά την ξέρουμε όλοι. Η απαξίωση της πολιτικής, τα στερεότυπα ότι «όλοι είναι ίδιοι», η μίζερη πεποίθηση ότι στην πολιτική μπαίνουν όσοι ξέρουν να κοροϊδεύουν τον κόσμο για ίδιο όφελος, αποτελούν κανόνα στην ελληνική κοινωνία. Το δούλεμα από την πολιτική περνάει σε όλα τα όργανα του νεοελληνικού οργανισμού. Το κράτος δουλεύει τους πολίτες, οι πολίτες το κράτος, οι διάφορες κοινωνικές ομάδες ή μία την άλλη και όσοι βρίσκονται στα κάτω σκαλιά της πυραμίδας πληρώνουν τα σπασμένα.
Όμως «το ψάρι βρομάει απ΄το κεφάλι». Το παραμύθιασμα, η ανέξοδη καταγγελία, η κενή υπόσχεση, τα «θα», είναι βέβαια μέσα στο παιχνίδι της πολιτικής κι αυτό το ξέρουμε καλά όλοι μας. Αλλά όταν το πράγμα παραξηλώνεται και γίνεται κανόνας τότε καταντάει πληγή για ολόκληρη την κοινωνική ζωή. Αν ο πολίτης δεν μπορεί, έστω στοιχειωδώς, να πιστέψει αυτόν στον οποίο εμπιστεύεται την εξουσία, τότε υπονομεύονται πολύ περισσότερα πράγματα από ένα κόμμα ή έναν πολιτικό. Υπονομεύεται η σχέση του πολίτη με την πολιτική, η αναγκαία για τη λειτουργία της δημοκρατικής μηχανής ενέργεια εκατομμυρίων ανθρώπων. Όλο το σύστημα πάσχει σοβαρά.
Οι πολιτικοί μας σήμερα δεν είναι ασφαλώς όμοιοι με κάποιους παλιούς που υπόσχονταν γεφύρια για ανύπαρκτα ποτάμια και λιμάνια για ανύπαρκτες θάλασσες. Το παραμύθι όμως εξακολουθεί να είναι παρόν με μοντέρνους ήρωες, σύγχρονους πρίγκιπες και βασιλοπούλες. Το ανέδειξαν μάλιστα οι προηγούμενες δεκαετίες σε εθνικό παραμύθι, στην υπηρεσία του οποίου μπήκαν μεγάλες ιδέες, όπως ο σοσιαλισμός, η Νέα Ελλάδα, η Μεγάλη Αλλαγή, η Κοινωνική Αλληλεγγύη, η Μυθική Ευρώπη. Εκατομμύρια άνθρωποι συγκινήθηκαν από παραμυθένιες απογειώσεις, για να προσγειωθούν τελικά ανώμαλα σ΄ένα νέο «σοσιαλισμό» με την ταπεινωτική κηδεμονία και το άγριο νεοφιλελεύθερο πακέτο του ΔΝΤ, τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό και τη Νέα Ελλάδα της διαπλοκής και των σκανδάλων, που οδηγούν στην κατάρρευση ενός αποτυχημένου και ένοχου πολιτικού συστήματος.
Σήμερα οι πολιτικοί μας άνδρες δεν διατηρούν ανάμεσά τους μεγάλες πολιτικές αποστάσεις κι ούτε έχουν πλέον μεγάλες διαφορές. Ανεξάρτητα από ταμπέλες και χρωματισμούς οι περισσότεροι έχουν πολλές ομοιότητες, όμοιες συμπεριφορές και κοινούς «στόχους» (με εισαγωγικά παρακαλώ) παρά τις όποιες αποστάσεις. Γι΄αυτό και δεν έχουν προγράμματα σαφή με συγκεκριμένα μέτρα, πλην εκείνων που τους υπαγορεύουν οι επιτηρητές τους. Με όση ευχέρεια δίνουν προσωπικές υποσχέσεις και «λύσεις» σε ομαδικές απαιτήσεις συντεχνιακής μορφής, με παρόμοια επιφυλακτικότητα διατηρούν αποστάσεις από ξεκαθαρισμένους προγραμματισμούς και ανάληψη υποχρεώσεων, πάνω σε θέματα που θα δέσμευαν την πολιτεία τους σε μια προκαθορισμένη πολιτική πορεία. Δεν ξέρω περίπτωση πολιτικού που να απάντησε ποτέ «επί της ουσίας». Υποθέτω ότι την παρακάμπτουν πεπεισμένοι αφελέστατα ότι προσωπικά δεν τους αφορά. Εκπλήσσονται ωστόσο, όταν οι δημοσκοπήσεις αποκαλύπτουν πως η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών τους θεωρεί ως την πλέον αναξιόπιστη τάξη.
Σήμερα οι πολιτικοί μας άνδρες βρίσκονται μπροστά σε κρίσιμες εξελίξεις. Η χώρα βουλιάζει στα χρέη, οι ίδιοι βουλιάζουν στα σκάνδαλα, τα κόμματα αυτοδιαλύονται και οι περισσότεροι πάσχουν από το σύνδρομο του πολιτικού κανιβαλισμού «τρώγοντας» ό ένας τον άλλον. Ομιλούν οι περισσότεροι τη γλώσσα παλαιότερων περιόδων. Επιμένουν στην υπεράσπιση πολιτικών ασύμβατων με τη νέα πραγματικότητα. Συνεχίζουν να καλλιεργούν προστατευτικές ψευδαισθήσεις σε μεγάλα τμήματα του ελληνικού λαού και ιδιαίτερα στα πλέον αδύναμα. Μιλούν για πολιτικά προγράμματα σε επίπεδο κάτω από τον υποφερτό δείκτη ευφυΐας, με γενικόλογες δεοντολογίες ή ευχολόγια. Κανένας, ούτε στη Βουλή, ούτε στην τηλεόραση δεν διανοείται να μας πει καθαρά πώς θα βγούμε απ΄αυτόν τον εφιάλτη που μας έριξαν οι ίδιοι και τα καμώματά τους. Πώς θα λειτουργήσει το διαλυμένο κράτος, πώς θα τραφούν οι πολίτες του, πώς θα αλλάξει το βασανιστικό σύστημα της περίθαλψης, πώς θα βρουν δουλειά οι εκατοντάδες χιλιάδες των ανέργων, με ποιους μηχανισμούς ελέγχου θα πατάξουν την αδηφάγο κερδοσκοπία και την απύθμενη φοροδιαφυγή. Τριακόσια δισ. χρέος σου λένε! Ποιος μας το έκανε αυτό; Περιμένετε και θα δείτε, θα τους πάρουν με τις πέτρες και πολύ σύντομα, μόλις συνέλθει ο κόσμος από την αρχική παγωμάρα του και αντιληφθεί σε τι είδους μέγκενη έχει εγκλωβιστεί.
Η αγωνία του σημερινού πολίτη εκφράζεται καθαρά μέσα από το ερώτημα μιας μάνας που μου έγινε πρόσφατα και απευθύνονταν στους πολιτικούς: «Με ποιο δικαίωμα στερήσατε από τα παιδιά μου την ελπίδα και το μέλλον τους; Ποιος σας έδωσε αυτό το δικαίωμα να ρυθμίσετε κατ΄ αυτόν τον τρόπο τη ζωή και το μέλλον μας στερώντας μας τα πάντα;».
Αμείλικτα ερωτήματα και αυτοκριτική συγχρόνως ενός πολίτη που στήριξε ένα αντιλαϊκό πολιτικό σύστημα για δεκαετίες.
Φυσικά απαντήσεις θα δώσουν μόνον οι πολίτες. Ποτέ οι πολιτικοί.
Αλλά η σκληρή αλήθεια είναι μία: Οι πολιτικοί ένοχοι δεν θα είχαν φέρει τη χώρα στην κατάσταση που βιώνουμε σήμερα αν δεν είχαν συνενόχους τους πολίτες. Αν οι μισοί τουλάχιστον πολίτες αυτής της χώρας δεν συμμετείχαν στη λούφα, στη φοροδιαφυγή, στο λάδωμα, στη ρεμούλα, στην κερδοσκοπία και στη νοθεία. Η σαπίλα ξεκινάει και από κάτω. Από τους κομματικοδίαιτους και κρατικοδίαιτους πολίτες, τους νεόπλουτους, τους καταχραστές κοινοτικών επιδοτήσεων, τους μεσάζοντες και τους μιζάνθρωπους. Αυτούς που αξιώνουν και πετυχαίνουν τη συμμετοχή τους σε πολλών ειδών σπατάλες του δημοσίου χρήματος. Οι περισσότεροι πολιτικοί μας είναι σαν κι αυτούς. Η διαφθορά δεν βρίσκεται μόνο στο κράτος. Κι αυτό πρέπει κάποτε να το συνειδητοποιήσουμε και να μην παριστάνουμε τα θύματα, συμμετέχοντας στη γενική αγανάκτηση!