Η κυβέρνηση του Γιώργου Α. Παπανδρέου ανακοίνωσε το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα (2012 – 2015) το οποίο περιλαμβάνει νέα δυσβάστακτα βάρη εις βάρος των συνήθων υποζυγίων, εις βάρος των μισθωτών και των συνταξιούχων, δηλαδή, περικοπές και πάνω απ’ όλα φόρους, φόρους, φόρους.
Περιλαμβάνει ακόμη εκποίηση της δημόσιας περιουσίας, ακόμη και δημοσίων επιχειρήσεων στρατηγικού χαρακτήρα, ο δε απολαμβάνων της εμπιστοσύνης του αμερικανικού παράγοντος, από την εποχή που ήταν υπουργός Δημοσίας Τάξεως, σημερινός Υπουργός Αναπτύξεως Μιχάλης Χρυσοχοΐδης αυτό το πρόγραμμα το ονομάζει «αποσοβιετοποίηση του κράτους».
Ευρισκομένη δε με την πλάτη στον τοίχο (σε κατάσταση παράκρουσης, λένε πολλοί αναλυτές) η κυβέρνηση, όπως και οι αδηφάγοι (αν και συγκρουόμενοι μεταξύ τους, καθώς έχουν – ναι συμβαίνει κι αυτό – αντικρουόμενα συμφέροντα) δανειστές της χώρας, παρά το γεγονός ότι έχουν σαφώς αντιληφθεί ότι η ασκούμενη πολιτική του Μνημονίου έχει αποτύχει, εντούτοις επιμένουν στην ίδια αδιέξοδη και ατελέσφορη πολιτική.
Μια πολιτική την οποία η κυβέρνηση (ενώ είναι εμφανές ότι δημιουργεί νέα αδιέξοδα, αυξάνει τα λουκέτα στα καταστήματα και τις επιχειρήσεις, μεγαλώνει τη στρατιά των ανέργων και φυσικά οδηγεί σε βαθύτερη ύφεση) επιμένει, με «καλβινιστική» προσήλωση, να την ακολουθεί, οδηγώντας τη χώρα και την κοινωνία της σε σίγουρη χρεοκοπία.
Βεβαίως, τόσο ο πρωθυπουργός Γιώργος Α. Παπανδρέου, όσο και ο υπουργός του επί των Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου, δείχνουν ότι δεν αντιλαμβάνονται την κοινωνική πραγματικότητα, δηλαδή τους ανθρώπους, οι οποίοι πένονται και ζουν υπό καθεστώς ανασφάλειας και φόβου, αλλά νοιάζονται μόνο για τους αριθμούς.
Μόνο που αν και πολιτεύονται με αυτόν τον τρόπο, εντούτοις διαπιστώνουν πως ούτε οι αριθμοί ευημερούν, αν λάβουμε υπόψη μας τη δήλωση του Γιώργου Παπακωνσταντίνου (δήλωση – ομολογία πως το Μνημόνιο έχει αποτύχει) πως χρήματα στα δημόσια ταμεία υπάρχουν μέχρι τον Ιούλιο και συνεπώς (σύμφωνα με το κινδυνολογικό, αν και υπαρκτό, σκεπτικό του) πρέπει να πάρουμε κι άλλα μέτρα ώστε να καταστεί δυνατή η εκταμίευση της επόμενης δόσεως του δανείου.
Όμως, ενώ ξεπουλάνε τα πάντα – για «λεηλασία του τόπου», έκανε λόγο πρωτοσέλιδο στην «Ελευθεροτυπία» - ενώ, όπως το πάνε, θα οδηγήσουν μεγάλο μέρος του πληθυσμού σε συσσίτια, αρνούνται να ακούσουν όσους τους φωνάζουν (και δεν εννοώ μόνο την κοινωνία, γιατί είναι βέβαιο πως αυτή δεν τη λαμβάνουν υπόψη) πως το πρόβλημα δεν λύνεται με συνεχή φορολόγηση των μη εχόντων, αλλά επιτέλους με φορολόγηση των εχόντων και πάνω απ’ όλα με την ανάπτυξη.
Είναι εμφανές πως ο πρωθυπουργός επιμένει να ακούει μόνο τους δανειστές της χώρας, οι οποίοι ζητούν «αποτελέσματα, αποτελέσματα, αποτελέσματα» (Κριστίν Λαγκάρντ) και «αποκρατικοποιήσεις, αποκρατικοποιήσεις, αποκρατικοποιήσεις» (Ζαν Κλοντ Γιούνκερ) και απαντά με ξεπούλημα δημόσιας περιουσίας και με φόρους.
Και δεν ακούει ούτε καν τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια ο οποίος, στην τελευταία συνάντησή τους, του τόνισε σαφέστατα: «Η ανησυχία μου η μεγάλη είναι το μεγάλο διακύβευμα της κοινωνικής συνοχής - που απαιτεί αυτή τη στιγμή εθνική συνεννόηση - και βέβαια τα ασθενή στρώματα της κοινωνίας (που) πρέπει να ενισχυθούν- όπως είναι οι άνεργοι. Και νομίζω πως σ’ αυτήν την κατεύθυνση κάτι κάνατε και ότι οι χαμηλοσυνταξιούχοι και οι χαμηλόμισθοι έχουν δώσει ό,τι ήταν να δώσουν. Αυτό πρέπει να το έχετε υπόψη σας στις νέες φορολογικές ρυθμίσεις που θα κάνετε».
Ο έμπειρος Κάρολος Παπούλιας ήταν σαφής, όπως σαφής είναι και η αντίθεση των πολιτικών δυνάμεων της χώρας, που ζητούν από την κυβέρνηση να σταματήσει τη φοροεπιδρομή, την οποία, όπως φαίνεται, εγκρίνουν (και επαυξάνουν) οι δανειστές της Ελλάδος και δεν είναι τυχαίο πως η Τρόικα ζήτησε να συναντήσει την ηγεσία της ΝΔ για να κοστολογήσει τις ελαφρύνσεις στη φορολογία, που προβλέπει το «Ζάππειο ΙΙ» του Αντώνη Σαμαρά.
Κι, όμως, η κυβέρνηση δεν το κάνει. Δεν κάνει το αυτονόητο, δηλαδή δεν σταματά να φορολογεί τις ασθενέστερες κοινωνικά τάξεις και έτσι πετυχαίνει το αντίθετο: Αντί να τονώνει τη ζήτηση, την εκμηδενίζει κι έτσι βαθαίνει η ύφεση.
Παρά ταύτα, η κυβέρνηση του Γ.Α. Παπανδρέου, βλέποντας πως δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα μόνη της, βλέποντας πως συνεχίζει να χάνει ακόμη και τα όποια ερείσματα διέθετε στην Εσπερία (είναι προφανές πως οι ευρωπαίοι δανειστές δεν εμπιστεύονται την Αθήνα και την κυβέρνησή της και ζητούν, πέραν των άλλων, από την Ελλάδα να αποδείξει πως είναι αξιόπιστη – δηλαδή γυρίσαμε πίσω στο 2009, στην αρχή του ελληνικού εξευτελισμού, όταν μας έλεγαν ευθέως πως το πάρτι τέλειωσε και πως η πλάκα, με τα ψευδή στοιχεία, ήταν ως εδώ) αναζητεί συνενόχους.
Κι αυτή τη συνενοχή (δηλαδή το να καταστήσει και τα λοιπά κόμματα μέρος του δικού της προβλήματος, του δικού της αδιεξόδου και της δικής αδυναμίας να διαχειριστεί την κρίση) την ονομάζει άλλοτε συναίνεση και άλλοτε εθνική συνεννόηση, πάνω δεν απ’ όλα την ονομάζει πατριωτικό καθήκον.
Έχει καταστεί ξεκάθαρο πως η κυβέρνηση πάσχει από αυτό που ο Πλάτων ονόμαζε ακρασία (της το θύμισε ένας δικός της άνθρωπος, ο πρώην υπουργός Γιώργος Φλωρίδης) ένα, δηλαδή, από τα (σύμφωνα με τον Αριστοτέλη) τρία ανθρώπινα ελαττώματα, μαζί με την κακία και τη θηριότητα.
Από ακρασία πάσχει ο άνθρωπος εκείνος, ο οποίος ενώ γνωρίζει ποιο είναι το ορθό, αδυνατεί να το πράξει, είναι ανίκανος να το πράξει, όπως ο ίδιος θεωρεί ότι θα έπρεπε.
Η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός είναι πια καιρός (άλλωστε, το θύμισε και ο Κ. Παπούλιας πως «οι καιροί ου μενετοί») να εγκαταλείψουν την ακρασία τους, ώστε να μην περάσουν στην Ιστορία «ως άνθρωποι μικροί, σπιθαμιαίοι ηγέτες, οι οποίοι οδήγησαν τη χώρα τους στον γκρεμό», όπως δήλωσε ο ίδιος ο Γιώργος Α. Παπανδρέου στην ομιλία του στο Σύνδεσμο Ελληνικών Βιομηχανιών.