Πού να πρωτοπάνε και πού να ταξιδέψουν οι σκέψεις μας, τις μέρες αυτές τις άγιες, τις πασχαλινές. Με πολλή συγκίνηση γεμίζουν την ψυχή μας οι γλυκές τους αναθυμήσεις που είναι κάτι το ξέχωρο και ιδιαίτερο και δεν μετριέται, ούτε συγκρίνεται με τίποτα. Όλα τα θυμούμαι και όλα μου φαίνονται όμορφα κι ας ήταν χρόνια δύσκολα - κατοχικά.
Απ΄ όλα όμως ξεχωριστή θέση έχουν στην ψυχή μου, τα μικρά εκείνα βιβλιαράκια που είχαν τα εγκώμια, που δεν τα αποχωριζόμασταν από την τσέπη και ρωτούσαμε ο ένας το άλλο. Πήρες τη «ζωή εν Τάφω»; Ετσι τα λέγαμε και χαιρόμασταν και περιμέναμε με λαχτάρα την ώρα που θα ψέλναμε.
Με πολλή νοσταλγία θυμούμαι τα παιδιά στο σχολείο, που πολύ πριν το Πάσχα, κάθε μέρα την τελευταία ώρα, με τα βιβλιαράκια στα χέρια ψέλναμε τα εγκώμια. Οι στιγμές αυτές μιλούσαν βαθιά στην ψυχή τους κι ένιωθαν πραγματικά το νόημα της μεγαλοβδομάδας και ζούσαν τα πάθη και το Θείο δράμα από κοντά.
Οσοι απ΄ τους μεγαλύτερους ζήσαμε και μέναμε με τις οικογένειές μας στα χωριά, είναι αδύνατο να ξεχάσουμε τους Χαιρετισμούς και τον Ακάθιστο Υμνο. Όλα τα παιδιά στην εκκλησία κάθε Παρασκευή και όλοι οι χωριανοί με τις οικογένειές τους. Είναι αδύνατο να ξεχάσει κανείς εκείνο το περιβάλλον με τα θαμπό φως των κανδυλιών και των κεριών, που δημιουργούσαν μια κατανυκτική ατμόσφαιρα. Σήμερα είναι πολύ δύσκολο να το νιώσει κανείς με τους πολύφωτους πολυελαίους, τα μεγάφωνα και άλλα μέσα που υποχρεώθηκαν οι ναοί να εφοδιαστούν, στο πνεύμα και στις απαιτήσεις των καιρών μας. Μαζί με τις όμορφες αυτές αναπολήσεις, που καταπραΰνουν τις σκέψεις και αναπαύουν την καρδιά, στο νου μας έρχονται και αναθυμήσεις που μας στεναχωρούν πολύ και δύσκολα ξεχνιούνται.
Πολύ άσχημα νιώθω κάθε φορά που θυμούμαι την περιφορά του Επιταφίου και την Ανάσταση μέρα μεσημέρι τον καιρό της Κατοχής στην ορεινή πατρίδα μου, γιατί οι Γερμανοί κατακτητές απαγόρευαν την κυκλοφορία μετά τη δύση του ηλίου.
Και τ΄ αυγά τα κόκκινα και το αρνί; Με πόση λαχτάρα διαλέγαμε το πιο γερό. Να ΄χει μύτη μπροστά και πώς αγωνιούσαμε στο τσούγκρισμα μη μας το σπάσουν, γιατί τότε είχαν αξία και δεν ήταν όπως τώρα με τα πτηνοτροφεία, άφθονα και φτηνά. Για το αρνί, μάτωνε η ψυχή μας όταν το σφάζαμε, γιατί τις λίγες μέρες που το βοσκούσαμε δενόμασταν τόσο πολύ και δεν θέλαμε να το αποχωριστούμε.
Ολ΄ αυτά μου ΄ρχονται στο νου τις μέρες αυτές τις μεταγιορτινές κι αναρωτιέμαι. Το σκεφθήκαμε ποτέ πως θάταν η ζωή μας χωρίς τ΄ ανθίσματα αυτά των παιδικών μας χρόνων; Τα στολίδια τα ηθικά, που σαν αγριολούλουδα την ομορφαίνουν, την αρωματίζουν και της δίνουν αξία και όρεξη να συνεχίσει το δρόμο που είναι ταγμένη απ΄ τον ουρανό. Σαν τοπίο έρημο θα έμοιαζε, δίχως πρασινάδες, αποξηραμένο από αναβρεχιά.
Ας ζήσουμε λοιπόν τις μέρες αυτές τις μεταπασχαλινές με τις όμορφες αναπολήσεις μας, που στις δυσκολίες τις σημερινές είναι ένα βάλσαμο στην ψυχή μας και γλυκαίνουν κάθε μας λύπη και στεναγμό.
Ας λουσθούμε με το ανέσπερο φως της Ανάστασης κι ας προσευχηθούμε το χαρμόσυνο μήνυμά της, να μιλήσει βαθιά στην καρδιά μας, για να στηρίξει τις ελπίδες και την αισιοδοξία μας να συνεχίσουμε τη ζωή μας όσο πιο όμορφα μπορούμε και πιο θαρρετά.