Η θεματική της παιδείας, ενδιαφέρουσα διαχρονικά, καταφέρνει ενίοτε να εισχωρήσει στο πρώτο πλάνο της επικαιρότητας, αφαιρώντας πόντους από την κυρίαρχη οικονομική ειδησεογραφία. Οι αποφάσεις για τις συγχωνεύσεις των σχολείων και οι προτάσεις του Υπουργείου Παιδείας για το «Νέο Λύκειο» και το «Νέο σύστημα εισαγωγής στην ανώτατη εκπαίδευση» τροφοδότησαν τις ατελείωτες, έτσι κι αλλιώς, αντιπαραθέσεις για τα εκπαιδευτικά δρώμενα.
Η άρνηση των τοπικών κοινωνιών να συναινέσουν στις συγχωνεύσεις τροφοδοτήθηκε από την αγάπη για τον τόπο τους και το φόβο της υποβάθμισής του. Το σχολείο κάθε τόπου είναι σημείο αναφοράς για τους κατοίκους κι η απώλειά του δικαιολογεί τις συναισθηματικές αντιδράσεις. Η αντίδραση των κομμάτων πηγάζει περισσότερο από τη συνήθειά τους να λαϊκίζουν, να αρνούνται το καθετί, αναπαράγοντας τις παθογένειες της κοινωνίας μας. Ο σχολικός χάρτης της χώρας όμως δεν μπορεί να παραμένει αναλλοίωτος. Πρέπει να αλλάζει με στόχο την αναβάθμιση των παρεχόμενων εκπαιδευτικών υπηρεσιών, τη βελτίωση των συνθηκών κοινωνικοποίησης των παιδιών αλλά, γιατί όχι, και την εξοικονόμηση πόρων. Χωρίς αμφιβολία, πέρα από τις γενικές τοποθετήσεις, είναι ανάγκη το όλο σχέδιο των συγχωνεύσεων να μελετηθεί τοπικά και στις λεπτομέρειές του. Η καθολική αποδοχή ή η ολοκληρωτική απόρριψή του απλά συνάδει με τον πολιτικό «πολιτισμό» που πρέπει επειγόντως να εγκαταλείψουμε. Η κάθε περίπτωση κατάργησης ή συγχώνευσης είναι ξεχωριστή και έτσι πρέπει να εξετάζεται.
Οι εξαγγελίες για το «νέο» Λύκειο πρέπει να μας απασχολήσουν περισσότερο. Ακόμα μια φορά η αλλαγή που χρειάζεται το εκπαιδευτικό μας σύστημα αναβλήθηκε. Μεγάλα προβλήματα, όπως η εκ θεμελίων ανοικοδόμηση της ουσιαστικά κατεστραμμένης Τεχνολογικής εκπαίδευσης, η αυτονόμηση του Λυκείου από το εισαγωγικό σύστημα στα ΑΕΙ-ΤΕΙ, η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και η εισαγωγή σύγχρονων διδακτικών μεθόδων, η συνολική αξιολόγηση της δουλειάς και του αποτελέσματος όλων των παραγόντων της εκπαίδευσης κ.α., γίνονται αισθητά διά της απουσίας τους. Εξαγγέλθηκε το ρετουσάρισμα του Λυκείου. Οι βελτιώσεις, όπου διαφαίνονται, είναι ανεπαρκείς, ανίκανες να αναμετρηθούν με το μέγεθος του προβλήματος. Οι αλλαγές κινούνται μέσα στα όρια του συστήματος, προσπαθώντας να άρουν κάτι από τις αστοχίες του. Όσα επιχειρούνται δεν θα μας βγάλουν από τη μετριότητα. Στα θετικά πάντως καταγράφονται:
1. Ο θεσμός της ερευνητικής εργασίας (πρότζεκτ). Η επιτυχία του θα κριθεί από την επιμόρφωση του προσωπικού, την παρακολούθηση της εφαρμογής του και την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων σε εύλογο χρόνο.
2. Η αξιολόγηση για τα ΑΕΙ θα αφορά στη συνολική συγκρότηση του μαθητή. Η έλλειψη προκαθορισμένης εξεταστέας ύλης θα αποβλέπει στην εξάλειψη της μηχανικής αποστήθισης. Το είδος των θεμάτων θα παίξει σπουδαίο ρόλο στην υποβάθμιση ή στην πριμοδότηση της παπαγαλίας.
3. Η μείωση των μαθημάτων του αναλυτικού προγράμματος. Ακατανόητη είναι η προσπάθεια του υπουργείου να την εμφανίζει πολύ μεγαλύτερη από ό,τι πραγματικά είναι.
4. Οι ώρες εμβάθυνσης των μαθημάτων που θα επιλέξουν οι μαθητές. Θα βοηθήσουν εκείνους που δυσκολεύονται να πληρώσουν τα φροντιστήρια αλλά και τους υπόλοιπους που θα εμπιστευθούν τους καθηγητές του σχολείου τους. Ο θεσμός των φροντιστηρίων δε θα θιγεί. Οι λόγοι που αυτά επιβλήθηκαν στη κοινωνία είναι ισχυρότατοι και δεν αμβλύνονται από ανεπαρκείς σχεδιασμούς. Ο υποτιμητικός όρος «παραπαιδεία» που τους αποδίδεται δεν τους αρμόζει. Ταιριάζει σ’ εκείνους που με τη ανεπάρκεια της δουλειάς τους δεν τιμούν τη θέση τους στην εκπαίδευση, όπου κι αν εργάζονται, στο δημόσιο ή τον ιδιωτικό χώρο της.
Στα αρνητικά συγκαταλέγονται:
1. Η έλλειψη διδακτικής πρότασης. Θα παραμείνουμε δυστυχώς στην πατροπαράδοτη μετωπική διδασκαλία.
2. Η έλλειψη νέου διδακτικού υλικού.
3. Η διατήρηση του μοντέλου των πανελλαδικών. Η διαιώνιση της λειτουργίας του Λυκείου ως πεδίου εξεταστικού ανταγωνισμού και ως προθάλαμου εισαγωγής στα ΑΕΙ είναι εξασφαλισμένη.
4. Ο συνυπολογισμός της βαθμολογίας, τουλάχιστον των δύο τελευταίων τάξεων του Λυκείου, στον υπολογισμό του βαθμού πρόσβασης για την εισαγωγή στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Η βαθμοθηρία θα ενταθεί και η πλασματική αξιολόγηση των μαθητών θα ενισχυθεί περαιτέρω.
Ακόμα μια φορά χάνουμε το μέγιστο και το αναγκαίο. Περιορίζουμε τη συζήτηση στα μικρά και δυστυχώς παραμένουμε σ’ αυτά. «Η παιδεία του τόπου είναι η μέγιστη επένδυση που μπορεί να κάνει ένας λαός». Χιλιοειπωμένη διαπίστωση που συνθηματικά επαναλαμβανόμενη ευτελίστηκε κι αυτή. Μέχρι να κατανοηθεί πως εκτός από σύνθημα είναι και αδήριτη αναγκαιότητα, θα αγωνιζόμαστε για τη μεγάλη τομή που από χρόνια έχει ανάγκη η εκπαίδευση.
Ο Αντώνης Σούρμπης είναι εκπαιδευτικός, μέλος της Δημοκρατικής Αριστεράς