Άλλοτε οι επιθέσεις και οι προπηλακισμοί κατά πολιτικών προσώπων θεωρούνταν «τραμπουκισμοί» και ενέργειες καταδικαστέες από πολιτική και από κοινωνική άποψη. Σήμερα ερμηνεύονται ως λαϊκή αγανάκτηση και οργή των πολιτών εναντίον εκείνων που θεωρούνται υπεύθυνοι για την πολιτική και κοινωνική κρίση που βιώνει ο τόπος.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κάθε πράξη βίας πρέπει να αντιμετωπίζεται με περίσκεψη και συνήθως καταδικάζεται ως κοινωνικά απαράδεκτη. Βασική προϋπόθεση γι’ αυτό θα μπορούσε να τεθεί η αναζήτηση των αιτίων. Υπάρχουν αιτίες που δικαιολογούν τη βία και πολλές φορές αυτή εκδηλώνεται σαν απάντηση σε παρόμοια συμπεριφορά. Έχουμε δηλαδή το φαινόμενο της βίας και της αντιβίας. Για παράδειγμα, στη βία που ασκεί η πολιτική εξουσία ενάντια στα λαϊκά συμφέροντα και στο δίκιο των πολιτών, με νόμους και αντισυνταγματικά μέτρα άκρως καταπιεστικά, ο λαϊκός άνθρωπος απαντάει συχνά με ανάλογες ενέργειες.
Στις μέρες μας αυτό το φαινόμενο άρχισε να παίρνει ενδημική μορφή. Άπειρα τα παραδείγματα λεκτικών ή και έμπρακτων προπηλακισμών εναντίον πολιτικών προσώπων που θεωρούνται υπεύθυνα για τη σημερινή οικονομική μας κατάσταση.
Οπωσδήποτε η κρίση έπαιξε το ρόλο της. Ο εκνευρισμός και η ανασφάλεια των πολιτών είναι έκδηλοι. Δεν είναι απλό πράγμα, μήνα με το μήνα, να βλέπεις τον κύκλο εργασιών σου να συρρικνώνεται, τα έσοδα να μειώνονται, τα έξοδα να τρέχουν ίδια, αν όχι προσαυξημένα, να μένεις από τη μια μέρα στην άλλη άνεργος, να σου κόβουν μισθό ή σύνταξη και παράλληλα να σου ζητούν να πληρώνεις όλο και περισσότερους φόρους, ενώ το μέλλον σου να προδιαγράφεται σταθερά καθοδικό και αβέβαιο.
Η τηλεόραση μεταδίδει σκηνές της καθημερινής ταλαιπωρίας και της ανέχειας που βιώνουν οι πολίτες. Βλέπεις πρόσωπα προβληματισμένα, μελαγχολικά, θλιμμένα, χωρίς καμιά αισιόδοξη λάμψη στα μάτια, να περιφέρονται στους δρόμους και στις αγορές, να περιμένουν μοιρολατρικά στις «ουρές» των ασφαλιστικών ταμείων και της ανεργίας. Και αναρωτιέσαι: πώς μας έφτασαν σ’ αυτό το σημείο; Πώς τους αφήσαμε να μας φέρουν στα όρια της εξαθλίωσης και της αναξιοπρέπειας;
Αυτό είναι μια κατάσταση στην οποία έχουμε περιέλθει όλοι, άλλος λιγότερο, άλλος περισσότερο. Μια νέα πραγματικότητα στην οποία καλούμαστε να αντεπεξέλθουμε. Αν μέσα σ’ όλα αυτά τα προβλήματα αρχίσουμε να εκδηλώνουμε το θυμό μας ανεξέλεγκτα, θα γίνουμε ζούγκλα. Συμφωνούμε όλοι σ’ αυτό, ακόμα κι εκείνοι που καταφεύγουν στη βία.
Αλλά όταν η ανασφάλεια αποτελεί πλέον το κλίμα μέσα στο οποίο ζούμε, όταν ο δημόσιος διάλογος χάνει κάθε ουσία και νόημα, τότε ο πολίτης μετέρχεται και αντιδημοκρατικές μεθόδους για να εκδηλώσει την αγανάκτησή του. Η βία γίνεται το υπόβαθρο της ανασφάλειας.
Για πρώτη φορά έχουμε τόσες συσσωρευμένες εκδηλώσεις βίας, ανεξαρτήτως των κινήτρων τους, ανεξαρτήτως των χώρων απ’ όπου αυτή προέρχεται. Κάποτε θα έπεφταν θύματα και πολιτικοί άνδρες. Είναι μια βία τυφλή, μερικές φορές τυφλή και ως προς τους στόχους, μερικές φορές τυφλή και ως προς την προέλευση. Από τη βία που ασκεί η εξουσία εναντίον των πολιτών, μέχρι τη βία των πολιτών ενάντια στην εξουσία, διακρίνει κανείς πολλά κοινά στοιχεία. Δεν προτιμώ τους συμψηφισμούς και τις γενικεύσεις. Ούτε πιστεύω ότι όλες οι μορφές βίας είναι ίδιες. Αλλά είναι διαπιστωμένο ότι η βία οδηγεί σε άλλη βία. Οδηγεί στην αντιβία, κάτι που συνδέεται με το πρωτόγονο στοιχείο της ανασφάλειας που δεν είναι άλλο από το να νιώθεις ότι είσαι έρμαιο της τύχης και ανεξέλεγκτων, από σένα, δυνάμεων.
Δεν προσπαθώ να δικαιολογήσω τις πράξεις λαϊκής αγανάκτησης που εκδηλώνονται με βιαιότητα. Ο Έλληνας είναι εχθρός της πειθαρχίας και των κανόνων. Πόσο μάλλον όμως όταν οι κανόνες αυτοί επιβάλλονται με τόσο βάναυσα αντιλαϊκά μέτρα, που ανατρέπουν τη ζωή των πολιτών. Αλλά ο αντικονφορμισμός μας πολλές φορές είναι περίεργος. Σαν στάση πολιτική προϋποθέτει τόλμη και φαντασία. Υπό ορισμένες προϋποθέσεις ο αντικονφορμισμός είναι μια γόνιμη ανταρσία, γιατί δικαιώνεται με τη δημιουργικότητα και την επινοητικότητα της αντίθεσης. Νοείται όμως αντίθεση χωρίς θέση; Έτσι συχνά ξεπέφτει σε αυτοσκοπό και φυσικά χρησιμοποιεί τα πιο ευτελή και τα πιο απαράδεκτα μέσα, αδιαφορώντας αν με τον τρόπο αυτόν εκφυλίζεται σε στείρα αντίδραση. Ουσιαστικά όμως πρόκειται για παθητική αντίδραση, γιατί δεν εκφράζεται με πολιτικά μέσα και με δημοκρατικές διαδικασίες, όπως είναι η λαϊκή ψήφος, η οποία χωρίς βίαιες πράξεις μπορεί να παραμερίσει και να θέσει στο περιθώριο τους ανεπιθύμητους πολιτικούς.
Φυσικά κάποιοι πολιτικοί άνδρες δεν είναι άμοιροι ευθυνών γι’ αυτή τη σύγχυση των πολιτών που εκδηλώνεται βίαια. Κατάφεραν μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα να γίνουν από αντιπαθητικοί και αναξιόπιστοι, οι πιο μισητοί σ’ αυτή τη χώρα. Με τη στρατηγική, του άλλα υποσχόμαστε και άλλα πράττουμε, ανέπτυξαν μια ευτελέστατης μορφής πολιτική πρακτική, που κρύβει όλες τις ιδιοτέλειες και τις σκοπιμότητες που μπορεί να φανταστεί κανείς.
Όσο η κατάσταση αυτή θα επικρατεί και οι πολιτικοί ηγέτες μας θα εξακολουθούν να προκαλούν την κοινή λογική, τόσο θα εκφυλίζεται ο δημοκρατικός βίος του τόπου, καθώς θα βυθίζεται διαρκώς στον φαύλο κύκλο της βίας και της αντιβίας.
Όσο θα καταργούν επιδόματα από αναπήρους και ορφανά, θα κόβουν τα φάρμακα και το ΕΚΑΣ από φτωχούς γέρους για να πεθάνουν, θα υποβαθμίζουν τις κοινωνικές υπηρεσίες και την Παιδεία και θα δίνουν εκατοντάδες εκατομμυρίων ευρώ στις τράπεζες και στο... Μέγαρο Μουσικής, τόσο θα διογκώνεται η λαϊκή αγανάκτηση. Και φυσικά, όσο θα συνεχίζουν να λένε ψέματα στον κόσμο, όσο θα καταργούν βασικά κοινωνικά δικαιώματα και θα παραβιάζονται βασικές συνταγματικές διατάξεις (βλέπε περίπτωση Μνημονίου), τόσο οι αντιδράσεις των πολιτών θα εντείνονται και θα δικαιώνονται από τα αίτια που τις προκαλούν.