Μέσα από τους σωρούς των ερειπίων και από τις φοβερές καταστροφές, που άφησε πίσω του ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, ξεπήδησε η ιδέα της ίδρυσης ενός Οργανισμού, μιας Κοινότητας αμοιβαίων συμφερόντων, που θα έφερνε τους λαούς της Ευρώπης πιο κοντά προς την αλληλοκατανόηση και συνεργασία και θα τους απομάκρυνε από την σκέψη να ξαναβρεθούν αντιμέτωποι στα πεδία των μαχών για την επίλυση μικρών ή μεγάλων προβλημάτων. Έτσι μια μικρή ομάδα φωτισμένων Ευρωπαίων ηγετών συναντήθηκαν το 1957 στη Ρώμη και είπαν «όχι πια πόλεμος» και «ναι στην ειρήνη, στη συνεργασία και ευημερία των λαών». Ο μηχανισμός που θα αναλάμβανε την εκπλήρωση της επιθυμίας αυτής δεν ήταν άλλος από την γνωστή σ’ όλους Ε.Ο.Κ. (Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα), που μετεξελίχθηκε σε Ε.Κ. (Ευρωπαϊκές Κοινότητες) και στη συνέχεια έλαβε τη σημερινή της μορφή, την ονομασία Ε.Ε. (Ευρωπαϊκή Ένωση). Αυτά ως μια μικρή ιστορική αναδρομή για να ιδούμε, τι επιτεύχθηκε από τότε και πώς διαγράφεται το μέλλον αυτής της Ένωσης, που ξεκίνησε με έξι χώρες (Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Βέλγιο, Ολλανδία και Λουξεμβούργο) και έφθασε να αριθμεί σήμερα τις 27 χώρες.
Χωρίς αμφιβολία το εγχείρημα αυτό χάρισε στην Ευρώπη μια μακρά περίοδο ειρήνης μέχρι σήμερα, έφερε τους ευρωπαϊκούς λαούς σε στενή συνεργασία και ανέβασε αρκετά το βιοτικό τους επίπεδο. Το χθες της ΕΟΚ υπήρξε καρποφόρο και ευνοϊκό για τη χώρα μας, αφού χάρη στα κονδύλια που άντλησε απ’ αυτή η χώρα μας κατασκευάστηκαν πλείστα όσα έργα υποδομής και δεν έμεινε ούτε ένα χωριό χωρίς ασφαλτόδρομο, υδραγωγείο κ.λπ. Η χώρα μας εισήλθε αναμφίβολα σε μια τροχιά ανάπτυξης και όλοι οι κάτοικοί της έζησαν καλύτερες από προϊόν μέρες και απόλαυσαν σχεδόν πάντες τα αγαθά της σύγχρονης τεχνολογίας. Η Ελλάδα εισήλθε στην ομάδα των ισχυρών κρατών, απέκτησε γόητρο και έγινε υπολογίσιμη δύναμη με αναβαθμισμένο τον ρόλο της στα Βαλκάνια και όχι μόνον. Κατάφερε να εισέλθει ακόμα και στον σκληρό πυρήνα της Ένωσης, δηλαδή στην Ευρωζώνη, ανεξάρτητα από τις σημερινές διχογνωμίες για το πόσο ωφέλησε ή έβλαψε τη χώρα μας αυτή η εισδοχή μας συνεπεία των χειρισμών των ιθυνόντων. Και ενώ όλα έβαιναν προς τον τελικό στόχο, προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, δηλαδή προς την πολιτική ένωση, διακόπηκαν οι εργασίες για την οριστική εκπόνηση ενός σχεδίου συνταγματικής συνθήκης. Έτσι δεν στήθηκαν ούτε οι δύο βασικοί πυλώνες της κοινής εξωτερικής πολιτικής και της κοινής άμυνας, με αποτέλεσμα να παγώσουν οι περαιτέρω διαδικασίες για την κατάκτηση του μεγάλου στόχου, κυρίως μετά την οικονομική κρίση του 2008.
Το σήμερα της Ε.Ε. δεν ενθουσιάζει κανέναν, γιατί η ίδια δεν εκπέμπει δυναμισμό, δεν συγκινεί τους υπόλοιπους ευρωπαϊκούς λαούς, όσον παλαιότερα, να επιδιώξουν την εισδοχή τους σ’ αυτήν. Και τούτο διότι ξύπνησαν τα εθνικά συμφέροντα των οικονομικά ισχυρών κρατών – μελών της Ε.Ε., τα οποία δεν είναι διατειθεμένα να ασπασθούν χωρίς περιορισμούς την αρχή της αλληλεγγύης, που επιβάλλει ο καταστατικός χάρτης της Ε.Ε. καθώς βλέπουν τις αδύναμες χώρες να σπαταλούν πολλές φορές τους πόρους προκλητικά και να προβαίνουν σε παροχές πέραν των δημοσιονομικών. Ο τόπος, αντί να καλλιεργεί κλίμα προσέγγισης των διισταμένων απόψεων και να συμβάλλει στην περαιτέρω σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ των λαών της Ε.Ε., ενσπείρει διαρκώς ζιζάνια, που δεν αφήνουν το δέντρο της αλληλεγγύης να βλαστήσει, όσον αναμένονταν. Οι ηγέτες, των ισχυρών οικονομιών μουδιασμένοι από την κριτική του Τύπου και φοβούμενοι το πολιτικό σε βάρος τους κόστος προβαίνουν σε παροχές με το σταγονόμετρο, αποκαρδιώνοντας όσους κρούουν τη θύρα για βοήθεια. Και ασφαλώς δεν είναι παραδεκτό άλλοι να εργάζονται σκληρά και άλλοι να σπαταλούν τα δανεικά: Ωστόσο η χώρα μας αποκάλυψε με πολλά σημάδια ότι θα εκπληρώσει στο ακέραιο τις υποχρεώσεις της, φθάνει οι δανειστές μας να αντιληφθούν ότι υπάρχουν και όρια αντοχής και οι απαιτήσεις τους θα πρέπει να μετριασθούν.
Το αύριο της Ε.Ε. θα είναι ζοφερό, αν επιτρέψει να καταστραφούν οι οικονομίες των μικρών και πτωχότερων κρατών – μελών της, όπως είναι η χώρα μας, η Ιρλανδία, η Πορτογαλία και ποιος ξέρει αύριο ποιες άλλες. Τυχόν αποπομπή μας από την Ευρωζώνη, πράγμα μάλλον απίθανο, θα σήμανε, όπως πολλοί έγκυροι οικονομικοί αναλυτές προβλέπουν, την αρχή του ξηλώματος του πουλόβερ και τελικά τη διάλυση μιας Ένωσης, που επί πενήντα και πλέον έτη αγωνίζεται να κρατηθεί στα πόδια της και να ωφελήσει πολύπλευρα τους λαούς της, για να μην βρεθούν και πάλι στη δίνη των παράλογων ανταγωνισμών. Η 25η Μαρτίου θα δείξει κατά πόσον οι ηγέτες της Ε.Ε. έχουν πάρει τα μηνύματα των καιρών και αν επιθυμούν ειλικρινά την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, η οποία χωρίς αμφιβολία απομακρύνεται εξαιτίας της ηγεμονικής συμπεριφοράς των ισχυρών της Ένωσης.
Ο δρ. Ι. Παπαδημόπουλος είναι δικηγόρος, πρώην βουλευτής της ΝΔ