* Του Μανουλάκα Βασίλη, Ψυχολόγου
manoulakaspsy@gmail.com
Η κατάθλιψη είναι ένα πρόβλημα, που βρίσκεται σε έξαρση τη σημερινή εποχή και συνήθως αποτελεί θέμα ταμπού στη χώρα μας. Ίσως, γιατί έτσι πιστεύουμε πως δεν συμβαίνει ή δεν θα συμβεί σε μας, στην οικογένειά μας ή στους φίλους μας. Είναι κάτι που, ναι, συμβαίνει, αλλά σε κάποιους άλλους! Σε αυτούς που είναι αρκετά έξω από μας και την πραγματικότητά μας. Αλλά ας δούμε πρώτα τι πραγματικά σημαίνει κατάθλιψη.
Όταν αναφερόμαστε καθημερινά σε αυτή, αναφερόμαστε σε ένα έντονο συναίσθημα λύπης, συνήθως παροδικό. Όταν όμως μιλάμε για κατάθλιψη με την κλινική σημασία του όρου, τότε εννοούμε κάτι αρκετά πιο σύνθετο. Μιλάμε για μια διαταραχή που αποτελείται από επεισόδια συνεχούς καταθλιπτικής διάθεσης, απώλειας του ενδιαφέροντος ή της ευχαρίστησης από δραστηριότητες που παλαιότερα το άτομο εκτελούσε ευχάριστα, ενώ μπορεί να συνοδεύεται από διαταραχή της όρεξης, του βάρους, του ύπνου, από αισθήματα κόπωσης ή απώλεια της ενεργητικότητας, αυξημένα αισθήματα αναξιότητας και ενοχής, μείωση της συγκέντρωσης, αναποφασιστικότητα. Μπορεί να παρατηρηθούν επαναλαμβανόμενες σκέψεις θανάτου (π.χ. αν πέθαινα το μαρτύριό μου θα τελείωνε), αυτοκτονικός ιδεασμός (π.χ. η αυτοκτονία είναι η μόνη λύση) ή ακόμα και απόπειρες αυτοκτονίας. Για να διαγνωστεί η κατάθλιψη, τα συμπτώματα θα πρέπει να έχουν διάρκεια δύο εβδομάδων τουλάχιστον και να προκαλούν στο άτομο έντονη υποκειμενική ενόχληση ή να το παρεμποδίζουν στον κοινωνικό, επαγγελματικό ή άλλους σημαντικούς τομείς της ζωής του.
Μπορούμε επίσης να προσδιορίσουμε τη βαρύτητα, την ύφεση, τη χρονιότητα, την εποχική εμφάνιση, ενώ υπάρχει και η επιλόχεια μορφή της, η οποία εμφανίζεται μέσα στις πρώτες τέσσερις εβδομάδες της λοχείας. Η κατάθλιψη ταλαιπωρεί πιο συχνά τις γυναίκες από τους άντρες, αν και οι άντρες αργούν περισσότερο να ζητήσουν βοήθεια.
Η κατάθλιψη μπορεί να προσβάλλει και τα παιδιά, που όμως εμφανίζουν διαφορετικά συμπτώματα από τους ενήλικες, και για αυτό χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή από γονείς και δασκάλους στον εντοπισμό τους. Μπορεί να προσποιούνται ότι είναι άρρωστα, να εμφανίζουν αρνητικές συμπεριφορές ή να αρνούνται να πάνε στο σχολείο, να φοβούνται ότι οι γονείς τους θα πεθάνουν ή να εμφανίζουν έντονη εξάρτηση από αυτούς. Πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση ώστε να αναγνωρίσουμε έγκαιρα το πρόβλημα και να αναζητήσουμε άμεσα θεραπευτική βοήθεια.
Συχνότερες συνέπειες της κατάθλιψης αποτελούν η έντονη απαισιοδοξία, η αδρανοποίηση και η απελπισία, που οδηγούν το άτομο στη σταδιακή διακοπή πολλών δραστηριοτήτων της καθημερινότητάς του και το καθιστούν αδύναμο να συνεχίσει τη ζωή του με την ίδια λειτουργικότητα που είχε πριν. Το πιο σημαντικό σημείο, όμως, αποτελεί το γεγονός ότι πολλές φορές η διάθεση αυτή παραίτησης εμποδίζει το άτομο να αναγνωρίσει το πρόβλημα, να ζητήσει βοήθεια και να εμπλακεί ενεργά στη θεραπεία του. Έτσι, είναι ουσιώδες το ίδιο το περιβάλλον του ατόμου να λειτουργήσει υποστηρικτικά και να το ενθαρρύνει προς αυτή την κατεύθυνση.
Ένας εύκολος τρόπος για να κατανοήσουμε τη σημαντικότητα της θεραπείας είναι να το αντιμετωπίσουμε όπως οποιαδήποτε ασθένεια. Για παράδειγμα, κάποιος που ταλαιπωρείται από έντονα συμπτώματα γρίπης, το πρώτο πράγμα που, συνήθως, κάνει είναι να περιμένει να περάσουν. Όταν όμως δει πως δεν περνάνε, τότε θα αναζητήσει βοήθεια σε κάποιον παθολόγο, ο οποίος, με τη σειρά του, αφού καταλήξει σε κάποια διάγνωση, θα προτείνει μια θεραπευτική αγωγή. Το άτομο στην περίπτωση αυτή, πιθανότατα, θα τηρήσει τη θεραπευτική αγωγή, με αποτέλεσμα τη σταδιακή μείωση και, τέλος, την ίαση της ασθένειας.
Πρέπει λοιπόν να καταλάβουμε πως η κατάθλιψη δεν είναι τίποτα άλλο, από μια ασθένεια που μας ταλαιπωρεί, και για την οποία υπάρχουν διάφορες θεραπευτικές προτάσεις. Οι πιο συχνές είναι οι φαρμακευτικές και οι ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις. Το πρώτο και πιο σημαντικό βήμα, όμως, είναι η αναγνώριση του προβλήματος, απαραίτητα από το ίδιο το άτομο και, ιδανικά, από το κοντινό του περιβάλλον. Μια αναγνώριση δίχως προκαταλήψεις και ενοχές, δίχως επιπλέον βάρος σε κάποιον που ήδη έχει φορτωθεί αρκετά στην ψυχοσύνθεσή του. Άλλωστε, ας μην ξεχνάμε, πως οι κοντινοί του άνθρωποι έχουν βάλει κι αυτοί το λιθαράκι τους στη δημιουργία του προβλήματος.
Η καλύτερη αντιμετώπιση είναι πρωταρχικά η ενημέρωση από κάποιον ειδικό για την κατάθλιψη, ώστε να μπορέσουμε να την απομυθοποιήσουμε. Στη συνέχεια, μπορούμε να αναζητήσουμε ψυχοθεραπευτική βοήθεια και να επικεντρωθούμε στα ζητήματα που μας ταλανίζουν στην παρούσα φάση και πιθανόν συντηρούν το πρόβλημα, ενώ στην πορεία μπορούμε να σκάψουμε πιο βαθιά για τις ρίζες του στο παρελθόν μας. Εναλλακτικά, και συχνά συμπληρωματικά, μια καλά προγραμματισμένη φαρμακευτική αγωγή μπορεί να ανακουφίσει τα έντονα συμπτώματα, αν και, εκτός συγκεκριμένων εξαιρέσεων, δεν μπορεί να εγγυηθεί μακροχρόνια πρόοδο, καθώς το άτομο δεν μαθαίνει να στηρίζεται στον εαυτό του αναπτύσσοντας δικούς του μηχανισμούς απάντησης στο πρόβλημα.
Εν κατακλείδι, το πρώτο βήμα προς την αντιμετώπιση του προβλήματος, είναι να ενημερωθούμε σωστά για το τι συμβαίνει σε μας ή στο κοντινό μας άνθρωπο και, στη συνέχεια, να αποφασίσουμε ποια θεραπευτική παρέμβαση είναι η καλύτερη επιλογή για μας. Το βέβαιο είναι πως λύσεις υπάρχουν και το μόνο που απομένει είναι η απόφαση να τις ακολουθήσουμε.