* Του Στέλιου Παπαθεμελή
προέδρου Δημοκρατικής Αναγέννησης
Και ξαφνικά, στην άνυδρη και χέρσα ελληνική γη, φυτρώνουν (τουλάχιστον) 30.000 «φρουτάκια», συν 50 ιστοσελίδες διαδικτυακού στοιχήματος. Ω, τι ευτυχία, για τους εμπόρους του τζόγου!
Τώρα κάθε γειτονιά θα έχει τον «κουλοχέρη» της. Άνθρωποι κάθε ηλικίας και προ παντός έφηβοι και νέοι θα έχουν τον πειρασμό μπροστά στα πόδια τους.
Και βεβαίως ενός κακού μύρια έπονται.
Οι τροϊκανοί στοχεύουν σε έσοδα 500 εκατομμυρίων ευρώ από την αδειοδότηση των τυχερών παιχνιδιών και άλλων 200 εκατομμυρίων ευρώ από τα ετήσια δικαιώματα. Αυτό βαραίνει και στην έμφοβη και σαστισμένη Κυβέρνηση, που πιάνεται απ’ τα μαλλιά της, για να βρει έσοδα.Η τελευταία φάση της ιστορίας του ηλεκτρονικού τζόγου πέρασε από διάφορα στάδια.
Τον Μάρτιο του 1995, με αποφάσεις του γράφοντος ως υπουργού Δημοσίας Τάξεως, τα φερόμενα μέχρι τότε ως τεχνικά ψυχαγωγικά παιχνίδια Real Magic, Golden Real Magic και «Μακεδονία 4000», δηλαδή ο κύριος όγκος των ηλεκτρονικών παιχνιδιών μετατάχθηκαν στην τάξη των τυχερών και έτσι στην πράξη απαγορεύθηκαν.
Καθώς όμως λίγες μέρες αργότερα ο εισηγητής των μέτρων εξαναγκάσθηκε σε παραίτηση, το μέτρο ατόνησε πολύ γρήγορα, ενώ απέκτησε θηριώδεις διαστάσεις η λειτουργία των τυχερών.
Η κατάσταση υποχρέωσε αργότερα την Κυβέρνηση Σημίτη να φέρει το νόμο 3037/02, με τον οποίο θέσπισε απόλυτη απαγόρευση των ηλεκτρονικών παιχνιδιών.
Τα ρυθμιστικά κενά και η ανεκτικότητα των δημόσιων αρχών ευνόησαν τα έκτοτε χρόνια την παράνομη αγορά και λειτουργία τυχερών παιχνιδιών, καθώς επίσης και την εξάπλωση του ηλεκτρονικού στοιχήματος. Εκτιμάται ότι σήμερα λειτουργούν περισσότεροι από 250 διαδικτυακοί τόποι στοιχηματισμού και πάνω από 20.000 τεχνικά -λέει- αλλά σίγουρα εύκολα μεταλλασσόμενα σε τυχερά ηλεκτρονικά παίγνια.
Η ratio legis της εξαγγελθείσης επαναφοράς του ηλεκτρονικού τζόγου, είναι η απόφαση του ΔΕΚ του Λουξεμβούργου, το οποίο έκρινε τη γενική απαγόρευση που θέσπισε ο Ν. 3037/02 ως μέτρο δυσανάλογο προς τον επιδιωκόμενο σκοπό και αντιπρότεινε τη χρησιμοποίηση λιγότερο περιοριστικών μέτρων.
Η ανάδειξη της τύχης ως εισπρακτικού – αν μη και αναπτυξιακού- μέτρου, δεν συνιστά μια σοβαρή ευνομούμενη πολιτεία.
Αλλά για την εξουσία προέχει το γε νυν, η είσπραξη. Λένε ότι ο τζίρος των τυχερών είναι πάνω από 4 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Και αυτός παρά την ραγδαίως κλιμακούμενη δυσπραγία, ή μάλλον εξαιτίας της, όλα δείχνουν ότι θα αυξηθεί. Η προσφυγή στην τύχη ως διέξοδος στα πολλαπλά αδιέξοδα, καλλιεργεί ψευδαισθήσεις και αποπροσανατολίζει, ενώ προκαλεί αυτοκαταστροφικό εθισμό στα νέα παιδιά.
Στον «Παίκτη» του Ντοστογιέφσκι, ο μίστερ Άστλεϊ λέει στον κεντρικό ήρωα και παθιασμένο παίκτη:
«Αποναρκωθήκατε, όχι μονάχα απαρνηθήκατε τη ζωή, τα συμφέροντά σας, τα προσωπικά και τα κοινωνικά, τα καθήκοντά σας σαν πολίτης και σαν άνθρωπος, τους φίλους σας (που μολαταύτα είχατε) – όχι μονάχα απαρνηθήκατε κάθε σκοπό εξόν απ’ το παιχνίδι – μα απαρνηθήκατε κι αυτές ακόμη τις αναμνήσεις σας».
Οι συνταγές και οι εντολές του ΔΝΤ απεργάζονται πολλά κοινωνικά ερείπια και, αν δεν «τσακισθεί» αυτό από τον τόπο μας, δεν θα δούμε άσπρη μέρα.
Ο λόρδος Βύρων σε γράμμα του στις 2 Δεκεμβρίου του 1823 προς τον Μαυροκορδάτο, του έλεγε τα εξής σοφά και –φευ- άκρως επίκαιρα σήμερα:
«Η Ελλάς βρίσκεται μπροστά σε τρεις δυνατότητες: ή να ανακτήσει την ελευθερία, ή να γίνει υποτελής των Ευρωπαίων ηγεμόνων, ή να καταντήσει πάλιν μία τουρκική επαρχία. Δεν έχει να διαλέξει παρά ένα από τα τρία».
Και συνεχίζει ο ποιητής: «Αλλά νομίζω ότι ο εμφύλιος πόλεμος είναι ο δρόμος που οδηγεί στα δύο τελευταία. Αν ζηλώσει την τύχη της Βλαχίας και της Κριμαίας, μπορεί να την έχει μεθαύριο. Αν όμως θέλει η Ελλάς να γίνει για πάντα ελεύθερη και ανεξάρτητη, πρέπει να το αποφασίσει τώρα ή δεν θα έχει πια την ευκαιρία...».