Από τον Κων/νο Παπακωνσταντίνου
Χριστούγεννα με τους συγγενείς; Ψυχραιμία και υπομονή. Είν’ αλήθεια, πώς τα Χριστούγεννα είναι μια κατ’ εξοχήν οικογενειακή γιορτή. Έχει κι αυτή τις χαρές της, όσο κι αν υποκρύπτει απρόοπτα και εκπλήξεις. Όλα τα μέλη της οικογένειας, συγκεντρώνονται γύρω από το γιορταστικά στολισμένο τραπέζι. Είναι άλλωστε ευκαιρία αφού το δόλιο έπιπλο-τραπέζι, ολοχρονίς σπάνια έχει τη δόξα συγκέντρωσης συνδαιτυμόνων. Γιατί όλα τα μέλη της οικογένειας, χάνονται αρπάζοντας πεταχτά κάτι από το ψυγείο, ή μασώντας όρθιοι στα πόδια. Δουλειές, σχολείο, υποχρεώσεις... πάει κι αυτή η παράδοση.
Τραπέζι λοιπόν χριστουγεννιάτικο. Καμιά φορά σκέπτεται κανείς να τ’ αποφύγει. Και μαζί μ’ αυτό την κούραση της προετοιμασίας, τις εντάσεις, τα οικογενειακά άπλυτα, που απρόσμενα αρχίζουν να βγαίνουν στη φόρα, όταν οι γλώσσες λύνονται κι αρχίζει να μιλάει το κρασί.
Δεν γίνεται όμως να τ’ αποφύγουμε. Γι’ αυτό ας βρούμε όλοι μας έναν τρόπο να βγάλουμε τον καλό μας εαυτό, έτσι για να περάσει ήρεμα η χρονιάρα αυτή μέρα. Να παίξει ο καθένας σωστά το ρόλο του, ώστε η σύναξη των συγγενών, να μην προκαλέσει δονήσεις ανεπιθύμητες.
Καθένας έχει να παίξει το ρόλο του. Πρώτη βαλλόμενη η μητέρα. Σαν τιμωρία βλέπει τούτη τη σύναξη. Λες και δεν της έφθανε το άγχος και το στρες όλη τη χρονιά που πέρασε. Άντε τώρα να σταθεί από την προηγούμενη στην κουζίνα, να επιλέξει και ν’ αγοράσει δώρα για τον καθέναν. Και να ’ναι έτοιμη ν’ ακούσει τα σχολιανά της, γιατί κάποιον δεν ικανοποίησε η προσφορά. Να τη φάει η φασίνα, γιατί πρέπει να συνδυάσει το πάρτι του κανακάρη της, με το καθάρισμα, την ευπρέπεια και τη διακόσμηση του σπιτιού σύμφωνα με τα γούστα των παιδιών. Να κρατήσει ισορροπίες. Να παίξει το ρόλο του βράχου, που όλα τα κύματα ξεσπούν πάνω της. Να κοντρολάρει αψιμαχίες με τον άνδρα της. Πώς να ικανοποιήσει όλους και όλα; Ένα μακρόσυρτο αχ... βγαίνει με ικανοποίηση, σαν όλα τελειώσουν και πάρουν τον γνώριμο ρυθμό τους.
Για τον πατέρα τα πράγματα είναι πιο βολικά. Αυτός ο δόλιος θέλει την ηρεμία, που συχνά δεν την απολαμβάνει. Στο τραπέζι των συγγενών καλείται κι αυτός να προσφέρει. Κι εκεί κάπου χαλάει η δουλειά. Άντε να πάει στη λαϊκή, ν’ αγοράσει το δέντρο, να το φορτώσει με λαμπιόνια, να φροντίσει το τζάκι, τα ποτά... να φορέσει κι αυτός το γλυκό χαμόγελο της μέρας. Δεν έχει καφενείο και ξεπορτίσματα. Εδώ. Να παίξει κι αυτός το ρόλο του, τ’ αρέσει δεν τ’ αρέσει. Και τα παιδιά πού είναι; Σαν δεν έχουν σχολείο, χάθηκαν από το πρωί.
Έχουμε και τα πεθερικά. Και οι πεθερές το χούι δεν τ’ αφήνουν. Μύτη, μάτια κι ακοή, σε εγρήγορση. Η πεθερά εκ προοιμίου ξέρει πολύ καλύτερα, την παράδοση, την οργάνωση, το στήσιμο του τραπεζιού. Και μια που είμαστε όλοι μαζεμένοι, καιρός είναι να ξεφουρνίσει τη δική της γνώμη, επί παντός επιστητού. Την αντίθεσή της για τα «καρφάκια» στα μαλλιά του εγγονού ή για το ασίγαστο κινητό της εγγονής. Εσείς μπορεί να βάλατε τα δυνατά σας να είναι όλα «εν τάξει». Αμ, δε. Η πεθερά κάποιο ψεγάδι θα βρει ή κάποια παράλειψη για να σας χαλάσει το κέφι. Βέβαια η νύφη το ξέρει, πως η πεθερά θα ήθελε να πει απερίφραστα: «Δεν σε χωνεύω, που μ’ άρπαξες τον γιό μου». Γι’ αυτό και όλο μ’ ένα φτιαχτό χαμόγελο και με ζόρικη ευγένεια, πάει να προσπεράσει τους σκοπέλους. Δόλια γυναίκα! Όταν είσαι νέα, δεν σε θέλει η πεθερά. Όταν γεράσεις δεν σε θέλει η νύφη.
Στο απυρόβλητο κάθεται ο πεθερός, ο παππούς. Τ’ άσπρο του σοφό κεφάλι έχει δει κι έχει περάσει πολλά. Πιάνει λοιπόν την κουνιστή πολυθρόνα και την εφημερίδα και καρτερά την ώρα της ευωχίας. «Ας τα βρουν οι γυναίκες μόνες τους» λέει και υπομειδιά κάτω από το παχύ μουστάκι του.
Όσο για τα παιδιά, το γιορτινό τραπέζι των Χριστουγέννων, θα προτιμούσαν να τ’ αποφύγουν. Πιο άδολοι και αγνοί από τους μεγάλους, απεχθάνονται την υποκρισία, τα βεβιασμένα χαμόγελα, τη μανία της υπερκατανάλωσης των μεγάλων, την ανούσια ανταλλαγή δώρων. Βάλσαμο στη βαριεστημάρα τους, θα μπορούσε να είναι κανένα φακελάκι με μετρητά (τα μεταφράζεις σ’ ό,τι θέλεις) ή το κλειδί του αυτοκινήτου του μπαμπά, για καμιά βόλτα με τους φίλους ή με το αμόρε...
Καμιά φορά παρίσταται στο οικογενειακό τραπέζι και ο άγαμος θείος Σκρουτζ. Αναγκαστική η πρόσκληση. Πού να γιορτάσει μόνος του; Ευγενής η διάθεση, αλλά το αποτέλεσμα εκνευρισμός. Ορκισμένος τσιγκούνης, παρά το χοντρό του κομπόδεμα. Τα δώρα του λίγα κι ευτελή. Μεγάλη όμως και ακόρεστη η όρεξή του.
Συμβουλή αλάνθαστη. Μέρα είναι και θα περάσει. Όσο πιο ανεκτικοί είστε κι όσο με ευλάβεια τηρείτε τους κανόνες, τόσο περισσότερο θα βγείτε αλώβητοι. Έτσι ώστε και του χρόνου να έχετε το κουράγιο να τους ξανακαλέσετε. «Θαρσείν χρη» λοιπόν και μην το σκέπτεσθε.