* Του Γιάννη Μακρυγιάννη, προέδρου του Φαρμακευτικού Συλλόγου Λάρισας
Τα τελευταία πέντε χρόνια οι πρωτοβουλίες που έχουν ληφθεί για τον έλεγχο των φαρμακευτικών δαπανών και το εξορθολογισμό των ελλειμμάτων των ασφαλιστικών ταμείων είχαν ως πρωταρχικό σκοπό τη μείωση των κερδών του φαρμακείου. Η λογική ότι το φαρμακείο επιβαρύνει υπέρμετρα το κόστος της φαρμακευτικής περίθαλψης αποτελεί μία πλάνη που επανέρχεται κάθε φορά στη συζήτηση των υπευθύνων για τη μείωση του κόστους της φαρμακευτικής περίθαλψης.
Οι τελευταίες πρωτοβουλίες για μείωση ποσοστού κέρδους με το (rebate) με τη μείωση στο 18% των φαρμάκων υψηλού κόστους καθώς επίσης και τρεις συνεχείς μειώσεις της λιανικής τιμής των φαρμάκων είχαν δραματική επίπτωση στον τζίρο του φαρμακείου.
Η πανελλήνια μείωση αγγίζει το 35-40%. Αυτό από μόνο του δείχνει ότι το μέλλον των 11.000 φαρμακείων είναι δυσοίωνο, και κανείς δεν γνωρίζει ποιος θα είναι ο τελικός αριθμός των φαρμακείων που θα επιβιώσει σε αυτή την οικονομική κρίση που βιώνει η χώρα μας.
Η εργασιακή καθημερινότητα του φαρμακείου ως σημείο πώλησης και εμπορικότητας καθορίζεται σαφέστατα από το ποσοστό κέρδους το οποίο αποτελεί τη μόνη πηγή επιβίωσης του φαρμακείου. Αυτό σημαίνει ότι η ενδεχόμενη μείωσή του στο 15% θα δώσει τη χαριστική βολή στο 40% περίπου των φαρμακείων μικρού τζίρου. Όσον αφορά το ωράριο η μακρόχρονη εμπειρία μου με έχει διδάξει ότι δεν μπορεί να επηρεάσει την αύξηση του τζίρου, η αύξηση των ωρών εργασίας στο φαρμακείο. Αυτό πιστεύω ότι οφείλεται στην κατανομή των φαρμακείων βάσει του χάρτη των αποστάσεων και των πληθυσμιακών κριτηρίων. Έτσι τα εμπορικά σημεία που έχουν ενδιαφέρον περιορίζονται σε μια συντριπτική μειοψηφία που καταγράφηκε με τις αιτήσεις των συναδέλφων μου σε όλη τη χώρα.
Οι πρωτοβουλίες και οι αλλαγές που επιδιώκονται από την Κυβέρνηση δεν έχουν μεγάλες διαφορές μεταξύ των φαρμακοποιών της Αθήνας και των φαρμακοποιών της περιφέρειας. Εκείνο ίσως που αλλάζει είναι ίσως των φαρμακείων των αστικών κέντρων και των αγροτικών φαρμακείων τα οποία λειτουργούν σε ένα καθημερινό ανελαστικό ωράριο για να μπορέσουν να καλύψουν τις ανάγκες της αγροτικής περιφέρειας.
Οι απώλειες οι οποίες θα προκύψουν από μια ενδεχόμενη μείωση του ποσοστού κέρδους πιστεύω ότι θα πρέπει να ισοσταθμιστούν με υλοποίηση προτάσεων όπως: Η επαναφορά των εκπτώσεων προς το χονδρεμπόριο και τα φαρμακεία της επαρχίας. Η αύξηση του ποσοστού κέρδους στα ΜΗΣΥΦΑ και στα φάρμακα της αρνητικής λίστας. Οι δύο αυτές προτάσεις δεν αυξάνουν το κόστος της φαρμακευτικής περίθαλψης και δεν επιβαρύνουν τα ασφαλιστικά ταμεία. Πιστεύω ότι η σημερινή κρίση θα επιφέρει δραματικές αλλαγές βάζοντας σε περιπέτεια επιβίωσης πολλά φαρμακεία. Η μακρόχρονη συνδικαλιστική μου πορεία επιτρέπει να αισιοδοξώ ότι μέσα από μια τέτοια κρίση μπορούν να προβάλουν νέες προοπτικές όπως αυτό που επί χρόνια προτείνω τη δημιουργία αλυσίδων από ιδιώτες φαρμακοποιούς.
Σήμερα ίσως να είναι η πιο ιστορική στιγμή στην πορεία του κλάδου. Θεωρώ ότι η πολιτεία θα μπορούσε να δώσει με συγκεκριμένο νομοθετικό πλαίσιο πολύ σημαντικό ρόλο στη διαχείριση της πρωτοβάθμιας φροντίδας και υγείας. Πάντοτε πρότεινα ότι το φαρμακείο θα πρέπει να μετατραπεί σε ένα μικρό χώρο παροχής υπηρεσιών υγείας και καθοδήγησης των ασθενών στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια ιατρική φροντίδα.
Το φαρμακείο θα μπορούσε έτσι να λύσει πολλά προβλήματα με τις περίφημες ουρές στο ΙΚΑ για συνταγογράφηση, για μέτρηση πίεσης, για παρακολούθηση του σακχάρου και για πλείστες άλλες συμβουλές οι οποίες θα αποσυμφορούσαν τα εξωτερικά ιατρεία του ΙΚΑ, των νοσοκομείων και πολλών μονάδων υγείας. Το φαρμακείο του μέλλοντος είναι αλήθεια μπορεί κανείς να το φαντάζεται με τελείως διαφορετική οργάνωση και λειτουργία. Εκείνο όμως που είναι σίγουρο είναι ότι ο ρόλος του φαρμακοποιού σε αυτό το φαρμακείο πρέπει να είναι ουσιαστικός και απαραίτητος αν θέλουμε να χορηγούμε το φάρμακο με υπευθυνότητα με πιστοποιημένη ασφάλεια και με επιστημονική γνώση προσφοράς στον πάσχοντα συμπολίτη μας.