* Του Αθανασίου Στ. Φώτου
Επί τιμή δικηγόρος
Αυτό το πρόβλημα με τους πεζόδρομους δεν έχει τελειωμό. Κάθε λίγο και λιγάκι έρχεται στην επιφάνεια για να καταδείξει από τη μια μεριά τη μόνιμη ύπαρξή του και τη σοβαρότητά του μέσα στην κοινωνία της πόλης και από την άλλη την αδυναμία των υπευθύνων να το επιλύσουν. ΄Έτσι τις τελευταίες ημέρες σε σχετικό ρεπορτάζ τηλεοπτικού καναλιού της περιοχής μας ήλθε πάλι στην επικαιρότητα με πιο έντονες αυτή τη φορά τις εκρήξεις οργής των απλών ανθρώπων, ενάντια στους πρωταίτιους του κοινωνικού αυτού αναβρασμού.
Αυτό το πρόβλημα δεν είναι τωρινό. Υπάρχει από χρόνια.΄Ολοι το γνωρίζουν, το βλέπουν σε καθημερινή βάση, το διαισθάνονται. Κανείς όμως από τους αρμοδίους δεν το εγγίζει. Κανείς δεν θέλει να βάλει το μαχαίρι στο κόκαλο. Κανείς δεν επιθυμεί να κόψει τον γόρδιο δεσμό. Όλοι τους σιωπούν. Κάνουν πως δεν βλέπουν τι γίνεται γύρω τους.
Η δημοτική αρχή πεζοδρόμησε ορισμένους δρόμους, υποτίθεται χάριν ανακουφίσεως των πολιτών και όχι χάριν μίας μερίδας καταστηματαρχών που έχουν τα μαγαζιά τους, κυρίως καφετέριες, σ΄ αυτούς.
Ποιος ωστόσο θα τολμήσει σήμερα να αμφισβητήσει, ότι η μορφή των πεζοδρόμων είναι τελείως διαφορετική από εκείνη την οποία οραματίσθηκαν οι δημοτικοί μας άρχοντες που τους καθιέρωσαν και με χαρά αρχικά τους αποδέχθηκαν οι πολίτες; Ποιος θα προσπεράσει αδιάφορα τη σημερινή κατάσταση που ευτελίζει ολοένα και πιο προκλητικά την ανθρώπινη ύπαρξη και αξιοπρέπεια;
Στέγαστρα και τέντες, στερεά συνδεδεμένα με το έδαφος, παντού. (Αλήθεια υπάρχουν άδειες της πολεοδομικής αρχής για την τοποθέτησή τους;). Σόμπες υγραερίου, κατά τη διάρκεια του χειμώνα, αληθινές βόμβες για τους θαμώνες γύρω τους, τραπεζοκαθίσματα, πινακίδες διαφημίσεων, γλάστρες, παρτέρια, πινακίδες τιμοκαταλόγων από τους καταστηματάρχες, ποδήλατα, μοτοποδήλατα, κάτω από τα δένδρα, ατάκτως αφημένα, αυτοκίνητα και οτιδήποτε άλλο φαντασθεί ο ανθρώπινος νους, συνθέτουν το σκηνικό των πεζοδρόμων. Η αλλοίωση του σκοπού και του προορισμού τους, προφανής.
Έτσι η διάβαση των πεζών μέσω αυτών, καθίσταται όχι μόνο δυσχερής, βασανιστική, αλλά πολλάκις τυραννική και άβατος. Όσοι δε είναι τυχεροί να έχουν διαμερίσματα πάνω από τις καφετέριες, η ταλαιπωρία τούτων είναι ακόμη πιο μεγάλη, αφού υπάρχουν στιγμές που ακόμα και η είσοδος της πολυκατοικίας να είναι κλειστή, η δε μεταφορά οικοσκευών και εν γένει πραγμάτων να καθίσταται αδύνατος χωρίς προηγουμένως να μοιραστούν χίλια συγγνώμη σ΄ όσους έχουν κλείσει τον δρόμο. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί, ότι η προσέλευση κάποιου ασθενοφόρου για τη μεταφορά τυχόν ασθενούς ή κάποιου πυροσβεστικού οχήματος για τον απεγκλωβισμό ή την κατάσβεση κάποιας πυρκαγιάς είναι ανέφικτη.
Όλα αυτά έχουν σαν αποτέλεσμα να δημιουργούνται πολλές φορές έριδες και προστριβές μεταξύ των καταστηματαρχών και των διερχομένων την οδό. Οι διαγραμμίσεις- οριοθετήσεις του δρόμου, είναι μόνο για τον τύπο, αφού οι καταστηματάρχες απλώνουν τα τραπεζοκαθίσμτά τους σε ώρες αιχμής δουλειάς των καταστημάτων τους, χωρίς κανένα περιορισμό και δη σε όποιο σημείο βρουν μπροστά τους ελεύθερο.
Αν σε όλα αυτά προστεθεί και η ανθρώπινη μελισσοβοή και η μουσική των καταστημάτων, που ξεπερνά τα επιτρεπόμενα όρια, «χαρά» στους κατοίκους εκείνους, που διαβιούν εκεί και υπομένουν το καθημερινό μαρτύριο, χωρίς να μπορούν να βρουν λίγες ώρες κοινής ησυχίας.
Αυτές οι εκτιμήσεις μου βεβαιώνουν και επαληθεύουν, πως το φαινόμενο αυτό της ακώλυτης και ελεύθερης διάβασης των πεζοδρόμων από τους πολίτες, δεν είναι σύμπτωμα τωρινό, αλλά διακινείται χρόνια τώρα. Μπορεί στις ημέρες μας να βρίσκεται σε έξαρση με τη γέννηση των καφετεριών στην πόλη, σαν τα μανιτάρια των αγρών, έχει όμως τις ρίζες του αρκετά χρόνια πίσω.
Αποτέλεσμα όλων τούτων είναι να εξαγριώνονται πολλές φορές οι συμπεριφορές των ανθρώπων, να θολώνεται ο νους, ακόμα και των πιο λογικών και ψύχραιμων τούτων με συνέπεια να οδηγούμαστε σε ανέλεγκτες εκτροπές, που προσβάλλουν τον πολιτισμό μας και τον οδηγούν στη βαρβαρότητα.
Καθώς προβληματίζομαι με την όλη κατάσταση, δεν μπορώ να αγνοήσω τη συμπαθή κατά τα άλλα ομάδα των καφετεριούχων, αφού κυρίως και πρωτίστως το όλο πρόβλημα δημιουργείται από αυτούς. Οι ίδιοι θεωρούν τους εαυτούς των ως σύγχρονους εκσυγχρονιστές, που τους πνίγει το δίκαιο στην όλη υπόθεση. Φωνάζουν και μάχονται για την προσφερόμενη παροχή υπηρεσιών, των ανανεωτικών τους αγώνων, των επενδυτικών τους κεφαλαίων, σε στιγμές οικονομικής κρίσης και της προσφερόμενης εργασίας σε πολλούς συνανθρώπους μας. Αναβαθμίζουν, ισχυρίζονται, τον πολιτισμό μας, ανεβάζουν την ανθρώπινη αξία με το να οραματίζονται, να σχεδιάζουν, να συντάσσουν και να δημιουργούν σύγχρονα καινούργια καταστήματα, όπου πωλούν απόλαυση και ευμάρεια στη νέα κυρίως, αλλά και παλιά γενιά, που τα αποδέχεται και τα απολαμβάνει.
Μάλιστα δε ο εκπρόσωπός τους σε τηλεοπτική εμφάνιση δήλωσε «ότι είναι πρόθυμος να συζητήσει το όλο θέμα με τους τοπικούς φορείς της πόλης».
Ειλικρινά δεν αντιλαμβάνομαι τι θα μπορούσε να συζητήσει, εκτός αν οι καφετεριούχοι θέλουν να εκμεταλλεύονται τους πεζόδρομους όπως εκείνοι νομίζουν.
Μέσα σε αυτό το κλίμα της απελπισίας, της σκοτεινιάς και της απογοήτευσης, διερωτάται κανείς, γιατί οι υπεύθυνοι και υπόλογοι αυτής της κατάστασης, που είναι ταγμένοι στην εξυπηρέτηση του λαού, αλλά και στη σεβαστική τήρηση της νομιμότητας δεν δίνουν την αρμόζουσα λύση;
Απλούστατα, γιατί δεν έχουν την ψυχική διάθεση, ούτε την ψυχική αντοχή να ομολογήσουν μπροστά στους δημότες τους, ότι θα αλλάξουν πλεύση και θα σταθούν διπλά τους. Γιατί φοβούνται να αναμετρηθούν με τις ευθύνες τους και να αναζητήσουν με θάρρος, με τόλμη και αποφασιστικότητα το μερίδιο της δικής τους ευθύνης στην παρούσα κρίση.
Οι ενδείξεις, που καταγράφουν την απροθυμία τους για την επίλυση του θέματος είναι σαφείς. Δεν έκαναν σήμερα καμία σοβαρή αναφορά στις έκνομες συμπεριφορές των καφετεριούχων, έναντι των πληγωμένων και πικραμένων πολιτών. Ούτε τόλμησαν να κάνουν ένα βήμα μπροστά με μία κατάθεση υπόσχεσης, ότι η επόμενη ημέρα θα είναι τελείως διαφορετική από τις προκλητικές ημέρες της συμπεριφοράς των και των βαρύτατων εκτροπών τους, που σύρουν το κύρος των στους βορβόρους της ντροπής και της περιφρόνησης.
Θα βρουν, άραγε ποτέ οι αρμόδιοι τη δύναμη, τη νηφαλιότητα, την τόλμη, να σκύψουν πάνω στο σοβαρό αυτό πρόβλημα, που ταλανίζει την κοινωνία της πόλης και πνίγει την ανάσα της και με αντικειμενικότητα, χωρίς προκαταλήψεις και προσχηματισμένες εκδοχές, με θάρρος να προχωρήσουν στην επίλυσή του; Θα λύσουν κάποτε τη σιωπή τους; Μήπως η Εισαγγελική αρχή πρέπει να εγκαταλείψει τις προκαταρκτικές παραγγελίες και να δράσει διαφορετικά;
ΙΔΩΜΕΝ.