Από τον Γεώργιο Μπέλτσιο
Η παγκόσμια οικονομική κρίση που πλήττει στις μέρες μας και την ελληνική κοινωνία αποτελεί έναν παράγοντα πολλαπλών ανατροπών με σημαντικές συνέπειες τόσο στο επίπεδο της συλλογικής λειτουργίας, όσο και στο ατομικό επίπεδο. Η προβληματική δομή και λειτουργία του ελληνικού κράτους εντείνει μάλιστα τις επιπτώσεις της κρίσης, φέρνοντας στην επιφάνεια τα συσσωρευμένα άλυτα ζητήματα στα οποία η ελληνική κοινωνία αδυνατούσε εδώ και πάρα πολύ καιρό, να λάβει το κόστος των προτεινόμενων λύσεων. Κάποιοι δικαίως θα πουν: «Το χρήμα δεν φέρνει την ευτυχία», αλλά σίγουρα η φτώχεια φέρνει άπειρα προβλήματα. Την τελευταία τουλάχιστον δεκαετία η ποιότητα ζωής ήταν ταυτόσημη του καταναλωτισμού, ενώ παράλληλα η αντίληψη ότι αποκτώντας περισσότερα υλικά θα αποτελούσε λύση και στα συναισθηματικά και πνευματικά μας κενά, πυροδοτούσε όλο και περισσότερο τον φαύλο κύκλο της ματαιοδοξίας. Ίσως το λεγόμενο «shopping therapy» αποτελούσε μια μη ρεαλιστική επιλογή για τους περισσότερους.
Σήμερα ο Έλληνας καλείται να ζήσει όχι μόνο με λιγότερα χρήματα, αλλά και σε ένα νέο στενό πλαίσιο, του οποίου αμφισβητεί τον χρονικό ορίζοντα, την αποτελεσματικότητα όσο και τον στόχο. Κάποιοι θεωρούν ότι η παρούσα κατάσταση προκαλεί στρες, ανάλογο ενός πολέμου.
Η σχέση οικονομικής λιτότητας και ψυχικής υγείας είναι άμεση. Η οικονομία καθορίζει το βιοτικό επίπεδο και τη λειτουργία κάθε κράτους. Η σημερινή οικονομική κρίση μας «αγγίζει» όλους, την κάθε ελληνική οικογένεια. Η ανεργία και η μείωση των αποδοχών έχει γίνει σχεδόν καθημερινό φαινόμενο. Η εργασία είναι ένα από τα βασικά στοιχεία της ταυτότητας του κοινωνικού ατόμου, διότι όχι μόνο εξασφαλίζει οικονομική δυνατότητα, αλλά εξασφαλίζει καλύτερη πρόσβαση στην υγεία (σωματική και ψυχική), την παιδεία, την ψυχαγωγία και άλλες εκφάνσεις της ζωής, αποτελεί παράγοντα δόμησης του χρόνου και των ανθρώπινων σχέσεων και απόδειξη των ικανοτήτων κάποιου. Ένα μεγάλο ποσοστό ατόμων αναπτύσσει κατάθλιψη μέσα σε 6 μήνες από τη στιγμή της απόλυσής του.
Τα παιδιά βιώνουν την απελπισία των γονιών τους, αντιλαμβάνονται την αδυναμία τους να τους προσφέρουν ορισμένα πράγματα που είχαν πριν (π.χ. αδυνατούν να πληρώσουν το φροντιστήριό τους, να τους δώσουν χαρτζιλίκι, να τους αγοράσουν νέα ρούχα κτλ.). Σε ορισμένες περιπτώσεις ίσως παρατηρηθεί αλλαγή της συμπεριφοράς των παιδιών, μπορεί να γίνουν επιθετικά με την οικογένειά τους ή με τους φίλους τους ή ακόμα και να γίνουν αυτοκαταστροφικά.
Όλο αυτό το ζοφερό περιβάλλον επηρεάζει τον ψυχισμό μας. Συναισθήματα αποθάρρυνσης, απαισιοδοξίας και αντιδράσεις πένθους για αυτά που χάσαμε ή για αυτά που θα χάσουμε. Στην αρχή υπήρχε ακόμη ελπίδα. Μετά η ελπίδα ότι αυτά τα μέτρα ίσως δεν θα εφαρμοσθούν, ή τουλάχιστον δεν θα επηρεάσουν τον καθένα μας. Όταν εξαφανίστηκε και η τελευταία ελπίδα μήπως τελικά κάτι αλλάξει την τελευταία στιγμή, σιγά-σιγά μπήκαμε στη συνειδητοποίηση. Η χώρα μας βρίσκεται σε μεγάλη οικονομική λιτότητα και όχι μόνο. Οι νέες γενιές δεν είχαν ζήσει κάτι τέτοιο. Στο όλο κλίμα συνέβαλαν και τα ΜΜΕ, που για ακόμη για μια φορά, στον βωμό των τηλεθεάσεων, ανακοίνωναν τις ειδήσεις υπό μορφή πολεμικών ανακοινώσεων.
Ο κάθε Έλληνας, ανάλογα με την οικονομικοκοινωνική και ψυχική του κατάσταση, ένιωσε να απειλείται από νέα και άγνωστα δεδομένα για τη ζωή του, ένας ακήρυχτος πόλεμος με αόρατους εχθρούς. Ανασφάλεια, φόβος, αλλά και μια αίσθηση περιορισμού των δυνατοτήτων μας. Όσο χρονίζει αυτή η πίεση, η λύση φαντάζει μακρινή και αόριστη. Αντιδράσεις άγχους και κατάθλιψης με σωματοποιήσεις και συμμετοχή του πεπτικού, αναπνευστικού και όλου του σώματός μας. Όλη αυτή η ψυχική πίεση πέρα από τα διαγνωσμένα ψυχολογικά προβλήματα που, είτε εμφανίζονται, είτε εντείνονται, δημιουργεί και μια σειρά ψυχολογικών αντιδράσεων, που επηρεάζει τη συμπεριφορά μας, σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας (επαγγελματική, οικογενειακή, σεξουαλική, κοινωνική κ.λπ.) και αυτό έχει ως αποτέλεσμα λανθασμένες επιλογές και αποτυχία στις διαπροσωπικές μας σχέσεις.
Πώς θα έπρεπε να αντιδράσουμε; Ασφαλώς είναι ένα ερώτημα που απασχολεί τον καθένα μας. Ασφαλώς ο πανικός σ’ αυτές τις περιπτώσεις δεν ωφελεί, διότι μειώνει την τάση για λήψη αποφάσεων. Ας δούμε την κρίση σαν μια ευκαιρία για αλλαγή. Η προηγούμενη ναρκισσιστική συμπεριφορά που δημιουργήθηκε με την υλική αυτάρκεια καταρρέει και μας ανοίγεται ξανά ο δρόμος της επικοινωνίας και της επανασύνδεσης. Η αυταπάτη, ότι το χρήμα συνιστά «παντοδυναμία», τελείωσε. Οι παλιοί όροι κοινωνικής αναγνώρισης, χρήμα και εξουσία άλλαξαν. Να ξαναδούμε τις σχέσεις μας και να τους δώσουμε την αξία που τους πρέπει. Να έρθουμε πιο κοντά στους δικούς μας ανθρώπους. Ας κάνουμε μια καινούργια αρχή στη μεγαλύτερη ανάγκη του κάθε ανθρώπου, την ανάγκη για επικοινωνία. Επειδή κανείς δεν ξέρει πόσο θα κρατήσει αυτή η κρίση πρέπει να βρούμε τους τρόπους να είμαστε καλά, υγιείς και ισορροπημένοι μέσα σε αυτή. Ασφαλώς πρέπει να μάθουμε να είμαστε πιο ολιγαρκείς, να ευχαριστιόμαστε με πιο απλά πράγματα. Η ζωή δεν έχει μόνο υλικά πράγματα, η αγάπη, η φύση, η ηρεμία, η συζήτηση, η σωματική άσκηση και πλήθος πραγμάτων που δεν κοστίζουν, αλλά αυτά που πραγματικά αξίζουν στη ζωή. Η οικογένεια, ο σύντροφός μας, τα παιδιά μας, οι φίλοι, οι αγαπημένες μας ασχολίες (ποδόσφαιρο, διάβασμα, κατασκευές κτλ.), ας δώσουμε περισσότερο χρόνο σε όλα αυτά. Παράλληλα είναι πολύ σημαντική η συμμετοχή σε ευχάριστες δραστηριότητες, μέσα από μια γενικότερη προσπάθεια ενίσχυσης των κοινωνικών επαφών μέσω πολιτιστικών εκδηλώσεων (π.χ. εναλλακτικοί τρόποι διασκέδασης, όπως δωρεάν εκδηλώσεις στην πόλη, παζάρια, ανακύκλωση ρουχισμού κ.λπ.). Με τον τρόπο αυτό αναπτύσσεται η επικοινωνία και μειώνεται η ανασφάλεια και η απογοήτευση.
Ο Γεώργιος Μπέλτσιος είναι κοινωνικός λειτουργός