Του Γιάννη Μήτσιου, φυσικού – νομικού
Πέρασαν 38 χρόνια από την έναρξη της λεγόμενης μεταπολίτευσης και της τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας. Από τότε, όπως είναι γνωστό, άσκησαν την εξουσία εναλλάξ δύο κόμματα, το ΠΑΣΟΚ και η Ν.Δ. Στο διάστημα αυτό και τα δύο κόμματα δημιούργησαν τεράστια πελατειακά δίκτυα που απλώθηκαν στα πέρατα της ελληνικής επικράτειας. Υποκαταστήματα των κεντρικών γραφείων ήταν οι τοπικές και κλαδικές οργανώσεις τους και στυλοβάτες του οι κομματικοί συνδικαλιστές. Ο κομματικός συνδικαλισμός ήταν το εφαλτήριο για την αναρρίχηση στα αξιώματα των βουλευτών, των υπουργών και άλλων μεγαλοπαραγόντων. ΑΔΕΔΥ, ΓΣΕΕ, ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ, ΟΤΟΕ, επαγγελματικές ενώσεις γιατρών, δικηγόρων, μηχανικών, ιδιοκτητών ταξί κ.λπ. είχαν στις διοικήσεις τους ιστορικά και πρωτοκλασάτα, όπως αυτοαποκαλούνταν, στελέχη των κομμάτων.
Το δέλεαρ για την ένταξη των πολιτών στις κομματικές οργανώσεις ήταν η λαφυραγώγηση του κράτους: Διορισμοί από τα παράθυρα σε δημόσιο και ΔΕΚΟ, προαγωγές, επιδοτήσεις, πλασματικές αποζημιώσεις, επιδόματα για ανύπαρκτες αναπηρίες και άλλα πολλά και διάφορα. Στην εκπαίδευση ίσχυσε η αρχή της ήσσονος προσπάθειας και του «όχι φραγμοί στη μόρφωση». Όλοι, νηστεύσαντες και μη, είχαν δικαίωμα να πάρουν κάποιο πτυχίο. Έστω και με αντιγραφές, με παρακάλια ή με κομματικές διασυνδέσεις. Έτσι φτάσαμε να έχουμε τριπλάσιους γιατρούς απ’ όσους χρειάζεται η ελληνική κοινωνία, τετραπλάσιους μηχανικούς, πενταπλάσιους νομικούς, εξαπλάσιους εκπαιδευτικούς κ.ο.κ.
Ουδείς σκεφτόταν τι θα γίνονταν όλοι αυτοί οι πτυχιούχοι και πώς θα πληρώνονταν τα επιδόματα της ανεργίας τους. Ούτε κανείς ενδιαφέρθηκε για το πώς θα γινόταν η συλλογή των σπαραγγιών, των κερασιών, της ελιάς και άλλων αγροτικών προϊόντων, ποιος θα γινόταν υδραυλικός, ναυτικός κ.λπ. Άλλωστε η λύση ήταν απλή: Θα κάναμε εισαγωγή εργατών από Αλβανία, Πακιστάν και άλλες χώρες.
Έτσι οργανώθηκε το σπάταλο, διεφθαρμένο, ρουσφετολογικό και πελατειακό κομματικό κράτος. Το οικονομικό κόστος αυτού του κράτους ήταν τεράστιο. Και καλυπτόταν με τα διάφορα προγράμματα, τα πακέτα και τα πολλά δανεικά. Όλοι, ωστόσο, ήταν ευχαριστημένοι. Το εκλογικό σώμα είχε προσχωρήσει στη νοοτροπία αυτή και είχε αποδεχτεί το πελατειακό κράτος στη μεγάλη πλειονότητά του. Τα θηριώδη ποσοστά που έπαιρναν στις εκλογές τα δύο κόμματα αθροιστικά, 80-85%, βεβαιώνουν του λόγου το αληθές.
Το δυστύχημα είναι ότι πριν από 2-3 χρόνια τα δανεικά σταμάτησαν. Οι δανειστές μας έκοψαν τον βερεσέ και τώρα τρέχουμε και δεν φτάνουμε. Η πολιτική μας ηγεσία, χαμηλού κατά κανόνα επιπέδου, δεν μπορεί να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων. Χωρίς αξιόπιστα, εμπεριστατωμένα και εφαρμόσιμα σχέδια αντιμετώπισης της κρίσης, χωρίς όραμα και προοπτική, με το βλέμμα στραμμένο συνεχώς στο κομματικό και προσωπικό τους συμφέρον, ροκανίζουν τον χρόνο επιρρίπτοντας τις ευθύνες ο ένας στον άλλο.
Οι πολίτες απ’ την άλλη πλευρά δυσκολεύονται να αποβάλουν τη νοοτροπία του πελάτη και να προσχωρήσουν στη νοοτροπία του πολίτη. Είναι δύσκολο να γίνει αυτό. Άλλωστε είναι γνωστό ότι ο πελάτης έχει πάντα δίκιο, ενώ ο πολίτης έχει κάποια δικαιώματα, αλλά έχει και υποχρεώσεις.
Τελευταία, μετά τις εκλογές, την ασυνεννοησία των πολιτικών αρχηγών και την αδυναμία να συγκροτηθεί κυβέρνηση και την προκήρυξη νέων εκλογών, η αβεβαιότητα εντείνεται και όλη αυτή η κατάσταση είναι φυσικό να προκαλεί άγχος και αγωνία για το μέλλον. Κάποιοι, μάλιστα, επιμένουν να παρομοιάζουν την Ελλάδα με τρελό φορτηγό που πάει ντουγρού στην κατηφόρα με τα φώτα σβησμένα και τα φρένα σπασμένα.
Δεν έχουμε παρά να ευχηθούμε να βρεθεί κάποιος, έστω και από μηχανής, Θεός να βάλει το χέρι του...