* Από τον Κων/νο Α. Οικονόμου
Στα τέλη του 3ου αιώνα π.Χ. βρίσκουμε τη Θεσσαλία υποτελή στην Αιτωλική Συμπολιτεία που είχε διευρύνει την επιρροή της μέχρι τα όρια της Περραιβίας. Την ίδια περίοδο συνεχίζονταν οι έριδες μεταξύ των κρατών των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Το 207 π.Χ., όμως, ο βασιλιάς της Μακεδονίας, Φίλιππος ο Ε΄, έχοντας απαλλαγεί από τα εσωτερικά προβλήματά του, εισέβαλε στην Αιτωλία και κατέλαβε την πρωτεύουσά της Θέρμο. Οι Αιτωλοί αναγκάστηκαν να συνθηκολογήσουν (206
π.Χ.) διατηρώντας την αυτονομία τους, αλλά παραχωρώντας τις θεσσαλικές περιοχές που κατείχαν (Θεσσαλιώτιδα, Εστιαιώτιδα, Δολοπία, κ.ά.) στον Φίλιππο. Επειδή όμως οι Αιτωλοί φαινόταν ότι θα κατέφευγαν για βοήθεια στη Ρώμη, με την οποία είχαν συγκρουστεί οι Μακεδόνες λίγα χρόνια νωρίτερα, ο βασιλιάς της Μακεδονίας τους παραχώρησε τη Φάρσαλο.
Έχοντας μείνει ήσυχος από το αιτωλικό μέτωπο, ο Φίλιππος εισέβαλε στην Ιλλυρία (σημερινή Αλβανία), που ήταν υπό την κατοχή της Ρώμης. Οι Ρωμαίοι έστειλαν 35 πολεμικά πλοία και 11.000 άνδρες για να τον αντιμετωπίσουν, ζητώντας παράλληλα και τη συμμαχία των Αιτωλών, ώστε ν’ ανοίξουν κι αυτοί μέτωπο παρενοχλώντας τα νότια σύνορα της Μακεδονίας. Οι Αιτωλοί δε συμφώνησαν και έτσι ο Φίλιππος κατόρθωσε να κερδίσει κάποιες μικρές νίκες κατά των Ρωμαίων και το 205, με τη μεσολάβηση των Ηπειρωτών, έγινε συνθήκη ειρήνευσης. Φαίνεται όμως ότι
κερδισμένοι περισσότερο απ’ όλα αυτά ήταν οι Ρωμαίοι, καθώς διατήρησαν τις κτήσεις τους στην Ιλλυρία και τη Βόρειο Ήπειρο, η συμμαχία τους με τους Αιτωλούς παρέμενε σε ισχύ και επειδή βρήκαν ένα νέο σύμμαχο στη Μ. Ασία, στο πρόσωπο του βασιλιά της Περγάμου.
Η σύγκλητος της Ρώμης είχε ορίσει υπεύθυνο για τα ελληνικά θέματα τον Ρωμαίο στρατηγό Τίτο Κοΐγκτιο Φλαμινίνο, ο οποίος και άρχισε τις προετοιμασίες για εκστρατεία στην Ελλάδα με σκοπό την... απελευθέρωση της Θεσσαλίας από το ζυγό της Μακεδονίας. Η εκστρατεία πραγματοποιήθηκε το 197 π.Χ. και περιελάμβανε δύναμη 26.000 λεγεωνάριων που προχώρησε στη θεσσαλική πεδιάδα κοντά στις Φερές, περιμένοντας το στρατό του αντιπάλου. Ο Φίλιππος, που εν τω μεταξύ είχε στρατοπεδεύσει στη Λάρισα έχοντας λάθος πληροφορηθεί ότι τα αντίπαλα στρατεύματα βρισκόταν στη Θήβα, συγκέντρωσε τις δυνάμεις του
που ήταν περίπου ισοδύναμες μ’ αυτές των εισβολέων και κατηφόρισε ως τις Φερές. Χώρος συνάντησης ήταν οι γνωστές μας Κυνός Κεφαλαί, στους ανατολικούς πρόποδες του Χαλκωδόνιου όρους (ή τουρκιστί Καραντάου - Μαυροβουνίου). Η μάχη κρίθηκε νωρίς υπέρ των Ρωμαίων και ο Φίλιππος μόλις που κατόρθωσε να διαφύγει και να επιστρέψει, μέσω Τεμπών, στη Μακεδονία. Στη μάχη έπεσαν 2.700 Ρωμαίοι και 8.000 Μακεδόνες! Ο Πολύβιος αναφέρει ότι ο Τίτος συνέλαβε 5.000 αιχμαλώτους από τους
αντιπάλους του. Μετά τη νίκη του ο Ρωμαίος στρατηγός προέλασε στον θεσσαλικό κάμπο και μπήκε θριαμβευτής στη Λάρισα.
Το επόμενο έτος (196 π.Χ.), στους εορταστικούς αγώνες των Ισθμίων, κοινοποίησε το ψήφισμα της ρωμαϊκής Συγκλήτου που απέδιδε αυτονομία, μεταξύ άλλων, και στους Θεσσαλούς.
Τότε η Θεσσαλία χωρίστηκε σε τέσσερις ανεξάρτητες πολιτείες -
κράτη: τη Μαγνησία, την Περραιβία, τη Δολοπία και την υπόλοιπη
Θεσσαλία ενωμένη με τη Φθιώτιδα. Ο σκοπός βέβαια των Ρωμαίων ήταν απλός: εφάρμοζαν την τακτική του «διαίρει και βασίλευε», έχοντας στο βάθος του μυαλού τους την αναίμακτη, ει δυνατόν, κατάκτηση όλων των ήδη αποδυναμωμένων ελληνικών κρατιδίων.
Τον επόμενο αιώνα ο βασιλιάς της Ελληνιστικής Συρίας Αντίοχος έβάλε στόχο να εκδιώξει τους Ρωμαίους από την Ελλάδα. Έτσι το 191 π.Χ. αποβιβάστηκε ισχυρή δύναμη 10.000 πεζών και 500 ιππέων στις ακτές του Παγασητικού, έχοντας επικεφαλής τον ίδιο τον Αντίοχο. Ο στρατός του Αντιόχου κατέλαβε, μετά από πολιορκία τη Δημητριάδα και, συμμαχώντας με την Αιτωλική Συμπολιτεία και τους Αθαμάνες, απελευθέρωσε στη
συνέχεια τις Φερές και την Κραννώνα, επικρατώντας προς στιγμήν στη Ν. Θεσσαλία. Έπειτα προσπάθησε να πολιορκήσει τη Λάρισα, η οποία όμως ήταν καλά οχυρωμένη και φυλασσόταν από ισχυρή ρωμαϊκή φρουρά υπό την ηγεσία του Άππιου Κλαύδιου. Μη μπορώντας, λοιπόν, να καταφέρει να αλώσει τη θεσσαλική πρωτεύουσα, υποχώρησε προς τη Ν. Ελλάδα. Στη
Χαλκίδα βρήκε την ευκαιρία να γνωριστεί και να... νυμφευτεί με την κόρη κάποιου ηγεμόνα της πόλης. Κι ενώ οι Ρωμαίοι ετοίμαζαν ισχυρό στρατιωτικό σώμα για να χτυπήσουν τον Αντίοχο, εκείνος επιβιβάστηκε μαζί με μεγάλο τμήμα του στρατού του σε πλοία κι από τη Χαλκίδα κατευθύνθηκε στην Έφεσο της Μ. Ασίας!
Η τελευταία απεγνωσμένη προσπάθεια εκδίωξης των Ρωμαίων από την Ελλάδα έγινε από τον τελευταίο βασιλιά της Μακεδονίας, τον ηρωικό Περσέα. Ο Περσέας που ήταν νόθος γιος του Φιλίππου του Ε΄, ένωσε υπό το σκήπτρο του τις περισσότερες ελληνικές πόλεις-κράτη και συμπολιτείες και το 172 π.Χ. ξεκίνησε την οργάνωση μιας πανστρατιάς που θα απελευθέρωνε όλη την Ελλάδα. Οι Λαρισαίοι πήραν το μέρος των Ρωμαίων διότι η συνέλευσή τους πείστηκε από τη ρωμαϊκή πρεσβεία. Οι Ρωμαίοι υποσχέθηκαν αυτονομία στην περιοχή και κατηγόρησαν τον Περσέα ότι δήθεν ήθελε να καταλύσει το θεσσαλικό κράτος. Το 171 κατέφτασε στη Θεσσαλία, μέσω της Ιλλυρίας και της Ηπείρου, ισχυρή στρατιωτική δύναμη των Ρωμαίων, υπό τη διοίκηση του στρατηγού Γάιου Πούπλιου Λικίνιου Κράσσου. Οι Ρωμαίοι δε συνάντησαν αντίσταση στο διάβα τους και περνώντας τις ορεινές διαβάσεις της Αθαμανίας, έφτασαν στους Γόμφους.
Την ίδια στιγμή ο Περσέας περίμενε τους Ρωμαίους βορειοδυτικότερα, στην περιοχή του Συκουρίου (κοντά στο σημερινό Συκούριο) όπου και είχε στρατοπεδεύσει. Οι Ρωμαίοι, αφού πήραν δυνάμεις αναπαυόμενοι στους Γόμφους, πέρασαν ανενόχλητοι από τη Λάρισα και προχώρησαν βορειότερα.
Εκεί, κοντά στις όχθες του Πηνειού, ο ελληνικός στρατός χτύπησε τους Ρωμαίους και κατάφερε μέσα σε λίγη ώρα να πετύχει μια περίλαμπρη νίκη. Οι Ρωμαίοι σ’ αυτή τη μάχη έχασαν 3.000 απ’ τους στρατιώτες τους, ενώ οι δυνάμεις του Περσέα έμειναν σχεδόν αλώβητες (60 μόνο νεκροί).
Η ιστορία της εποχής κάπου εδώ τελειώνει μιας και ο Περσέας λίγους μήνες αργότερα ηττήθηκε (μάχη Πύδνας) και έβαλε τέλος στα όνειρα των Ελλήνων για ανεξαρτησία. Αυτό ήταν και η αρχή του τέλους για τον Ελληνισμό. Έτσι το 146 π.Χ., με την καταστροφή, καλύτερα με την ισοπέδωση, της Κορίνθου από τους Ρωμαίους, έχουμε και την οριστική υποταγή της Ελλάδας στο ρωμαϊκό ζυγό.
Οι συνέπειες για τη Θεσσαλία ήταν ίσως βαρύτερες από ό,τι σε άλλες περιοχές διότι οι αλλεπάλληλες συγκρούσεις Μακεδόνων και Ρωμαίων διεξάγονταν συνήθως στη Θεσσαλία και έφεραν την ερήμωση και την καταστροφή. Το ότι ο αριθμός των κατοίκων της Θεσσαλίας μειώθηκε, φαίνεται από την επιστολή του Φιλίππου Ε΄ προς τους Λαρισαίους το 219 π.Χ. που τους ζητούσε να πολιτογραφήσουν (να κάνουν δηλαδή ισότιμους πολίτες της Λάρισας) και ξένους από την υπόλοιπη Ελλάδα, που έτυχε να
ζουν στη Λάρισα εκείνη τη χρονική συγκυρία. Για το ότι εξαιτίας των συγκρούσεων υπήρξε έλλειψη αγροτικών προϊόντων μεταξύ του 200 και του 150 π.Χ., το πληροφορούμαστε από πολλές πηγές. Έτσι σε επιγραφή που διασώζει στο βιβλίο του ο Επ. Φαρμακίδης διαβάζουμε: «Αγαθοκλής Μέντορος Μακεδών ες Δίον ευεργέτης γενόμενος της πόλεως υπό την σιτοδείαν (έλλειψη σίτου)». Πολλές φορές, ακόμη, λόγω της εμπόλεμης
κατάστασης δεν οργώνονταν τα χωράφια. Έτσι, για παράδειγμα, η πόλη των Λαρισαίων τίμησε με ψήφισμα τον Τίτο Φλαμινίνο επειδή βοήθησε, εισάγοντας τρόφιμα, για να αντιμετωπιστεί η έλλειψη αγροτικών προϊόντων εξαιτίας του ότι οι αγροί δεν είχαν οργωθεί.
Αξίζει να αναφέρουμε πως η Λάρισα αναγορεύτηκε αργότερα από τον Οκταβιανό Αύγουστο, τιμητικά, σε πόλη Augusta.
Η τελευταία αιματηρή σύγκρουση στα προ Χριστού χρόνια στη Θεσσαλία ήταν στις 20 Ιουνίου του 48 π.Χ. στη φημισμένη μάχη της Φαρσάλου (λίγο νοτιότερα των Κυνός Κεφαλών). Αυτή τη φορά και οι δυο στρατοί που συγκρούστηκαν ήταν ρωμαϊκοί. Εκεί ο Πομπήιος ηττήθηκε από τον Ιούλιο Καίσαρα, στη μάχη που έκρινε την εξουσία στη Ρώμη. Ο Πομπήιος, παρ’ όλο που διέθετε διπλάσιες δυνάμεις από τον αντίπαλό του, ηττήθηκε χάρη
στη στρατηγική μεγαλοφυία του αντιπάλου του και κατέφυγε, με λίγους διασωθέντες από τα στρατεύματά του, μέσω Τεμπών, στα παράλια κι από εκεί με πλοίο στην Αίγυπτο.
* Ο Κων/νος Α. Οικονόμου είναι δάσκαλος - συγγραφέας kao@in.gr www.scribd.com/oikonomoukon