Του Δρ. Ζήση Δ. Λυγούρα,
πρ. δ/ντή Α’/βάθμιας Εκπ/σης ν. Λάρισας
πρ. Νομαρχιακού Συμβούλου
Ο μαθητής και το σχολείο βρίσκονται σε συνεχή αλληλεπίδραση και αναπτύσσουν μεταξύ τους μια δυναμική σχέση αλληλεξάρτησης. Κι αυτό, γιατί η πρόοδος του μαθητή στα μαθήματα και η απόκτηση της γνώσης εξαρτάται από την καλή και αποδοτική λειτουργία του σχολείου και το σχολείο καταξιώνεται και αναγνωρίζεται κοινωνικά από την καλή επίδοση των μαθητών του.
Ο μαθητής έρχεται στο σχολείο με την προσδοκία πώς αυτό θα το προσφέρει τα ερεθίσματα και τις γνώσεις, που θα απελευθερώσουν τις προδιαθέσεις του και θα τις μεταβάλλουν σε ικανότητες και δεξιότητες καθιστώντας αυτόν ικανόν ν’ ανταποκριθεί μ’ επιτυχία στις απαιτήσεις του σχολείου και στις προσδοκίες των γονιών του.
Η ανταπόκριση στις απαιτήσεις του σχολείου και στις προσδοκίες των γονιών συνδέεται άμεσα με την απάντηση στα ερωτήματα: Τι είδους άνθρωπο θέλω το παιδί – μαθητή και ποια πρέπει να είναι τα χαρακτηριστικά του γνωρίσματα;
Θέλω τον άνθρωπο – μαθητή ανοιχτό στον κόσμο, να σκέπτεται ελεύθερα και να δρα υπεύθυνα, να παίρνει το ρίσκο και να γίνεται δημιουργός της προσωπικής του ανέλιξης, να διακρίνεται για την αυτοεκτίμηση, την αυτοπειθαρχία, τον αμοιβαίο σεβασμό, την αυτοπεποίθηση και την αυτοεμπιστοσύνη; Ή τον θέλω χειραγωγούμενο και κατευθυνόμενο σε μια επιλεκτική αντίληψη του κόσμου, συνεσταλμένο και φοβισμένο απέναντι στις προκλήσεις της ζωής, ανασφαλή και πρόθυμο να υπακούει και να εκτελεί κάθε εξωτερική εντολή ή προσταγή;
Η επιλογή της απάντησης αποκτά σημαίνουσα σημασία, γιατί αυτή καθορίζει τους σκοπούς και τους στόχους τους τρόπους και τα μέσα της αγωγής, την επιλογή των μορφωτικών αγαθών και χαρακτηρίζει την αγωγή και την εκπαίδευση ως αντιαυταρχική ή ως αυταρχική!
Στην αντιαυταρχική αγωγή και εκπαίδευση στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος βρίσκεται ο άνθρωπος – μαθητής με τις κλίσεις, τις προδιαθέσεις, τα ενδιαφέροντά του, τον τρόπο σκέψης και τους προσανατολισμούς του.
Ο (η) εκπαιδευτικός εφαρμόζει τρόπους και μεθόδους που ενθαρρύνουν το μαθητή ν’ ανακαλύψει «το πώς» της μάθησης. Δηλ. «το πώς» θα αποκωδικοποιεί την προσφερόμενη διδακτέα ύλη «το πώς» θα την ενσωματώνει, θα την αφομοιώνει και θα την αποδίδει, με το δικό του προσωπικό τρόπο στο περιβάλλον.
Ο (η) εκπαιδευτικός εμπιστεύεται τις πνευματικές ικανότητες και τις σωματικές δεξιότητες του μαθητή, του εμπνέει την πίστη και τη σιγουριά στις επιλογές του στέκεται θετικά απέναντι στα λάθη, δίνοντας στον μαθητή ως ευκαιρίες να μαθαίνει από αυτά. Και να επιδιώκει τη διάκριση, χωρίς να στερεί το ίδιο δικαίωμα από τους άλλους.
Η αυταρχική αγωγή και εκπαίδευση ενδιαφέρεται για το σχολείο ως κοινωνικό θεσμό και ως εκπρόσωπο της κρατικής εξουσίας. Στις προτεραιότητές της ανήκουν «το τι» της μάθησης και το πώς ο μαθητής θα μάθει τις αρχές, τις αξίες, τους κανόνες και τα μορφωτικά αγαθά, που θα τον καταστήσουν ικανό και χρήσιμο μέλος του συστήματος.
Η εξατομικευμένη μάθηση, η απελευθέρωση των φυσικών προσόντων του μαθητή και η ολοκλήρωση της προσωπικότητάς του δεν ανήκουν στους σκοπούς και τους στόχους της.
Ο (η) εκπαιδευτικός οργανώνει το διδακτικό γεγονός με τέτοιο τρόπο, ώστε να προκαλεί το θαυμασμό αλλά και τον φόβο του μαθητή προς καθετί το μεγαλύτερο, το δυνατότερο απ’ αυτόν και να τον αναγκάζει να συμμορφώνεται να πειθαρχεί και να εμπιστεύεται περισσότερο τους άλλους και λιγότερο τον εαυτό του, τις δικές του απόψεις και αξιολογήσεις.
Ο μαθητής και το σχολείο στον χωροχρόνο της συνύπαρξης και της συνλειτουργίας βρέθηκαν και βρίσκονται συχνά αντιμέτωποι. Ο μαθητής, που μεγαλώνει ελεύθερα με την αντίληψη της ανάληψης του ρίσκου, δηλαδή τον επιθυμώ – θέλω – μπορώ και με τη διεκδίκηση της εξατομικευμένης μάθησης δύσκολα ενσωματώνεται στο σχολείο, που λειτουργεί με τις αρχές και τους κανόνες της σωφρονιστικής παιδαγωγικής.
Το σχολείο θα έχει τις δικές του δυσλειτουργίες, όταν θέλει να εφαρμόσει τις μεθόδους και τις τεχνικές της αντιαυταρχικής απελευθερωτικής αγωγής σε παιδιά – μαθητές, που προέρχονται από ένα περιβάλλον όπου κυριαρχούν η δύναμη του ισχυρού και η αυθεντία του μεγάλου.
Ο μαθητής και το σχολείο μπορούν, με τη συνδρομή και των άλλων παραγόντων της αγωγής, να λειτουργήσουν εξισορροπητικά και προς όφελος και των δύο, αν συγκλίνουν στους σκοπούς και τους στόχους τους για την προετοιμασία του ανθρώπου – μαθητή για τη ζωή σ’ έναν κόσμο, που συνεχώς αλλάζει και οι πολυπολιτισμικές επιδράσεις και οι διεθνείς οικονομικοπολιτικές εξελίξεις διαμορφώνουν ένα ρευστό και απρόβλεπτο, ως προς τη σύνθεση των συνθηκών, περιβάλλον.
Σ’ αυτό το περιβάλλον μπορεί να σταθεί και να επιβιώσει ψυχικά και πνευματικά ο άνθρωπος ως μαθητής, και αργότερα, ως ενήλικος, όταν θα έχει μάθει να σκέπτεται κριτικά, να αξιολογεί διαλεκτικά τα γεγονότα να αποστασιοποιείται από «την εικονική πραγματικότητα», που του παρέχεται πολύχρωμα και πολύβουα και να κατανοεί «την πραγματική πραγματικότητα», που υπάρχει με αυτόν ή και χωρίς αυτόν.
Αυτή η πραγματικότητα, η χωρίς φτιασίγια και ωραιοποιήσεις, αλλά γεμάτη προκλήσεις, καλεί τον άνθρωπο δημιουργό να συμμετάσχει και να συνεισφέρει με τις ιδέες και τις καινοτόμες προτάσεις του, στη διαμόρφωση των συνθηκών, στις οποίες θα κυριαρχούν η ανθρώπινη φιλία και η κοινωνική αλληλεγγύη.