Του Γιάννη Μήτσιου Φυσικού – Νομικού
Είναι πολλοί εκείνοι που πιστεύουν ότι όσα συμβαίνουν τον τελευταίο καιρό στην πολιτική ζωή της χώρας είναι πρωτοφανή, πρωτάκουστα, ίσως και απίστευτα. Και όμως. Σε όλη τη διάρκεια του νεοελληνικού κράτους παρόμοια φαινόμενα παρουσιάζονται συνεχώς, άλλοτε σε έξαρση και άλλοτε σε ύφεση. Για του λόγου το αληθές ας μου επιτραπεί να αντιγράψω όσα έγραφε ο Ανδρέας Λασκαράτος το 1870:
Ο βουλευτής
Ο υποψήφιος βουλευτής, πολύν καιρό πρό της ψηφοφορίας, αρχίζει να χαιρετά, άλλοτε εγκαρδίως και άλλοτε βαθυσεβάστως, όλους όσους έχουν ψήφο. Ξεσπαθώνει υπέρ του λαού και όσους περισσότερους θανατώσει υπέρ του λαού, τόσο περισσότερο άξιος ο μισθός του. Πηγαίνει στα χωριά και γλυκομιλεί στους χωρικούς. Αδέρφια μου, συμπολίτες μου κ.λπ. Αργότερα βγάζει το πρόγραμμα όπου υπόσχεται όσα και ο Πρωθυπουργός και εννοείται, με τη διαβεβαίωση της εφαρμογής τους. Αν είναι πλούσιος ή αν έχει πλούσιους υποστηριχτές, οι φτωχοί ψηφοφόροι οικονομούνται με 5-10-15 φράγκα ο καθένας για την ψήφο του. Τελειώνοντας με επιτυχία το έργο του στον τόπο του φεύγει τότε για την Αθήνα. Στην Αθήνα ο μεγαλέμπορος στον τόπο του εκλογικών ψήφων παρουσιάζεται μεταπράτης, αλλά θησαυρού μεταπράτης, επειδή φέρνει χιλιάδες ψήφους συμπυκνωμένες σε μία μόνη αλλά πολύτιμη ψήφο. Μία τέτοια ψήφος, ένας πολύτιμος αδάμας, δεν αγοράζεται με 5-10-15 φράγκα αλλά με δημόσιες θέσεις του υιού, του αδερφού, του ξαδέρφου, με μεταθέσεις, με διορισμούς και με άλλα ρουσφέτια. Και έτσι τελειώνοντας η δεύτερη πράξη, τελειώνει και όλο το στάδιο του βουλευτή μας.
Ο ψηφοφόρος.
Ο ψηφοφόρος, εκτός σπάνιων εξαιρέσεων, είναι τελείως ανίδεος των ηθικο – πολιτικο – κοινωνικών συμφερόντων της ανθρωπότητας, του Έθνους ή του τόπου του. Αλλά και αν τον έκανες να τα καταλάβαινε, έμενε παντελώς αδιάφορος γι’ αυτά. Αντί όλων αυτών εκτιμά και γυρεύει το ιδιαίτερο ατομικό του συμφέρον. Στην ψήφο που του έδωσε ο νομοθέτης έχει ένα πίστωμα. Πίστωμα χωρίς προσδιορισμένο σκοπό, αλλά ανάλογα με την περίσταση, με συμβιβασμό, ορίζεται το ποσό και πληρώνεται 5 ή 10 φράγκα περισσότερο ή λιγότερο. Πληρώνεται ακόμη και με υπόσχεση θέσης στα Δικαστήρια, δασοφύλακας, τελώνης, αρχαιοφύλακας κ.λπ. Πληρώνεται ακόμη και με υπόσχεση μεσιτείας για την υπόθεσή του, να του παραχωρηθεί το ένα ή το άλλο, να μιλήσει ο Βουλευτής στον Υπουργό κ.λπ. Τέτοια είναι τα δάχτυλα που ρίχνουν ψήφους στις κάλπες. Έτσι ο ψηφοφόρος δεν είναι πολίτης γνωμοδοτών με την ψήφο του για τα συμφέροντα της κοινωνίας, αλλά απλώς και μόνον για τα ατομικά του συμφέροντα. Αλλά εμείς οι Ανατολίτες αντιγράφουμε τους πολιτικούς θεσμούς των Ευρωπαίων, όπως αντιγράφουμε και τις μόδες τους από τα φιγουρίνια τους.
Ίσως όλα αυτά να είχε υπόψη του ένας άλλος διανοούμενος της εποχής εκείνης, ο Γεώργιος Σουρής, όταν εξέφραζε την απογοήτευση και το παράπονό του με το δίστιχο:
Ω Ελλάς, ηρώων χώρα
τι γαιδάρους βγάζεις τώρα...
Όλα αυτά σε κάνουν να αναρωτιέσαι: Άραγε η κρίση, οικονομική, πολιτική, κοινωνική και ηθική που βιώνουμε, είναι σύμπτωμα των δύο – τριών τελευταίων ετών ή μήπως των δύο τελευταίων αιώνων;