Από τον Γιάννη Κοντογιάννη*
Τις δύο τελευταίες ημέρες του Αυγούστου ήλθαν τα τρία πρώτα δείγματα μούστου στο εργαστήριό μου με πυκνότητα σε ζάχαρα 15, 16 και 15,5 Be, από σταφύλια διαφόρων ποικιλιών, αλλά και μοσχάτο Αμβούργου. Εάν προσθέσω και τα λεγόμενα των τριών παραγωγών, ότι τα σταφύλια αυτά κατά την κοπή στις μηχανές κολλούσαν στους κυλίνδρους και δεν έπεφταν στην κάδη. Αν προσθέσουμε και την πληροφορία που λέγει για τα επιτραπέζια ότι η απόδοσή τους σε κιλά φέτος είναι αισθητά μικρότερη των προηγούμενων χρόνων, τότε βγάζουμε το συμπέρασμα ότι τα σταφύλια θα είναι «ζητημένα» φέτος αφού τα προσφερόμενα κιλά θα είναι λιγότερα.
Γεγονός που άρχισε να φαίνεται με την κοπή της ποικιλίας βικτώρια, αλλά και του μοσχάτου μας.
Αυτά είναι τα πρώτα μηνύματα για την ποιότητα και την πυκνότητα των σταφυλιών. Ας περιμένουμε όμως.
Κατόπιν ήρθε η γενική συνέλευση του Οινοποιητικού Συνεταιρισμού Τυρνάβου και όρισε τις τιμές.
Στη συνέχεια άρχισαν να λειτουργούν οι νόμοι της αγοράς που λένε και οι «Φιλελεύθεροι». Δηλαδή προσφορά και ζήτηση συν καιρικά φαινόμενα, οπότε θα διαμορφωθούν και οι τιμές.
Πάντως για τα κρασοστάφυλα θα επαναλάβω τον χρυσό και διαχρονικό κανόνα που λέει ότι: Ποιότητα και ποσότητα είναι ποσά αντιστρόφως ανάλογα. Διότι ανεβαίνει η ποσότητα πέφτει η ποιότητα και αντίστροφα.
Εδώ, λοιπόν, θα διατυπώσω και έναν άλλο κανόνα, προσωπικό που η μακροχρόνια αμπελοοινική ενασχόλησή, μου δίνει το δικαίωμα. Λέω, λοιπόν ότι όταν ανεβαίνει πολύ η τιμή του κρασιού τότε πέφτει η κατανάλωση. Και αντιστρόφως.
Είθε να βγω ψεύτης, αλλά θα γίνει με το κρασί και το τσίπουρο ό,τι γίνεται με το πετρέλαιο θέρμανσης και τα ξύλα. Εντελώς όμοιες στροφές. Καθότι τα μεν πρώτα μας θερμαίνουν εσωτερικά (κρασί και τσίπουρο), τα δε δεύτερα εξωτερικά (πετρέλαιο, ξύλα και πέλετς).
Μην χαμογελάτε έτσι είναι ακριβώς. Συμπέρασμα: Φέτος θα έχουμε μια καλή κρασοχρονιά.
Και καθώς γράφηκαν οι παραπάνω γραμμές να και η τιμή για το 95% των σταφυλιών που θα παραδώσουν οι παραγωγοί – συνεταίροι στο Οινοποιείο Τυρνάβου. Τρία λεπτά του ευρώ περισσότερα από πέρυσι κατά κιλό, δηλαδή, 0,35 ευρώ.
Λογικά πράγματα όχι ενθουσιασμοί, αρκεί να γεμίσουν οι δεξαμενές με ντόπια σταφύλια, ώστε το κρασί στα μπουκάλια να είναι 100% Τυρνάβου και όχι Παιανίας, αλλά και το τσίπουρο Τυρνάβου να είναι από τυρναβίτικα σταφύλια 100%.
Επίσης οι τιμές στο μπουκάλι να είναι προσιτές στον πολύ κόσμο, γιατί όπως γυρίσαμε στις ξυλόσομπες να μην γυρίσουμε στα βαρέλια με τις ανθρωποθυρίδες της δεκαετίας του ’60 και νωρίτερα, στις ταβέρνες με τις μπόμπες που γέμιζε τις «μισές» ο ταβερνιάρης κατευθείαν από την κάνουλα.
Αλλά, περί ρετσίνας και τις μπόμπες και της επιστροφής στα παλιά, θα τα πούμε αργότερα, όταν δροσίσει και όταν ανοίξουν τα πρώτα μπουκάλια «μποζολέ». Σταματώ εδώ και εύχομαι καλό τρυγητό, με καλό καιρό, καλές τιμές, καλές επιταγές με αντίκρισμα, γενικά καλό μπερεκέτι.
*Ο κ. Γιάννης Κοντογιάννης είναι καθηγητής οινολόγος – χημικός