Του Νίκου Ι. Μεγαδούκα
Σε περιδίνηση, η οποία ίσως οδηγήσει σε συντριβή (όπως ενίοτε συμβαίνει με τα αεροσκάφη, που περιέρχονται σε τέτοια κατάσταση) ευρίσκονται τόσον η ελληνική κοινωνία, η οποία αναμένει στα τέλη Αυγούστου, νέες βάρβαρες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, (περικοπές τις οποίες «προβλέπει» το Μνημόνιο και για τις οποίες πιέζει, με καλβινιστική εμμονή, η Τρόικα) όσο και η κυβέρνηση των τριών κομμάτων, υπό τον Αντώνη Σαμαρά, καθώς έχει καταστεί εμφανής η διάσταση απόψεων και στρατηγικών μεταξύ των κυβερνητικών εταίρων, διάσταση, που, ήδη, προκαλεί τριγμούς στη συνοχή της, έστω κι αν προσώρας επιχειρείται η συγκάλυψή της.
Ο Αντώνης Σαμαράς, σε απόλυτη σύμπνοια με τον υπουργό του επί των Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα και σε «συνεργασία» με την Τρόικα, προχωρεί άμεσα στην εξεύρεση των μέτρων ύψους 11,5 δισ. ευρώ, τα οποία (επιμένει να) θεωρεί ότι αποτελούν «διαβατήριο» για την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη, οι δε κυβερνητικοί του εταίροι (με προεξάρχοντα τον Ευ. Βενιζέλο - ο οποίος, όμως, είχε υπογράψει για τη λήψη των συγκεκριμένων επαχθών μέτρων στο ισχύον Μνημόνιο - και τον «υπεύθυνο αριστερό» Φώτη Κουβέλη, οι οποίοι, κατά τα φαινόμενα, προσπαθούν να συγκροτήσουν, με πολιτικό και εκλογικό σκεπτικό, ενιαία κεντροαριστερή παράταξη) αφού, με θεατρικό τρόπο, διατύπωσαν τις ενστάσεις τους, στο τέλος υποχώρησαν.
Ενστάσεις, που αφορούσαν μια άλλη στρατηγική, δηλαδή την αναβολή της λήψεως των επαχθών μέτρων (αφού πρώτα δοθεί στην Ελλάδα η επιμήκυνση του χρόνου της δημοσιονομικής προσαρμογής και υλοποιηθούν οι λεγόμενες αποκρατικοποιήσεις και οι διαρθρωτικές αλλαγές) στρατηγική που, όμως, απορρίφθηκε από τους δανειστές.
Η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί έχει τρομοκρατήσει το Μέγαρο Μαξίμου, το οποίο ανησυχεί για την κυβερνητική συνοχή και τη βιωσιμότητα του σχήματος, καθώς θεωρεί βασίμως ότι πρωτίστως ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ο οποίος βαδίζει εντός ενός ναρκοθετημένου ΠΑΣΟΚ, αλλά και ο Φώτης Κουβέλης, έχοντας αυτό ακριβώς το άγχος των εσωκομματικών τους προβλημάτων και την πίεση του «δυναμικού» ΣΥΡΙΖΑ εξ αριστερών, κινούνται με «κοινή θέση» και με την εκλογική λογική της «κεντροαριστεράς συμπλεύσεως» και πετώντας «την μπάλα στην εξέδρα», προσπαθούν να αποφύγουν να εμπλακούν στο θέμα της λήψεως των βάρβαρων μέτρων, τονίζοντας ότι, σε τελική ανάλυση, ο Α. Σαμαράς «έχει την ευθύνη των χειρισμών και περιμένουμε τα αποτελέσματα».
Ο ΠΕΙΘΑΝΑΓΚΑΣΜΟΣ
Η κυβέρνηση, λοιπόν, επιμένει στα μέτρα των 11,5 δισ. ευρώ, με νέες διαβουλεύσεις με την Τρόικα, γνωρίζοντας ότι μια τέτοια βάρβαρη απόφαση ενδεχομένως να σημάνει την αρχή του τέλους της, αν και ορισμένοι αναλυτές δεν αποκλείουν την εκδοχή να αξιοποιηθεί αυτή η κατάσταση της «ισορροπίας τρόμου» στο κυβερνητικό σχήμα, ως διαπραγματευτικό ατού στις πολιτικές διαβουλεύσεις που θα ξεκινήσει ο πρωθυπουργός στα τέλη Αυγούστου, με τις συναντήσεις που θα έχει με την Καγκελάριο Μέρκελ και τον Πρόεδρο Ολάντ της Γαλλία.
«Η Ελλάδα έχει μόνο δύο εβδομάδες για να πείσει τους δανειστές της ότι μπορεί να επαναφέρει σε τροχιά τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις», υποστηρίζει πρόσφατο άρθρο του βρετανικού «Economist», στο οποίο προστίθεται η κινδυνολογική (αλλά όχι μόνο) επισήμανση πως «αν τα νέα σχέδια της Αθήνας να δρομολογήσει περικοπές δαπανών ύψους 14,5 δισ. ευρώ την ερχόμενη διετία (σ.σ. εννοεί τα 11,5 δισ. ευρώ του προγράμματος και τα 3 δισ. ευρώ πρόσθετα για το τρέχον έτος, καθώς ο προϋπολογισμός έχει πέσει έξω) κριθούν μη ρεαλιστικά, τότε η επόμενη δόση των 31,2 δισ. ευρώ δεν θα εκταμιευθεί».
Σ’ αυτή την περίπτωση, δεν θα είναι δυνατή η ανακεφαλαίωση των μεγάλων τραπεζών, οπότε, ελλείψει πιστώσεων, η ελληνική οικονομία θα συρρικνωθεί, με αποτέλεσμα να «παγώσουν» μισθοί και συντάξεις και τότε η έξοδος της χώρας από το ευρώ θα είναι θέμα μερικών εβδομάδων, σημειώνεται στο άρθρο, στο οποίο εμπεριέχεται η εκτίμηση ότι οι Έλληνες ανησυχούν για το ενδεχόμενο οι αγορές να «επιτεθούν» στην Ισπανία και στην Ιταλία, κάτι που «ενδέχεται να οδηγήσει τους ευρωπαίους εταίρους στην απόφαση να θυσιάσουν την Ελλάδα στον βωμό της διάσωσης της ευρωζώνης».
Ας σημειωθεί ότι την ίδια επιχειρηματολογία, ότι, δηλαδή, αν δεν ληφθούν τώρα τα νέα μέτρα, τότε θα είναι αρνητική η έκθεση της Τρόικας, δεν θα εκταμιευθεί η επόμενη δόση, δεν θα δοθεί η επιμήκυνση της προσαρμογής και φυσικά θα κινδυνεύσει η παραμονή της χώρας στο ευρώ, χρησιμοποίησε ο Α. Σαμαράς για να πειθαναγκάσει τους κ. Βενιζέλο και Κουβέλη να συμφωνήσουν.
Οι κυβερνητικοί εταίροι πρέπει να αντιλαμβάνονται το βαρύ πολιτικό κόστος, που έχει η υλοποίηση των νέων μέτρων, αν και σε κάθε περίπτωση δεν επιθυμούν να αποτελέσουν το εφαλτήριο για μια νέα δημοσκοπική άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ από το φθινόπωρο, υποστηρίζουν πολλοί αναλυτές.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι οι δημόσιες δηλώσεις των κυβερνητικών εταίρων μπορεί να είναι σχετικώς ήπιες, αλλά η διαφορά ανάμεσα στις μεταξύ τους αντιλήψεις είναι μεγάλη, είναι δε, εξάλλου, χαρακτηριστικό πως οι κ. Σαμαράς και Βενιζέλος συναντήθηκαν κατ’ επανάληψη με την Τρόικα, ενώ ο Φώτης Κουβέλης δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημα για συνάντηση μαζί της.
Υπενθυμίζεται ότι ο Πρόεδρος της Κομισιόν Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο είχε «παροτρύνει» τον Α. Σαμαρά να «βιαστεί να δείξει αποτελέσματα». «Τα λόγια πλέον δεν αρκούν», του δήλωσε, ο δε Αμερικανός βοηθός υπουργός Εξωτερικών Φίλιπ Γκόρντον, που επισκέφθηκε την Αθήνα αποσαφήνισε πως το αίτημα για επιμήκυνση του χρόνου προσαρμογής είναι πρόωρο και ότι χρειάζεται προηγουμένως «πρόοδος στον τομέα των μεταρρυθμίσεων».
ΠΡΙΝ ΤΟ ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟ
Κι ενώ το Υπουργείο των Οικονομικών επέμενε πως «θα απαιτηθούν μήνες χειροπιαστών αποτελεσμάτων προτού μπορέσουμε να υποβάλουμε το αίτημα της επιμήκυνσης», οι συμπλέοντες κ. Βενιζέλος και Κουβέλης επέμεναν, αλλά απέτυχαν και συμβιβάστηκαν, στην ανάγκη να παραταθεί η περίοδος δημοσιονομικής προσαρμογής ως το τέλος του 2016, ώστε η μετάβαση από τα δημοσιονομικά ελλείμματα σε πρωτογενή πλεονάσματα να επιτευχθεί με ομαλό τρόπο, χωρίς να ανατροφοδοτείται η ύφεση.
Ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ ήθελε δύο φάσεις προσδιορισμού των μέτρων: μία για το 2013 - 2014, με μέτρα άμεσης εφαρμογής και μία δεύτερη για το 2015-2016, με προσδιορισμένα ποσά αλλά όχι συγκεκριμένα μέτρα, τα οποία, σύμφωνα με το σκεπτικό του, θα αποφασιστούν στο πλαίσιο ενός επικαιροποιημένου μεσοπρόθεσμου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής. Τόνιζε δε (και αυτό είναι απολύτως σωστό, με βάση την οικονομική θεωρία) ότι αν δεν δοθεί περισσότερος χρόνος στην Ελλάδα, όποια μέτρα και αν επιβληθούν, θα αποδειχθούν και πάλι αναποτελεσματικά εντείνοντας περισσότερο την ύφεση.
Αλλά, σε έναν εκρηκτικό διάλογο που είχαν στο ΠΑΣΟΚ, ο Μιχάλης Χρυσοχοϊδης του «απάντησε»:
«Τι μας λέτε ότι τα μέτρα είναι του Σαμαρά; Τα μέτρα αυτά είναι εκείνα που είχαμε ψηφίσει τον Φεβρουάριο, με σένα υπουργό των Οικονομικών και τώρα απλώς τα επικαιροποιούμε. Εμείς τα πήραμε τα μέτρα».
Ανάλογες διεργασίες γίνονται και στη ΔΗΜΑΡ, η ηγεσία της οποίας επιμένει ότι θα πρέπει να προστατευθούν οι οικονομικά ασθενέστεροι. Η ΔΗΜΑΡ, η οποία έχει βάλει αρκετό νερό στο κρασί της στις αποκρατικοποιήσεις και τις διαρθρωτικές αλλαγές, θέτει βέτο στους τομείς της ενέργειας και των υδάτων, τα οποία θεωρεί ότι πρέπει πάση θυσία να παραμείνουν υπό κρατικό έλεγχο.
Το κλίμα μεταξύ των κυβερνητικών εταίρων είναι βαρύ, αλλά όχι ακόμη συγκρουσιακό, ο δε Α. Σαμαράς έχει απόλυτη επίγνωση των εσωτερικών δυσκολιών με τις οποίες είναι αντιμέτωπα τα δύο κόμματα που τον στηρίζουν, ενώ το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ έχουν επίσης πλήρη συνείδηση του δυσμενέστατου περιβάλλοντος εντός του οποίου ξεδιπλώνεται η προσπάθεια της κυβερνήσεως, πλην, όμως, δεν τόλμησαν να την ανατρέψουν.
ΕΚΡΗΚΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Ο Ευ. Βενιζέλος δεν τόλμησε τη σύγκρουση με τον Α. Σαμαρά και την κυβέρνηση, γιατί απλώς δεν το μπορεί, αφού η κατάσταση στο κόμμα του (όπου πολλοί λένε πως θα αποδειχθεί ίδιος με τον Γιάννη Ζίγδη του 1977, όταν παρέλαβε την «Ένωση Κέντρου», που μετά διαλύθηκε) είναι εκρηκτική και η θέση του εν πολλοίς ναρκοθετημένη.
Ήδη, έχει σχηματιστεί ένα αντιβενιζελικό μπλοκ, στο οποίο περιλαμβάνονται ο πρώην πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου, ο Μιχάλης Χρυσοχοίδης, ο Ανδρέας Λοβέρδος (οι οποίοι μαζί με άλλους τρεις βουλευτές καταψήφισαν το νομοσχέδιο για τα ΑΕΙ ) αλλά και η Άννα Διαμαντοπούλου. Και δεν αποκλείεται, από τους περισσότερους αναλυτές, όλα αυτά να σηματοδοτήσουν την απαρχή της ρήξεως και της συγκρούσεως στο ΠΑΣΟΚ, πιθανότατα με αποχώρηση και ανεξαρτητοποίηση της λεγόμενης ομάδας Λοβέρδου, αλλά αυτό μπορεί να οδηγήσει το κόμμα στη διάσπαση και ίσως την συγκυβέρνηση σε πτώση.
Και στη ΔΗΜΑΡ, η οποία καλείται να συναινέσει όχι μόνον στον περιορισμό του κράτους, αλλά και σε εξόφθαλμα αντιλαϊκές αποφάσεις, υπάρχει αυξημένος προβληματισμός, καθώς αν τελικώς συνυπογράψει επαχθή μέτρα, θα έχει διαρροές προς το ΣΥΡΙΖΑ.
Δεν δε είναι τυχαίο ότι ο Φ. Κουβέλης εγκατέλειψε το σχέδιο να συγκαλέσει συνέδριο του κόμματος το φθινόπωρο, ευελπιστώντας ότι μέχρι την άνοιξη του 2013, ίσως καταφέρει το κόμμα να αποκτήσει διακριτή θέση στην πολιτική σκηνή και να εξευρεθούν οι ισορροπίες ανάμεσα στην Κεντρική Επιτροπή και την κοινοβουλευτική του ομάδα. Όπως, εξ άλλου, κατέστησε σαφές κορυφαίο στέλεχος της ΔΗΜΑΡ, τα μέτρα θα καταψηφιστούν από τουλάχιστον 20 βουλευτές του κυβερνητικού συνασπισμού, οι περισσότεροι των οποίων θα είναι βουλευτές της ΔΗΜΑΡ.
Παρά ταύτα, υπάρχουν στον χώρο της Κεντροαριστεράς, δηλαδή στους χώρους του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ, διεργασίες (άλλωστε δεν είναι τυχαία η διαμορφούμενη κοινή στάση των κ.κ. Βενιζέλου και Κουβέλη έναντι των νέων μέτρων και του Μνημονίου) ώστε να υπάρξει (ακόμη και εκλογική) σύμπραξη.
«Η ιδέα της ίδρυσης μιας νέας πολυσυλλεκτικής κεντροαριστερής παράταξης, στην οποία θα ενταχθούν κάπως σαν... συνιστώσες το ΠΑΣΟΚ, η ΔΗΜΑΡ, οι Οικολόγοι και άλλες συγγενείς δημοκρατικές δυνάμεις, όχι μόνον ομολογείται ως αναγκαία λύση από στελέχη και των δύο κομμάτων, αλλά ατύπως έχουν αρχίσει και οι σχετικές διεργασίες», υποστηρίζεται σε σχετικό ρεπορτάζ της «Καθημερινής».
Φυσικά, δεν πρέπει να λησμονούμε τα προβλήματα στην ίδια την κυβέρνηση, με τον πρωθυπουργό να φέρεται ενοχλημένος από τα πρώτα φάλτσα ορισμένων υπουργών και δεν είναι τυχαίο ότι προειδοποίησε πως «αν κάποιοι παίξουν παιχνίδια και μέσα στην παράταξή μας, ο λαός θα τους αντιμετωπίσει ακόμη πιο αυστηρά. Και πριν τον λαό θα τους αντιμετωπίσω εγώ στο όνομα του λαού».
«Η κατάσταση είναι οριακή και δεν είναι υπερβολή αυτό που αναφέρει κορυφαίο κυβερνητικό στέλεχος, ότι ορισμένοι υπουργοί, τους οποίους, όμως, δεν κατονομάζει, αντιμετωπίζουν με έναν ιδιότυπο «στρουθοκαμηλισμό» την υπόθεση των μέτρων και των περικοπών, αν και θεωρούν ότι στο τέλος θα γίνει το θαύμα», έγραψε το «Βήμα».
Ωστόσο, την κοινωνία απασχολεί η δική της περιδίνηση στην κρίση και δεν νοιάζεται για τα επικοινωνιακά, τα κομματικά, τα εκλογικά παιχνίδια, τη διαγραφή του Νίκου Νικολόπουλου από την ΝΔ και τα εν γένει προβλήματα των κυβερνητικών εταίρων, οι οποίοι, όμως, θα πρέπει να αντιληφθούν, όσο είναι καιρός πριν εκδηλωθεί «κοινωνικό κραχ», ότι οι πολίτες δεν αντέχουν άλλες περικοπές μισθών, συντάξεων και δικαιωμάτων.
Εν κατακλείδι, όπως έγραψε ο Κώστας Ιορδανίδης στην «Καθημερινή», «ουδέποτε η ρευστότητα υπήρξε μεγαλύτερη στην ελληνική πολιτική σκηνή. Ουδέποτε οι πολιτικοί ηγέτες αυτής της χώρας βρέθηκαν στην ανάγκη να αναθεωρούν πολιτικές διακηρύξεις και προγραμματικές δηλώσεις σε ελάχιστο χρονικό διάστημα. Οι μεταπτώσεις από το «ονειρικό» στο «πραγματιστικό» επίπεδο θέτουν σε σοβαρότατη δοκιμασία τις αντοχές του πολιτικού συστήματος της χώρας. Άγνωστη ως εκ τούτου η τύχη των διαχειριστών της εξουσίας».