Από τον Θρασύβουλο Καβασίδη
Στο νεότερο Ελληνικό Κράτος, κάθε φορά που επιχειρήθηκε να πραγματοποιηθεί κάποια μεταρρύθμιση, η συντηρητική κοινωνία του, που κατατρύχεται, ακόμη και σήμερα, από ένα σωρό προλήψεις και ιδεοληψίες, αντιδρούσε με εκκωφαντικό τρόπο.
Γεγονότα που προκλήθηκαν εξαιτίας εισαγωγής μεταρρυθμίσεων είναι:
1. Τα Ευαγγελικά. Πρόκειται για τα αιματηρά γεγονότα που συνέβησαν στην Αθήνα, στις 8 Νοεμβρίου 1901. Αιτία ήταν η δημοσίευση μετάφρασης στη Δημοτική της Καινής Διαθήκης. Οι αντιδράσεις ξεκίνησαν από φοιτητές της θεολογικής του Πανεπιστημίου Αθηνών και μερίδα του Τύπου της εποχής, οδηγώντας τη χώρα σε πολιτική και εκκλησιαστική κρίση.
2. Τα «Αθεϊκά» και η δίκη του Ναυπλίου, που έγινε τον Απρίλιο του 1914, με κατηγορούμενους τον ιδρυτή του Ανώτερου Παρθεναγωγείου Βόλου και του Εργατικού Κέντρου Βόλου, (1908) Δημ. Σαράτση (1871-1951) και το διευθυντή του Αλεξ. Δελμούζο (1880-1956), υπέρμαχους του δημοτικισμού. Το Παρθεναγωγείο, λόγω των σφοδρών αντιδράσεων, διέκοψε τη λειτουργία του (1911). Κατηγορήθηκαν για αθεΐα, για ανατρεπτικές ιδέες και προσβολή των ηθών! Φυσικά οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν.
3. Η Δίκη των Τόνων. Πρόκειται για την πειθαρχική δίωξη που ασκήθηκε κατά του Καθηγητή της αθηναϊκής Φιλοσοφικής Σχολής Ιωάννη Θ. Κακριδή (1941). Αφορμή η κυκλοφορία βιβλίων του Κακριδή «με απλοποιημένο τονικό σύστημα»! Συγκεκριμένα επρόκειτο για δύο βιβλία – εργασίες, τα «Σχόλια στον Επιτάφιο του Θουκυδίδη» και «Ελληνική Κλασσική Παιδεία» με μονοτονικό σύστημα και στη δημοτική. Ο Κακριδής κρίθηκε ένοχος (!) και του επιβλήθηκε η πειθαρχική ποινή δίμηνης απόλυσης!
4. Πολιτικός Γάμος (Νόμος 1250/1982). Η πρώτη Κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου έφερε προς ψήφιση στη Βουλή σχέδιο νόμου, με το οποίο θα καθιερωνόταν ο Πολιτικός Γάμος ως υποχρεωτικός. Σκοπός του σχεδίου ήταν να επιλύσει χρονίζοντα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας. Μέχρι τότε κωλυόταν ο γάμος μεταξύ Χριστιανού και αλλόθρησκου (άρθρο 1354 Α.Κ.), ο δε γάμος αυτός ήταν ανυπόστατος. Κλήρος, αξιωματική αντιπολίτευση (Νέα Δημοκρατία), έμποροι εκκλησιαστικών ειδών κ.λπ. αντέδρασαν με σφοδρότητα. Τελικά με τον ψηφισθέντα πιο πάνω νόμο καθιερώθηκαν και οι δύο γάμοι (θρησκευτικός και πολιτικός) ως ισόκυροι.
5. Οι νέες ταυτότητες. Η Κυβέρνηση Σημίτη επιχείρησε (1998) να αντικαταστήσει της παλιές με νέου τύπου ταυτότητες, στις οποίες, μεταξύ των άλλων, δεν θα αναγραφόταν το θρήσκευμα. Έγινε σεισμός! Επικεφαλής της... επανάστασης τέθηκε ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος με τα εξαπτέρυγά του: είδαμε δύο πολιτικές οικογένειες, του κ. Μητσοτάκη και του κ. Καραμανλή να συμμετέχουν στο διενεργηθέν «δημοψήφισμα και ο Αρχιεπίσκοπος να κραδαίνει το «Λάβαρο της Αγίας Λαύρας» στις πραγματοποιθείσες «Λαοσυνάξεις». Άναρθρες κραυγές ακούγονταν, ως «κύμβαλα αλαλάζοντα». Τελικά ο στόχος επιτεύχθηκε, η άνοδος στην εξουσία της ... δεξιάς του Κυρίου. Οι ταυτότητες όμως κυκλοφόρησαν ομαλά.
6. Η καύση των νεκρών. Η καθιέρωση πρόσφατα και στη χώρα μας της καύσης των νεκρών προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις στους εκκλησιαστικούς και θεολογικούς κύκλους. Μάλιστα ο Μητροπολίτης Πειραιώς παρομοίασε την καύση των νεκρών με τα κρεματόρια των Ναζί!
Πριν από την επικράτηση του Χριστιανισμού είχε εφαρμογή τόσο η ταφή όσο και η καύση των νεκρών. Οι αρχαίοι μας πρόγονοι πίστευαν ότι οι νεκροί του Άδη έδιωχναν τις ψυχές των νεκρών που το σώμα τους δεν είχε ενταφιαστεί ή δεν είχε καεί, ή, τουλάχιστον, συμβολικά, δεν είχε ριχτεί πάνω τους λίγο χώμα.
Η πίστη αυτή είναι γνωστή από την ομηρική ακόμη εποχή. Το είδωλο του Πάτροκλου, του πιο αγαπημένου φίλου του Αχιλλέα, του παραπονείται ότι τον έχει λησμονήσει, γιατί όσο ήταν ζωντανός τον φρόντιζε, ενώ τώρα που είναι νεκρός είναι άταφος και τον διώχνουν οι ψυχές των πεθαμένων. Έτσι δεν μπορεί να σμίξει μ’ αυτές περνώντας τον Αχέροντα. Αμέσως ο Αχιλλέας πρόσταξε στους άνδρες του να φέρουν με μουλάρια ξύλα. Και πριν βάλουν τη φωτιά ο Αχιλλέας έκοψε τα μακριά μαλλιά του τα οποία «για του Σπερχειού τα έτρεφε τη χάρη». Τότε ο Αχιλλέας είπε: «Τώρα που πίσω δεν γυρνώ στη γη την πατρική μου /ο Πάτροκλος την κόμη μου ας πάρει πια μαζί του» [...] «Πάτροκλε πια να χαίρεσαι και μες τον Άδη ακόμη/ όσα πιο πριν σου έταξα σου τα τελειώνω όλα» (Ηλιάδα, Ραψωδία Ψ).
[Παρέκβαση: Ο Αχιλλέας είχε τάξει την κόμη του στον Σπερχειό ποταμό, όταν θα επέστρεφε από την Τροία. Επειδή, όμως, προαισθάνθηκε ότι δεν θα επέστρεφε ζωντανός, πρόσφερε την κόμη του στο νεκρό φίλου του.]
Στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή η ηρωίδα απευθυνόμενη στην αδελφή της Ισμήνη της λέει: «Τον Ετεοκλή, όπως λένε, με κρίση, δίκαιη/και κατά τη συνήθεια να θάψουν πρόσταξε (σσ. ο Κρέων)/ στη γή, για να τον τιμούν οι κάτω νεκροί,/ενώ για τον κακοθανατισμένο νεκρό Πολυνείκη λεν/ πως έχει προσταχθεί στο λαό της Πόλης (σσ. των Θηβών)/ να μην τον θάψει και να μην τον θρηνήσει κανείς,/ αλλά να τον αφήσουν άκλαυτο, άταφο, γλυκό εύρημα/ για τα πουλιά που ψάχνουν για την τροφή τους» (στίχοι 23-30).
Η Αντιγόνη υπακούοντας στον ηθικό νόμο φρόντισε να ταφεί και ο άλλος αδελφός της (Πολυνείκης), παραβαίνοντας, έτσι, το θετό νόμο του βασιλιά Κρέοντα και να υποστεί τη θανατική καταδίκη της.
Η επικράτηση του Χριστιανισμού στη χώρα μας είχε ως αποτέλεσμα την καθιέρωση μόνο της ταφής των νεκρών και τούτο γιατί πρεσβεύει την «ανάστασιν νεκρών». Γι’ αυτό θεωρεί ότι ο βιολογικός θάνατος είναι μία κατάσταση ύπνου και όταν επέρχεται αυτός οι πιστοί του λέγουν «εκοιμήθη». Γι’ αυτό «Πρέπει [...] να εμποδίζωνται εκείναι οι γυναίκες ή άνδρες, οπού πηγαίνουν επάνω εις τα μνήματα των συγγενών τους και κλαίουν ωσάν να μη είχαν ελπίδα, ότι θέλουν αναστηθούν μη νοούντες οι άγνωστοι (σ.σ. ανόητοι), ότι ο θάνατος των ορθοδόξων χριστιανών δεν είναι θάνατος αλλά είναι ένας ύπνος, από τον οποίον έχουν να εξυπνήσουν εν τη ημέρα της αναστάσεως» (ΠΗΔΑΛΙΟΝ σελ. 294)].
Το θέμα της ανάστασης των νεκρών αποτελεί το θεμέλιο λίθο της χριστιανικής θρησκείας. Οι χριστιανικές εκκλησίες θεωρούσαν αιρετική κάθε άποψη που αμφισβητούσε την ανάσταση νεκρών σωμάτων. Παρέχονταν η ελπίδα στους πιστούς της θρησκείας ότι ο θάνατος δεν αποτελούσε ένα τραγικό τέλος του ανθρώπου αλλά μια στάση, αφού θα επακολουθούσε η ανάσταση.
Την ανασύσταση των νεκρών σωμάτων με την ανάσταση αντέκρουσαν οι πολέμιοι της θρησκείας (Κέλσος, Πορφύριος κ.λπ). Μάλιστα ο Πορφύριος χαρακτηρίζει «Ολωσδιόλου ανόητη την ιδέα της αναστάσεως» και προβάλλει το εξής επιχείρημα: «Πολλοί άνθρωποι, βέβαια, έχασαν τη ζωή τους στη θάλασσα και τα κορμιά τους φαγώθηκαν από τα ψάρια, κι άλλοι τόσοι έχουν καταβροχθιστεί από θηρία και όρνια. Πώς είναι δυνατόν να επανέλθουν τα σώματά τους; [...] «Μα ακόμα κι αν ήταν εύκολο να τα αναστήσει (σ.σ. ο Θεός) θα ήταν αδύνατο να χωρέσει η γη αναστημένους όλους όσους έχουν πεθάνει από καταβολής κόσμου (σελ. 134 επ).
Την εποχή του Πορφύριου, η ανάσταση των νεκρών θα γινόταν ενσώματη, υλική, όπως ο Ιησούς εμφανίστηκε στους μαθητές του, και μάλιστα ζήτησε και έφαγε ψάρι και μέλι (Λουκά ΚΔ 42) ή, όταν ο Ιησούς εξέπνευσε «τα μνημεία άνοιξαν και πολλά σώματα των αγίων οι οποίοι είχαν κοιμηθεί αναστήθηκαν και αφού βγήκαν από τα μνημεία, μετά την ανάστασή του, εισήλθαν στη άγια πόλη και εμφανίστηκαν σε πολλούς». (ΚΖ’, 52-53)
Όλα αυτά την εποχή εκείνη φάνταζαν δυνατά. Σήμερα, όμως, είναι αδύνατον να πιστέψει κάποιος ότι είναι δυνατή η ανασύσταση των σωμάτων των νεκρών, γι’ αυτό και η εκκλησία πρεσβεύει ότι κατά την ανάσταση των νεκρών τα σώματα θα είναι άϋλα. Παρ’ όλα αυτά, όμως, εμμένει στην ταφή των νεκρών και αντιδρά με σφοδρότητα στη καύση τους.
* Ο Θρασύβουλος Καβασίδης είναι επίτιμος δικηγόρος