Διέκρινα στο δημοσίευμα της «Κ» της 1.7.2012 για «το ζήτημα των παιδιών του Εμφυλίου» μια - καταφανή - προσπάθεια του συντάκτη της να εξισορροπήσει τα πράγματα μεταξύ των δύο παρατάξεων, χωρίς όμως τούτο να εδράζεται σε γεγονότα που θα συνηγορούσαν σε μια τέτοια εκδοχή. Έτσι η κοινή λογική παραμερίζεται, συνήθως χάριν της αριστεράς.
Διότι είναι προφανές ότι εκείνη που διέπραξε το «παιδομάζωμα» είναι η παράταξη που είχε έλλειψη εφεδρειών. Και αυτή η παράταξη ήταν των ανταρτών - κομμουνιστών. Έτσι ο Κ. Γκριτζώνας, πολ. επίτροπος της μεραρχίας του Χαρ. Φλωράκη, γράφει στο βιβλίο του «Τα παιδιά του Εμφυλίου».
«...Μέσα λοιπόν σ’ αυτές τις συνθήκες, τις πολύ δύσκολες, που βρέθηκε ο Δ.Σ.Ε. αναγκάστηκε να αναζητήσει νέους μαχητές ανάμεσα στα παιδιά που βρίσκονταν στις Λαϊκές Δημοκρατίες... Τον Μάρτιο του 1949 έφτασαν στη Γιουγκοσλαβία, στα έμπεδά μας 1.200 παιδιά ηλικίας 14-16 χρόνων, είχαν συγκεντρωθεί από διάφορες χώρες που διέφυγαν όπως Αλβανία, Τσεχοσλοβακία, Ρουμανία. Αγόρια και κορίτσια μισά-μισά σχεδόν... εκπαιδεύσαμε αυτά τα παιδιά 35 μέρες, πολλά απ’ αυτά τα παιδιά... σκοτώθηκαν».
Έτσι ένα απ’ αυτά τα παιδιά, ο Μιχάλης Παρτσαλίδης, γράφει στην «Ελευθεροτυπία» της 13.12.1985. «Σκοπός του παιδομαζώματος ήταν να δημιουργηθεί ένα φυτώριο έμψυχου υλικού για το αντάρτικο». Και καταλήγει ο Μ. Παρτσαλίδης: «...Τα πιστοποιητικά αγνοουμένων και σκοτωμένων παιδιών ηλικίας 15-20 ετών, που φέραμε, είναι πολύ περισσότερα από τα πτυχία».
Η Μαργαρίτα Λαζαρίδου, υψηλόβαθμο στέλεχος του Κ.Κ.Ε. και του Δ.Σ.Ε., στο βιβλίο της «Πόλεμος και Αίμα» αναφέρεται στην τραγική μάνα Μάρθα Κεραμίδου και στις τρεις κόρες της Δάφνη, Παρθένα και την 15χρονη Χρυσούλα, τις οποίες επιστράτευσε ο Δ.Σ.Ε. το καλοκαίρι του 1948 και σκοτώθηκαν και οι τρεις.
Και ο Β. Μπαρτζιώτας «απαιτούσε από τη δύστυχη μάνα όχι μόνο να μην κλαίει, αλλά να είναι υπερήφανη για τον χαμό των παιδιών της!!».
Αυτό ήταν το «παιδοφύλαγμα», που επιφύλαξε στα ανήλικα Ελληνόπουλα ο Δ.Σ.Ε.
Εξάλλου, να σημειώσω ότι ο υποσημειούμενος υπήρξε επί 7ετία τρόφιμος των παιδοπόλεων και δικαιούται να καταθέσει λίαν συνοπτικά την εμπειρία του.
Στην παιδόπολη βρέθηκα με αίτηση του πατέρα μου, ενώ - προηγουμένως - βρέθηκα βιαίως μαζί με τη μητέρα μου και την αδελφή μου στην Αλβανία και Ουγγαρία (1948 - 1954), όμηρος των ανταρτών του Δ.Σ.Ε.
Θυμάμαι τα τραγούδια στο χωριό «Μπελογιάννης»: «Αχ Μόσχα εσύ, για σένα χτυπά με χαρά του λαού η καρδιά». Στις παιδοπόλεις: «Την ελληνική σημαία μάνα μου την αγαπώ».
Και όπως έγραψε ο, εξ Ολύμπου παιδίατρος, Κώστας Μπαρμπής, «οι παιδοπόλεις ήταν ένα καταφύγιο γαλήνης και προόδου για τα παιδιά που είχαν ανάγκη προστασίας στις δύσκολες ημέρες του εμφυλίου και αμέσως μετά».
Αντώνης Ν. Βενέτης
Μοναστηράκι Δωρίδος