Του Νίκου Ι. Μεγαδούκα
Σε μεταβατικό στάδιο έχει εισέλθει το ελλαδικό πολιτικό σκηνικό, με τα πολιτικά κόμματα να επιδιώκουν να προσαρμοστούν, μέσω αλλαγών ή και μεταλλάξεών τους, στα δεδομένα τα οποία συνεχώς δημιουργεί η οικονομική και κοινωνική κρίση, η οποία έχει, άλλωστε, διαδραματίσει καταλυτικό ρόλο στην περαιτέρω απαξίωσή τους στα μάτια των πολιτών.
Άπαντες προσπαθούν να βρουν τον βηματισμό τους στο νέο τοπίο, το οποίο διαμορφώνεται, ένα τοπίο, όμως, απολύτως ρευστό και σαθρό, καθώς η κρίση που μαστίζει την κοινωνία δεν έχει τελειωμό, όσο κι αν προσπαθούν οι πάσης φύσεως οπαδοί των μονοδρόμων της λιτότητας, δηλαδή τα κόμματα της μνημονιακής συγκυβερνήσεως και η εγχώρια οικονομική και μιντιακή ελίτ, να ωραιοποιήσουν την κατάσταση και ταυτόχρονα να αποδομήσουν τους (ετερόκλητους, είναι αλήθεια) αντιπάλους των μνημονιακών επιλογών.
Η τρικομματική κυβέρνηση με τη συνδρομή των κυρίαρχων ΜΜΕ, επικαλούμενη (με απολύτως επιλεκτικό τρόπο) ορισμένα θετικά γι’ αυτή δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου, αλλά και δηλώσεις συμπάθειας Ευρωπαίων ιθυνόντων, συνεχίζει να εξωραΐζει την πραγματικότητα και τονίζει πως «κάτι αλλάζει».
Και φυσικά παρασιωπούν εσκεμμένα τις επισημάνσεις ευρωπαϊκών οργάνων (εν προκειμένω της Ευρωπαϊκής Επιτροπής) που μιλούν για νέα πρόσθετα μέτρα για τη διετία 2015-2016 ή και αλλοιώνουν τα στοιχεία, καθώς αυτά τα μέτρα θα είναι 8 δισ. ευρώ και όχι 4 δισ. ευρώ, που ισχυρίζονται οι κυβερνητικοί παράγοντες.
Όσο κι αν ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ Ευ. Βενιζέλος θεωρεί ψευδεπίγραφο το δίλημμα «Μνημόνιο» ή «Αντιμνημόνιο», όσο κι αν οι υποστηρικτές των μνημονιακών πολιτικών επιμένουν πως μόνο με την παραμονή της χώρας στο ευρώ θα υπάρξει διέξοδος, εντούτοις δεν μπορούν να παραγνωρίσουν το γεγονός ότι ο ευρωσκεπτικισμός κερδίζει έδαφος σε χώρες του ευρωπαϊκού νότου και φυσικά στην Ελλάδα, ενώ πληθαίνουν οι φωνές (ακόμη και ιθυνόντων που ευθύνονται για τα σημερινά αδιέξοδα) που φρονούν ότι κοινωνικές εκρήξεις βρίσκονται προ των πυλών, όσο δεν ανακόπτεται ο ρυθμός ανόδου της ανεργίας.
Σε αυτό το σαθρό και ρευστό περιβάλλον, το οποίο επιβαρύνεται περαιτέρω από τις συνεχιζόμενες ρατσιστικές επιθέσεις, από τον εκτός ορίων τσαμπουκά της «Χρυσής Αυγής», από τη νέα επίδειξη αυταρχισμού (με την επιστράτευση των καθηγητών) αλλά και από την εκρηκτική κατάσταση στη Μέση Ανατολή (με επίκεντρο τη Συρία, όπου μια πολεμική αναμέτρηση δεν μπορεί να αποκλειστεί) ζητήματα, όπως η κυοφορούμενη μετεξέλιξη της ΝΔ, η προσπάθεια να γίνει ενιαίο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ, η επιχείρηση να αποκοπεί το ΠΑΣΟΚ από τον «παπανδρεϊσμό» (με πρόσχημα τα οικονομικά του κόμματος) η διαφαινόμενη πρόθεση της ΔΗΜΑΡ να γίνει μέλος του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος, η αλλαγή ηγεσίας στο ΚΚΕ (και η σταδιακή αποκαθήλωση στελεχών της παλαιότερης φρουράς, που έχουν εκφράσει ενστάσεις για την πολιτική του κόμματος) οι διεργασίες στον ευρύτερο δεξιό χώρο, συνιστούν προσπάθειες των κομμάτων να προσαρμοστούν να νέα δεδομένα και να προετοιμαστούν για τις ευρωεκλογές, τις εκλογές για τους ΟΤΑ και φυσικά τις εθνικές εκλογές.
Τα τρία συγκυβερνώντα κόμματα εκτιμούν πως η ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας συνιστά πλειοψηφική θέση στην ελληνική κοινωνία και προσπαθούν να δυσχεράνουν, με κάθε τρόπο, τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τους ΑΝΕΛ (καθώς στο εσωτερικό τους υπάρχουν διαμορφωμένες τάσεις υπέρ της εξόδου από το ευρώ) να περιχαρακώσουν το, ούτως η άλλως, απομονωμένο ΚΚΕ (που έχει σαφώς τοποθετημένο υπέρ της εξόδου από το ευρώ, αλλά με λαϊκή εξουσία) φαίνεται δε ότι δεν έχουν ακόμη καταλήξει στο πώς θα αντιμετωπίσουν την νεοναζιστική «Χρυσή Αυγή», αν και με την πολιτική που ακολουθούν δεν κάνουν τίποτα άλλο, από να την ενδυναμώνουν στα μάτια της αμήχανης και της τρομοκρατημένης κοινωνίας.
Στο πλαίσιο αυτό, ο πρωθυπουργός, ο οποίος αναζητεί επενδύσεις ανά τον κόσμο, φαίνεται πως έχει αποφασίσει να βάλει σε δεύτερο πλάνο τον ανασχηματισμό της κυβερνήσεώς του και να προχωρήσει σε αυτόν μετά το Συνέδριο της ΝΔ, έναν ανασχηματισμό ο οποίος πιθανότατα θα αποτυπώνει – ως προς τα πρόσωπα, αλλά όχι ως προς τις πολιτικές – το σχεδιασμό του για μία άλλη ΝΔ, δηλαδή μία «σύγχρονη ευρωπαϊκή Κεντροδεξιά».
Ο δε ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος εξακολουθεί να «ψάχνεται» και πολιτικά και κομματικά, μοιάζει στην παρούσα συγκυρία, αδύναμος να πείσει την ελληνική κοινωνία, το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ δεν μπορούν να τα βρουν ούτε μεταξύ τους και η «Χρυσή Αυγή» επιχαίρει, καθώς αφενός μεν πάγωσε (με ευθύνη του Μεγάρου Μαξίμου) προσώρας το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο του Αντώνη Ρουπακιώτη, αφετέρου δε γιατί συνεχίζει να ξεγελά την κοινωνία, τμήμα της οποίας δείχνει ευήκοον ους σε ένα μόρφωμα το οποίο πέραν του τσαμπουκά και του δήθεν αντισυστημικού του χαρακτήρα, ουδεμία συγκεκριμένη θέση λαβαίνει στα ζητήματα του τόπου.
Η κρίση, παρά την προσπάθεια να ωραιοποιηθεί η κατάσταση, βαθαίνει, η ύφεση συνεχίζεται και θα συνεχιστεί αφ’ ης στιγμής δεν εγκαταλείπονται οι μνημονιακές, δηλαδή οι υφεσιακές πολιτικές και όλα αυτά σημαίνουν ότι ο ελλαδικός πολιτικός κόσμος θα προσπαθεί να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα, αλλά η αποδοτικότητα των αλλαγών και των μεταμορφώσεών του θα εξαρτηθεί από το μέγεθος και τη διάρκεια της κρίσεως και από τις αντοχές της κοινωνίας.