«Καλημέρα σας, μπουμπούκια της Ελλάδας!». Χαιρέτησα την εκλεκτή ανδρο-παρέα, καθώς μου άνοιξαν την πόρτα.
«Καλώς την κυρία, που μας προέκυψε και ερασιτέχνης αρθρογράφος, ενώ πριν από λίγα χρόνια δεν ήξερες να μιλάς καλά-καλά ελληνικά!». Ανταποκρίθηκε ο κούκλος της παρέας και μου έκανε και χειραψία δείχνοντας τα γυμνασμένα του μπράτσα. Γελούσαν όλοι οι υπόλοιποι, ανάμεσά τους και ο σύζυγός μου, ο οποίος έφτασε πιο νωρίς από εμένα, να δει τους τέσσερις αγαπημένους, αχώριστους φίλους του, που όλοι τους είναι ανύπαντροι πενηντάρηδες. «Για μας, για τους τεμπέληδες πότε θα γράψεις;». Ρώτησε πάλι ο Πέτρος ο υπεργυμνασμένος φίλος μας, ο οποίος διαθέτει τέλειο σώμα και θυμίζει αρχαίο άγαλμα. «Ε, δεν θα σας χαλάσω το χατίρι, τώρα που σας βλέπω, μου ήρθε έμπνευση για να γράψω για σας», απάντησα. Μα, υπάρχουν τεμπέληδες στην Ελλάδα; Μπορεί να αναρωτηθεί ο αξιοσέβαστος αναγνώστης. Σας βεβαιώνω ότι έχω την τιμή και τη χαρά να γνωρίζω ουκ ολίγους σε αυτή τη χώρα, αλλά η αδυναμία μου είναι τα φιλαράκια του άντρα μου, που τους ξέρω από τότε που παντρευτήκαμε. Όλοι τους είχαν πολύ δουλευταράδες πατεράδες, που έζησαν τα σκληρά χρόνια της κατοχής και του εμφυλίου πολέμου και είχαν πολύ πείσμα να δώσουν στα παιδιά τους τα πάντα, για να μην τους λείψει τίποτα, φτάνοντας και στην υπερβολή. Στα ειρηνικά και καλά χρόνια - με πολύ κόπο φυσικά - έκτιζαν σπίτια, αγόραζαν χωράφια, επένδυσαν τα λεφτά τους σε διαμερίσματα, για να τα ενοικιάζουν. Οι γυναίκες τους όλες υπερπροστατευτικές μητέρες, με πολλή αγάπη μεγάλώσαν τα κανακάρια της οικογένειας, ασχολούμενες με τις δουλειές του σπιτιού και με την εξυπηρέτηση των αγοριών τους. Φτάνοντας στην ενηλικίωση, τα αγόρια έγιναν κοτζάμ γαϊδούρια άντρες, αλλά επειδή τα είχαν βρει όλα έτοιμα, δεν είχαν κανένα κίνητρο να πιάσουν καμιά δουλειά. Άσε που, τους πολλή ταλαιπωρημένους πατεράδες τούς έχασαν νωρίς και σκέφτηκαν: «γιατί να πάθουμε κι εμείς το ίδιο και να πεθάνουμε από την πολλή δουλειά; Αφού έχουμε χωράφια και σπίτια για να νοικιάζουμε, η μάνα μας έχει σύνταξη από τον πατέρα, φτάνει για να ζήσουμε». Να παντρευτούν και να κάνουν οικογένεια; Έ, όχι! Αυτό χρειάζεται πολύ κόπο και πολλές ευθύνες... Εδώ και χρόνια μου έλεγε ο Πέτρος: Οι Ελληνίδες είναι πολύ απαιτητικές, δεν προτιμούν τους τεμπέληδες και πού να βρούμε κάποια ξένη για κορόιδο να μας συντηρεί; Τέτοιο σπάνιο φρούτο μόνο σε έναν φίλο μου έχει τύχει!».
«Μάνα, φτιάξε ένα μέτριο ελληνικό καφέ για τη Μαργαρίτα και μην αργείς πολύ! Μη μας κάνεις ρεζίλι!» φώναζε ο Γιώργος στην κυρία Ελένη, η οποία ήταν στην κουζίνα και έβαλε τα πόδια του πάνω στο τραπέζι και γέμισε το τσιμπούκι του με καπνό για να καπνίσει. Δίπλα του ο Πέτρος - ο αδελφός του - δεν σταματάει να σηκώνει τα βαράκια, για να είναι σε φόρμα στην καθημερινή επίδειξη στο γυμναστήριο, όπου πηγαίνει εδώ και τουλάχιστον 20 χρόνια. Σπάνιο είδος άντρα είναι και αυτός, διαθέτει πολλά προσόντα, αλλά για δουλειά ούτε να ακούσει θέλει. Τα άλλα δύο φιλαράκια, ο Θωμάς και ο Σάκης, λένε πάντα φιλοσοφικές κουβέντες, που είναι αδύνατον να τις «πιάνεις». Α, ναι! Το πιο χαρακτηριστικό του τεμπέλη είναι, ότι έχει μια βαθιά φιλοσοφημένη άποψη για τα πάντα, όλα τα προβλήματα του κόσμου έχει αναλύσει και ξέρει βέβαια, πώς θα μπορούσε να αποφύγει η Ελλάδα την κρίση. Έχει την ιδιοφυία του Αϊνστάιν, αλλά μια λάμπα δεν μπορεί να
βιδώσει...
Έφτασε και ο περιποιημένος καϊμακλής καφές συνοδευόμενος από κουλουράκι, από τα χέρια της κυρίας Ελένης. Ντράπηκα πολύ να με εξυπηρετεί μια 85χρονη κυρία, που μόνο ο Θεός και η ψυχή της το ξέρει πόσα έχει τραβήξει με τους ανύπαντρους, τεμπέληδες γιους της και δεν έχει πια ελπίδα να χαρεί νύφες και εγγόνια.
«Α, ρε μάνα - που σε έχουμε πριγκίπισσα - χίλια χρόνια να ζήσεις! Να χαιρόμαστε τη σύνταξή σου και να έχεις κουράγιο να μας εξυπηρετείς!». φώναζε πάλι ο Γιώργος και φυσούσε τον καπνό από το στόμα του σαν καμινάδα. «Μα πώς συμπεριφέρεσαι έτσι στη μανούλα σου; Δεν ντρέπεσαι λιγάκι;» τον ρώτησα και κόντευα να πνιγώ από τον πολύ καπνό που είχε γεμίσει το δωμάτιο. «Η μάνα μας είναι πολύ θρησκευόμενη και θέλει ν΄ αγιάσει. Εμείς απλώς τη βοηθάμε, για να πάρει στον παράδεισο μεγαλύτερο στεφάνι!» ήταν η σοφή απάντηση.
«Εγώ πάντως συνάδελφοι προβληματίζομαι, είπε ο Θωμάς. Η δική μου μάνα είναι άρρωστη και αυτή είναι μεγάλη. Δεν την βλέπω να ζήσει για πολλά χρόνια. Ούτε τα σπίτια μας νοικιάζει κανένας, έχουμε πέσει έξω με την κρίση. Τι θα απογίνουμε;
Εμάς τους τεμπέληδες φιλόσοφους η Τρόικα δεν μας είχε υπολογίσει. Επίδομα σοφίας δεν πρόκειται ποτέ να μας χορηγήσει». «Και όμως χωρίς φιλόσοφους δεν μπορεί να πάει μπροστά αυτή η χώρα! Μα και στην ιστορία δεν έμεινε κανένα όνομα διάσημου εργάτη, αλλά όλοι ξέρουν για τους μεγάλους αρχαίους Ελληνες φιλόσοφους, που ήταν τεμπέληδες, όπως ο Πλάτων και ο Σωκράτης», έλεγε ο Σάκης και ταυτόχρονα μετρούσε και τις μύγες στον αέρα. Πω πω, πού αλλού να βρεις τέτοια παρέα! Σκέφτηκα πώς θα μπορούσα να βοηθήσω τους φίλους μας, τα άξια γεροντοπαλίκαρα. Πράγματι, όσα χρόνια τους ξέρω, σαν αυτή καμιά άλλη παρέα δεν με είχε ανεβάσει!
«Πρέπει να παντρευτείτε κι εσείς επιτέλους. Γιατί να μην κάνετε ευτυχισμένη κι εσείς μια γυναίκα, όπως έκανα κι εγώ τη Μαργαρίτα - που παντρεύτηκε ένα σοφό άντρα - είπε ο σύζυγός μου. «Έχεις απόλυτο δίκιο αγάπη μου, συμφωνώ μαζί σου. Δεν χάθηκε η ελπίδα και έχω μια ιδέα: θα γράψω μια αγγελία» του απάντησα. Αγαπητές άγαμες θυγατέρες, θα ήθελα λίγο την προσοχή σας! Τώρα παρουσιάζω την ευκαιρία της ζωής σας: Ζητούνται νέες, όμορφες, ευκατάστατες και εργατικές κοπέλες, χωρίς απαιτήσεις, με σκοπό το γάμο, για τέσσερις τεμπέληδες φιλόσοφους γεροντοπαλίκαρα! Προπαντός όμως οι υποψήφιες νύφες πρέπει να είναι στρίγγλες, όπως ήταν η Ξανθίππη - η γυναίκα του Σωκράτη - και πού και πού να τους πετούν μια κανάτα νερό στο σοφό τους κεφάλι!
Margarita Kakany