Ενώ το τραύμα αιμορραγούσε, η κυβέρνηση πίστεψε πως το 41% θα μπορούσε να το επουλώσει. Έκανε λάθος. Με απίστευτες κινήσεις κουτοπονηριάς, με χειροκροτήματα προς τον Καραμανλή, με μια εξεταστική παρωδία, μια κοινοβουλευτική ξεφτίλα πραγματικά, με φράσεις όπως «Όποιος μιλά για το μπάζωμα είναι για τα μπάζα» ή τα «Τέμπη είναι θέμα μπαγιάτικο» και άλλα μαργαριτάρια λόγων και έργων, ενόχλησαν και πολλαπλασίασαν τον θυμό. Ο καθένας από εμάς σκέφτηκε πως δε θα ήθελε με τίποτα το παιδί του να είναι στη θέση των γονιών που πενθούν. Ο θυμός μεγάλωνε περισσότερο, γιατί το αίσθημα της ατιμωρησίας είναι πλέον κυρίαρχο στη συνείδηση των πολιτών.
Όσα βίντεο και να βγουν από τους κουβάδες της τεχνολογίας, με δύο χρόνια καθυστέρηση, κανείς πια δεν τα πιστεύει. Η μεγάλη φωτιά που υψώθηκε στα 100 μέτρα, δημιουργώντας ένα τεράστιο μανιτάρι, μα προπαντός η κραυγή των παιδιών «Δεν έχω οξυγόνο» είναι οι εικόνες που συγκινούν, συναρπάζουν και κλονίζουν την εμπιστοσύνη των πολιτών προς το κράτος.
Σκέφτομαι τους γονείς και τους συγγενείς των θυμάτων αυτής της τραγωδίας. Πένθος και θυμός. Η ζωή τους σταμάτησε στα Τέμπη τον μοιραίο εκείνο Φεβρουάριο. Και μετά. Δικηγόροι, δικαστές, πραγματογνώμονες. Τους θαυμάζω που δεν τα παρατούν. Είναι λυπηρό και ανήθικο που τον αγώνα των ανθρώπων αυτών βρίσκονται συνάνθρωποι που τον λοιδορούν και τον χλευάζουν.
Ένας πατέρας που έχασε το παιδί του στα Τέμπη είπε: «Είναι βέβαιο πως θα έρθει η ώρα που θα συναντήσω τον γιο μου. Τότε πρέπει να του πω τι έκανα για εκείνον».
Η σοφία των αρχαίων Ελλήνων έπλασε τον μύθο της Νιόβης για να μιλήσει για το πένθος και την οδύνη της μανούλας. Όταν ο Απόλλων και η Άρτεμις σκοτώνουν τα 12 παιδιά της Νιόβης, η Νιόβη αντικρίζοντας τα νεκρά παιδιά της, εκ της φρίκης έμεινε άλαλος και ακίνητος ως να απελύθη, ένας άνεμος την ανήρπασε και τη μετέφερε στο όρος Σίπυλο της Φρυγίας. Εκεί η Νιόβη μεταμορφώθηκε σε πέτρα να πενθεί στη μοναξιά της και να τρέχουν τα δάκρυά της αιωνίως.
Η Φλανδώ, η ηρωίδα του Παπαδιαμάντη στο διήγημα του μεγάλου Σκιαθίτη συγγραφέα «Το αγνάντι», μεταμορφώνεται και αυτή σε βράχο για να αντέξει τον πόνο που τον προκάλεσε ο πνιγμός του αγαπημένου της. Γράφει ο Παπαδιαμάντης: «Και παρακάλεσε τους θεούς της που ήταν είδωλα πέτρες, να της κάνουν τη χάρη να γίνει και αυτή βράχος, πέτρα… Και το ζήτημά της έγινε και την έκαναν βράχο με σχήμα ανθρώπινο… Κι η φωνή της, το βογγητό της, γίνεται ένα με το βογγητό της θάλασσας... Να η ξέρα εκεί. Αυτή είναι η Φλανδώ».
Θα συνεχίσουμε σήμερα να διαβάζουμε Παπαδιαμάντη. Γιατί, «η λαλιά του δεν ξέρει από ψέμα» όπως λέει ο Ελύτης. Στο γνωστό διήγημα του μεγάλου Σκιαθίτη κοσμοκαλόγερου «Το μοιρολόι της Φώκιας», η μικρή Ακριβούλα πνίγεται σε μια απόκρημνη παραλία της Σκιάθου. Μια φώκια που τη βρήκε πνιγμένη τη μοιρολογεί. Τότε, ένας σοφός γέρος ψαράς, που γνώριζε τις φωνές της φώκιας, μεταφέρει στους ανθρώπους το μοιρολόγι της:
«Αυτή ήταν η Ακριβούλα
η εγγονή της γριά-Λούκαινας.
Φύκια είναι τα στεφάνια της,
κοχύλια τα προικιά της…
Κι η γριά ακόμα μοιρολογά
τα γεννοβόλια της τα παλιά.
Σα να ‘χαν ποτέ τελειωμό
τα πάθια κι οι καημοί του κόσμου».
Συμπέρασμα: Μπορεί κάποια στιγμή να βρούμε παρηγοριά στα άγια κείμενα του Παπαδιαμάντη. Όμως, έρχεται η ώρα που το μέγα πλήθος και το μέγα πάθος θα σαρώσει τις αυταπάτες εκείνων που επένδυσαν στη λήθη πιστεύοντας πως θα παραμείνει εσαεί η εκκρεμοδικία των Τεμπών. Είναι βέβαιο πια πως «τα πάθια και οι καημοί του κόσμου δεν μπαζώνονται».
* Ο Στέλιος Τσιανίκας είναι πρόεδρος της Κοινότητας Ανατολής Αγιάς.