Τα φώτα θα ανάψουν, τα κάλαντα θα ακουστούν, η γαλοπούλα θα βγει καλοψημένη, η μαμά θα διαμαρτυρηθεί ότι «κανείς δεν εκτιμά το τρέξιμο που έριξε». Αλλά κάθε χρόνο είναι σαν πρώτη φορά. Από το στόλισμα του χριστουγεννιάτικου δέντρου μέχρι το γιορτινό τραπέζι, η μαγεία των Χριστουγέννων είναι πάντα έτσι... λίγο ακατάστατη και εντελώς απρόβλεπτη.
Το δέντρο γεμάτο στολίδια, πότε με μπάλες στραβές και άλλες που μοιάζουν να έχουν έρθει από την εποχή του Καποδίστρια. Όμως το στόλισμα παραμένει ιεροτελεστία, που πάντα καταλήγει σε αρένα διαφωνιών: «Το άσπρο στολίδι πάει εδώ!» – «Όχι, εκεί, δίπλα στην μπάλα που μισοφαίνεται από πίσω!» Το ίδιο συμβαίνει και με το γιορτινό τραπέζι. Κάθε χρόνο υπάρχει πάντα ένα ταψί ή ένα μπολ που δεν χωράει και γίνεται το πρώτο πεδίο μάχης. Η μάνα προσπαθεί να οργανώσει τα πιάτα σαν να λύνει παζλ, ενώ εσύ αναρωτιέσαι αν χρειάζεστε δεύτερο τραπέζι ή αν θα φας στην κουζίνα. Και πάντα θα υπάρχει κάποιος που θα ρωτήσει -ενώ πεινάει πολύ: «Μα πόσο θα φάμε;»
Όσο για την επίσκεψη στα καταστήματα για δώρα; Αποστολή επιβίωσης. Σπρώχνεσαι ανάμεσα σε πλήθη για να βρεις το τέλειο δώρο, αλλά στο τέλος καταλήγεις να κάνεις δώρο ένα ακριβό άρωμα και να πάρεις πίσω ένα ζευγάρι χνουδωτές κάλτσες – πάντα σε μέγεθος που δεν σου κάνει. Αλλά δεν πειράζει… Γιατί, όπως λέει η σοφία του καναπέ, «δώρα είναι, δεν τρώγονται».
Εκτός από δώρα, οι γιορτές φέρνουν και νέους στόχους. Κάθε 1η Ιανουαρίου υποσχόμαστε στον εαυτό μας να αλλάξουμε τον κόσμο, να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι… ή τουλάχιστον να τελειώσουμε τα μελομακάρονα πριν μπουν σε φάση… μπαγιατέματος! Όλοι μας έχουμε εκείνη τη λίστα με τα «ψεύτικα» ψηφίσματα γεμάτα «θα»: «Θα γίνω πιο οργανωμένος», «θα ξεκινήσω γυμναστήριο», «θα μαθαίνω κάτι νέο κάθε μέρα». Αυτά βέβαια μέχρι τις 2 Ιανουαρίου, γιατί μετά σταματά η παραμικρή διάθεση για τέτοια…
Και φυσικά, το τραπέζι στις γιορτές πάντα γεμίζει. Θείες, ξαδέλφια, φίλοι, όλοι γύρω από τα πιάτα. Γέλια, τσουγκρίσματα και κάποιος συγγενής, «ειδικός» στο ίδιο ανέκδοτο κάθε χρόνο. «Το έχετε ακούσει, αλλά είναι καλό!» λέει γελώντας, κι εσύ γελάς μαζί του, όχι γιατί είναι αστείο, αλλά γιατί αυτή η επανάληψη είναι η ίδια η έννοια του «σπιτικού»!
Η στιγμή που κόβουμε τη βασιλόπιτα είναι σαν μια μικρή παράσταση, γεμάτη ένταση. Όλοι προσπαθούμε να «υπολογίσουμε» πού μπορεί να βρίσκεται το φλουρί, αλλά πάντα υπάρχει κάποιος που το ψάχνει με «επιστημονική μεθοδολογία»: Περιστρέφει το κομμάτι, το ζυγίζει, το κοιτάζει από διάφορες γωνίες. Και τελικά το βρίσκει εκείνος ο θείος που δηλώνει «εγώ δεν πιστεύω σε αυτά» αλλά το κρατάει μετά σαν να κέρδισε το τζόκερ!
Στο γιορτινό τραπέζι, οι ερωτήσεις των συγγενών πέφτουν βροχή: «Πότε θα παντρευτείς;» «Τι έγινε με εκείνη τη δουλειά που είχες πει;». Και ενώ εσύ προσπαθείς να απαντήσεις διπλωματικά, παράλληλα γεμίζεις το πιάτο σου, ελπίζοντας ότι έτσι θα αποφύγεις την επόμενη ερώτηση. Αν μη τι άλλο, το τραπέζι είναι η τέλεια ευκαιρία να μάθεις πώς να δίνεις πολιτικές απαντήσεις σε χρόνο ρεκόρ.
Και κάπως έτσι, το φαγητό τελειώνει και όλα, ως συνήθως, πήγαν καλά… Πρωτίστως πέτυχε η συνταγή, γιατί στο γιορτινό τραπέζι υπάρχει πάντα και η «αντιπολίτευση»! Υπάρχουν πάντα αυτοί που πιστεύουν ότι αν τους αφήναμε να μαγειρέψουν, θα έβγαζαν το καλύτερο φαγητό. Αυτά βέβαια μέχρι να έρθει η ώρα να πλυθούν τα πιάτα... Το γιορτινό τραπέζι πάντως, μια δόση περιπέτειας την έχει. Γιατί τελικά «έτσι μας αρέσει», όπως έλεγε και η παλιά διαφήμιση μπύρας!
Και ξάφνου, κάπου εκεί, ανάμεσα στη φασαρία και στο χαλάρωμα της ζώνης του παντελονιού από το πολύ φαϊ, έρχεται η στιγμή που όλα ηρεμούν. Κοιτάς γύρω σου και σκέφτεσαι: «Αυτό ήταν». Αλλά η καρδιά είναι γεμάτη, έστω και αν δεν έφαγες ακόμη τον κουραμπιέ, επειδή είχε περισσότερη άχνη από ό,τι έπρεπε. Άλλωστε ο κουραμπιές, είναι η αρένα της χριστουγεννιάτικης στρατηγικής – πρέπει να τον φας με μία μπουκιά για να μην γεμίσεις ζάχαρη. Αλλά ποιος έχει τόσο μεγάλο στόμα;
Στο τέλος, πάντως, οι γιορτές δεν είναι ούτε τα δώρα, ούτε τα φώτα. Είναι οι στιγμές που γεμίζουν την καρδιά. Είναι οι ατέλειες και η αυθεντικότητα. Αυτό είναι τελικά το αισιόδοξο γιορτινό «ψήφισμα». Όπως και να ’χει αξίζει, έστω κι αν μείνει τελικά χωρίς χειροκρότημα… Ξεκινάμε με καλή διάθεση και βλέπουμε! Καλή χρονιά να έχουμε!
Ο Νίκος Ντόλας είναι φιλόλογος, διδάκτωρ Παν/μίου Αθηνών, πολιτευτής ΝΔ