Ήταν ξημερώματα της 12ης Δεκεμβρίου του 1990, όταν τέσσερις νέοι από το χωριό Αλύκο, που απέχει λίγα χιλιόμετρα από τα ελληνοαλβανικά σύνορα, οι Θύμιος Μάσιος, Βαγγέλης Μήτρος, Θανάσης Κώτσης και Αηδόνης Ράφτης, αποφάσισαν να διαφύγουν κρυφά στην Ελλάδα, διασχίζοντας την αυστηρά φρουρούμενη και θωρακισμένη με ηλεκτροφόρα συρματοπλέγματα ακόμη μεθόριο. Τους αντιλαμβάνονται, όμως, οι φρουροί και τους πυροβολούν. Πέφτουν και οι τέσσερις νεκροί. Η θλιβερή είδηση φτάνει στο χωριό, προκαλώντας θρήνο και αγανάκτηση. Οι κάτοικοι συγκεντρώνονται στην Κεντρική πλατεία και περίπου διακόσιοι εξ αυτών ξεκινούν για τα σύνορα που απέχουν έξι ώρες πεζή. Στη διαδρομή, αγανακτισμένοι, καταστρέφουν ή «απαλλοτριώνουν» κρατικά αυτοκίνητα, ακόμη και τρακτέρ, ωστόσο ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις τους μπλοκάρουν σε μια γέφυρα, ώστε να μη φτάσουν στον τόπο της δολοφονίας και τα σύνορα. Το πρωί της επομένης, όταν τα πτώματα μεταφέρθηκαν στο χωριό, συνέβη κάτι πρωτοφανές για τα δεδομένα της εποχής εκείνης, που ακόμη όλα «τα σκίαζε η φοβέρα»: Χιλιάδες άνθρωποι του Αλύκου και των γύρω χωριών, κρατώντας τα φέρετρα των παιδιών και φωνάζοντας συνθήματα, όπως «κάτω η δικτατορία», «Ραμίζ Αλία δολοφόνε» κ.ά., συγκρότησαν πορεία προς την πόλη των Αγίων Σαράντα. Η ανθρώπινη αυτή παλίρροια ταρακούνησε το κομμουνιστικό δικτατορικό καθεστώς, γιατί είχε μέσα της την οργή του λαού, τα πάθη, τις κακουχίες, τις εξορίες, τις φυλακίσεις και τις θανατώσεις δεκάδων Βουρκιωτών, όπως και εκατοντάδων Βορειοηπειρωτών. Φοβούμενο εξάπλωση της εξέγερσης, εάν οι διαδηλωτές έφταναν στους Αγίους Σαράντα, πόλη με ισχυρό ελληνικό στοιχείο, το καθεστώς ανέπτυξε στρατό, αστυνομία και άρματα μάχης στη διαδρομή στο ύψος των στενών της Γκιάστας. Ακολούθησε «μάχη» με τους εξαγριωμένους ομογενείς να πετροβολούν τις δυνάμεις του καθεστώτος και τις τελευταίες να απαντούν με πραγματικά πυρά, τραυματίζοντας σοβαρά έναν μειονοτικό. Ενώπιον του κινδύνου να εξελιχθεί η πορεία σε αιματοκύλισμα, οι ομογενείς υποχώρησαν και επέστρεψαν στα χωριά τους. Μετά την πτώση του τυραννικού καθεστώτος στην πλατεία του Αλύκου ανεγέρθηκε ανδριάντας στη μνήμη των τεσσάρων ομογενών, αλλά και εις ανάμνηση της ηρωικής εξέγερσης των Ελλήνων κάτοικων εναντίον του βάρβαρου καθεστώτος. Έκτοτε, κάθε χρόνο στις 12 Δεκεμβρίου, γίνονται στο χωριό εκδηλώσεις μνήμης για την ιστορική αυτή πράξη αντίστασης των Ελλήνων της εθνικής μειονότητας στην Αλβανία. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ημέρα αυτή που σηματοδότησε την πρώτη εξέγερση ενάντια στο τυραννικό καθεστώς Αλία, τιμάται επίσημα στη γειτονική Αλβανία ως «Η ημέρα της Δημοκρατίας».
Τέσσερα φέρετρα μπροστά, κόβουν τις αλυσίδες
Και από πάνω η Λευτεριά, ξεπλέκει τις κοτσίδες.
Σηκώστε τα και πιο ψηλά, ως τα ουράνια, ακόμα,
Τούτα τα τέσσερα παιδιά, δεν τα σκεπάζει χώμα.
Και πιο ψηλά και πιο ψηλά, Αστέρια να φωτίζουν
Και τη γλυκιά Ελλάδα μας, απ’ εκεί να αντικρίζουν.
«Αστέρια να φωτίζουν»
Νίκου Μπαλκώνη
Σύνδεσμος Βορειοηπειρωτών
Θεσσαλίας «Ο Πύρρος»