Αναμφίβολα ο εξευμενισμός των θυμωμένων θεών, που τους έστελναν σεισμούς, καταιγίδες, αρρώστιες και κάθε είδους άλλα δεινά, με θυσίες και αναθήματα (τα σημερινά τάματα) ήταν η πρώτη επιλογή. Από την άλλη πλευρά, αν ήθελαν να περιορίσουν κατά το δυνατόν την έκθεσή τους σε κινδύνους απευθύνονταν και πάλι στους θεούς, ζητώντας χρησμούς από τους ιερείς τους, προκειμένου να πάρουν τις αποφάσεις τους, να μάθουν πότε είναι η καλύτερη στιγμή για να ταξιδέψουν, να πολεμήσουν κ.ά.
Μη νομίζετε, όμως, πως άφηναν τα πάντα στα χέρια των θεών. Έκαναν κι εκείνοι ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να προστατευτούν και να μην τους βρει απροετοίμαστους η κακή στιγμή... ξέρετε, αυτή που εμείς οι σύγχρονοι Έλληνες πιστεύουμε ακράδαντα ότι δε θα έρθει ποτέ! Άλλωστε, πολλοί φιλόσοφοι, μεταξύ των οποίων και ο Αριστοτέλης, τόνιζαν τη σημασία της σύνεσης και της προνοητικότητας κατά τη λήψη αποφάσεων.
Έτσι, μαθαίνουμε ότι σε κάποιες πόλεις-κράτη της Αρχαίας Ελλάδας οι πολίτες σχημάτιζαν κοινότητες αλληλοβοήθειας. Καθένας κατέβαλε εισφορά σε ένα κοινό ταμείο και τα χρήματα που συσσωρεύονταν χρησιμοποιούνταν σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, προκειμένου να βοηθηθεί ο πολίτης που τα χρειαζόταν, λόγω π.χ. αρρώστιας, θανάτου κ.λπ. Αντίστοιχα, οι ναυτικοί σχημάτιζαν κοινότητες αλληλοβοήθειας, στηρίζοντας ο ένας τον άλλον σε περίπτωση ανάγκης, προσφέροντας τροφή, στέγη ή ακόμη και βοηθώντας να βρει δουλειά ένας ναυτικός που σώθηκε από κάποιο ναυάγιο.
Ας μείνουμε, όμως, στα θαλασσινά ταξίδια, που ήταν πολλά και μακρινά, καθώς το εμπόριο στην Αρχαία Ελλάδα ανθούσε και τα αγαθά διακινούνταν κυρίως με πλοία, τα οποία απειλούνταν από έντονες κακοκαιρίες, πειρατές κ.λπ. Αν ένα πλοίο, το οποίο μετέφερε εμπορεύματα ναυαγούσε, η ζημιά ήταν πολύ μεγάλη. Έτσι, ο πωλητής και ο αγοραστής των εμπορευμάτων, αλλά και ο ιδιοκτήτης του πλοίου συμφωνούσαν εκ των προτέρων ότι θα μοιράζονταν την όποια ζημιά προέκυπτε, υπογράφοντας ένα συμβόλαιο, οι όροι του οποίου καθόριζαν το μερίδιο ευθύνης του κάθε συμβαλλόμενου. Σε άλλες περιπτώσεις οι έμποροι σχημάτιζαν έναν συνεταιρισμό, ενώνοντας τις δυνάμεις τους, ώστε να μοιράζονται το κόστος των ενδεχόμενων κινδύνων ενός ή περισσότερων ταξιδιών, κάτι που τους έδινε τη δυνατότητα να αναλαμβάνουν πιο ριψοκίνδυνες αποστολές, πιο μακρινά ταξίδια και βεβαίως να έχουν μικρότερες ζημιές και περισσότερα κέρδη. Κάθε συνέταιρος έβαζε κεφάλαια και συμμετείχε στα κέρδη και τις ζημιές ανάλογα με το ύψος της επένδυσής του. Κάποιες φορές οι έμποροι μίσθωναν ένα πλοίο μαζί με το πλήρωμά του και συμφωνούσαν να μοιραστούν το κόστος ενδεχόμενων ζημιών με τον πλοιοκτήτη. Άλλοτε πάλι η συμφωνία μεταξύ εμπόρου και πλοιοκτήτη έμοιαζε πολύ με τα σημερινά ασφαλιστήρια συμβόλαια, καθώς ο έμπορος δεσμευόταν να καταβάλει στον πλοιοκτήτη που μετέφερε τα εμπορεύματά του ένα συγκεκριμένο ποσό σε περίπτωση ναυαγίου.
Τέλος, δεν πρέπει να παραλείψουμε μία πολύ σημαντική παράμετρο, που συνέβαλε στον μετριασμό της έκθεσης σε κινδύνους κατά τη μεταφορά των εμπορευμάτων διά θαλάσσης και αυτή ήταν η γνώση. Οι έμποροι επέλεγαν έμπειρους καπετάνιους, που γνώριζαν τις πιο ασφαλείς διαδρομές, αναγνώριζαν τα σημάδια που προμήνυαν ευνοϊκούς ανέμους ή αντίθετα την έλευση σφοδρής θαλασσοταραχής, ήξεραν πώς να αποφεύγουν τις κακοτοπιές. Η γνώση αυτή βοηθούσε τους εμπόρους να πάρουν τις σωστές αποφάσεις για το πότε και προς τα πού να μεταφέρουν τα αγαθά τους.
Ένα ενδιαφέρον παράδειγμα των παραπάνω πρακτικών είναι η εισαγωγή σιτηρών στην αρχαία Αθήνα από τον Εύξεινο Πόντο κατά τον 5ο αιώνα π.Χ. Η περιοχή της Αττικής ποτέ δεν ήταν ιδιαίτερα εύφορη, η παραγωγή ήταν πολύ περιορισμένη και έτσι οι Αθηναίοι έπρεπε να εισάγουν σιτηρά, απαραίτητα για τη διατροφή τους. Αντίθετα, η Χερσόνησος (σημερινή Κριμαία) στον Εύξεινο Πόντο ήταν ιδιαίτερα εύφορη, με μεγάλη παραγωγή καλής ποιότητας σιτηρών και ως εκ τούτου έγινε ένας από τους σημαντικότερους προμηθευτές της αρχαίας Αθήνας. Για να φτάσουν, όμως, τα ελληνικά πλοία στη Χερσόνησο, έπρεπε να διαπλεύσουν τα επικίνδυνα νερά του Εύξεινου Πόντου. Βλέπετε οι πνευματώδεις πρόγονοί μας είχαν ονομάσει αυτήν την κλειστή θάλασσα, τη γεμάτη επικίνδυνα ρεύματα και πειρατές, Εύξεινο (=φιλόξενο) Πόντο κατ’ ευφημισμό, γιατί στην πραγματικότητα μόνο φιλόξενη δεν ήταν! Έτσι, οι Αθηναίοι έμποροι ενώνονταν σε συνεταιρισμούς, ώστε να μοιράζονται τους ενδεχόμενους κινδύνους, αλλά και τα κέρδη αυτών των ταξιδιών. Αυτή η πρακτική τους επέτρεπε να στέλνουν όχι ένα πλοίο τη φορά, αλλά πολλά, οπότε αν ένα από αυτά βυθιζόταν, το κόστος της ζημιάς θα μοιραζόταν σε όλους τους συνέταιρους. Μάλιστα, στη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου, που η ανάγκη για εισαγωγή σιταριού ήταν ακόμα μεγαλύτερη, το πολεμικό ναυτικό των Αθηναίων προστάτευε τα εμπορικά πλοία που ταξίδευαν προς τον Εύξεινο Πόντο ή τη Σικελία από ενδεχόμενα μπλόκα ή επιθέσεις των Σπαρτιατών.
Όπως διαπιστώνεται, λοιπόν, οι αρχαίοι Έλληνες ήταν ιδιαίτερα προνοητικοί, αλλά και επινοητικοί όσον αφορά τη διαχείριση των κινδύνων που τους απειλούσαν, βάζοντας ουσιαστικά τα θεμέλια για τη δημιουργία του θεσμού της ιδιωτικής ασφάλισης σε μεταγενέστερες κοινωνίες. Παρά το ότι πίστευαν πως οι δώδεκα θεοί του Ολύμπου ήταν πανίσχυροι, δεν αφήνονταν έρμαια στα χέρια τους περιοριζόμενοι σε ευχές και προσευχές για να προστατευτούν, όπως κάνουν οι σημερινοί απόγονοί τους!
*Ο Κ. Καραγιάννης είναι αντιπρόεδρος
Συλλόγου Επαγγελματιών Ασφαλιστών
Ν. Λάρισας.