Γεννάται, όμως, ευθύς αμέσως στις καρδιές όλων και ένα ερώτημα, το ποια, δηλαδή, είναι η αγάπη εκείνη που χαρακτηρίστηκε από τον Απόστολο των Εθνών ως μεγαλύτερη από όλες τις αρετές και ως η καθ’ υπερβολήν οδός, που οδηγεί στον ουρανό;
α) Η αληθινή αγάπη δείχνεται αρχικά με τα καλά αισθήματα και έχει ως αφόρμηση πάντοτε τον Θεό, που κατά τον Ευαγγελιστή Ιωάννη είναι Αγάπη. Όπως, δηλαδή, οι οικτιρμοί του Θεού εκδηλώνονται κατά τρόπο «σφόδρα» μεγάλο προς κάθε άνθρωπο, επιζητώντας τη σωτηρία του, κατά παρόμοιο τρόπο πρέπει να αγαπούμε κάθε πλησίον μας και όλοι οι χριστιανοί, εφ’ όσον ο ίδιος ο Κύριος εδίδαξε το «γίνεσθε ουν οικτίρμονες καθώς και ο Πατήρ υμών οικτίρμων εστί», (Λουκ. 6,36 ). Εάν δε η καρδία μας είναι πλημμυρισμένη από μία «θεία» αγάπη, τότε κάθε χριστιανός θα δακρύζει στους πόνους των πλησίον του, συμπονώντας αυτούς. Τότε, με άλλα λόγια, θα αισθάνεται την καρδιά του φλεγόμενη από την αγάπη για όλα τα πλάσματα της γης, εφ’ όσον αυτή η αγάπη ορίζεται από τον αββά Ισαάκ τον Σύρο ως «καύσις καρδίας υπέρ πάσης της κτίσεως».
β) H αληθινή αγάπη συγκαταβαίνει και αγαθοποιεί. Η χριστιανική αγάπη, όμως, δε μένει σαν την ινδουιστική συμπάθεια μονάχα στα καλά αισθήματα, αλλά προχωρεί οπωσδήποτε και στα καλά έργα. Όπως, δηλαδή, ο Καλός Σαμαρείτης της Παραβολής κατέβηκε αρχικά από το ζώο του, πλησίασε στη συνέχεια στον ληστεμένο οδοιπόρο, για να τον βοηθήσει με κάθε τρόπο και να τον οδηγήσει τελικά στο «πανδοχείο», κατά παρόμοιο τρόπο δείχνει την αγάπη του και κάθε χριστιανός. Στην αρχή συγκαταβαίνει σε κάθε πόνο και ανάγκη των συνανθρώπων του. Στη συνέχεια τους συμπαραστέκεται καθαρίζοντας τις πληγές τους με το «κρασί» του θείου λόγου και μαλακώνοντας τις πληγές τους με το «λάδι» της ενθάρρυνσης και παρηγοριάς. Και τελικά σχίζοντας και κάποιο κομμάτι από το υποκάμισό του, για να επιδέσει στοργικά τις πληγές, ανεβάζει αυτόν στο «ίδιον κτήνος», (σήμερα αυτοκίνητο) και τον οδηγεί στο Νοσοκομείο της Εκκλησίας. Με τον τρόπο αυτόν της συμπόνιας και της θυσίας κάθε χριστιανός γίνεται Βαρνάβας, δηλαδή υιός παρακλήσεως και πιο σωστά μιμητής του Καλού Σαμαρείτη των Ουρανών του Χριστού, «ελεών» κατά την Αγία Γραφή «όλην την ημέραν». Αυτήν την αγάπη τόνιζε από τους ποιητές μας ιδιαίτερα ο Κ. Παλαμάς, και για τούτο έγραφε ότι αγαπά αληθινά:
«Όποιος τον πονεμένο κρυφοντύνει
και τον φτωχό τον ελεεί».
γ) Η αληθινή αγάπη εκτείνεται και προς τους εχθρούς. Εκτός απ’ αυτά που αναφέρθηκαν ανωτέρω, η αληθινή αγάπη έχει και άλλες κορυφές, εκτεινόμενη τελικά και προς τους εχθρούς του ανθρώπου, εφ’ όσον ο Κύριος διακήρυξε το «αγαπάτε τούς εχθρούς υμών, ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς, καλώς ποιήτε τοις μισούσιν υμάς και προσεύχεσθε υπέρ των επηρεαζόντων υμάς και διωκόντων υμάς, όπως γένησθε υιοί του Πατρός υμών του εν ουρανοίς» (Ματθ. 5,44-45). Να, λοιπόν, ποια είναι και η τελική έκταση της Χριστιανικής αγάπης. Γιατί, όμως, θα έλεγε κάποιος, να δείχνω αγάπη προς τους εχθρούς μου, όταν εκείνοι με μισούν; Στο ερώτημα αυτό βέβαια έδωσε την απάντησή Του ο ίδιος ο Κύριος. Μια πολύ ωραία, όμως, και θεόπνευστη απάντηση έδωσε σ’ αυτό και ο Απόστολος των Εθνών, λέγοντας ότι «τούτο ποιων, άνθρακας πυρός σωρεύσεις επί την κεφαλήν αυτού» (Ρωμ. 12,20), οδηγώντας και κάποιους από τους εχθρούς πιθανώς στη μετάνοια και τη σωτηρία. Κατά τους Αγίους Πατέρες μας, άλλωστε, η κακότητα των εχθρών μας δεν οφείλεται στην πραγματικότητα σ’ αυτούς τους ίδιους, αλλά στους υποβάλλοντες το μίσος δόλιο, πονηρούς δαίμονες. Για τον λόγο αυτόν πρέπει όλοι οι χριστιανοί να διακρίνουμε τις πιο πάνω υποβολές των νοητών εχθρών και να επιγράφουμε το μίσος «μή τω πταίοντι, αλλά τω υποβάλλοντι δαίμονι» και να εξακολουθούμε να αγαπούμε και να ευεργετούμε τους εχθρούς μας, θεωρώντας αυτούς ως τους μεγαλύτερους «ευεργέτες» μας, εφ’ όσον γίνονται αφόρμηση να δείχνουμε την αληθινή αγάπη και να αποταμιεύουμε, κατά τον Άγιο Παΐσιο τον Αγιορείτη, στον «ντορβά» του ουρανού. Για να μπαίνουν, όμως, το έργο της αγάπης στον ντορβά του ουρανού, η αγάπη αυτή πρέπει να είναι ταπεινή, εφόσον κατά τον ποιητή:
«Η αγάπη μένει αιώνια
ταπεινών συντροφιά,
πονεμένων συμπόνοια».