Το πρώτο ερώτημα είναι αν η νίκη αυτή σημαίνει ότι οι Βρετανοί πολίτες ένθερμα υποστηρίζουν το πολιτικό πρόγραμμα των Εργατικών. Μάλλον όχι είναι η απάντηση, αφού αυτό δείχνουν οι αριθμοί σε σχέση με τις εκλογές του 2019 που σήμαναν το τέλος της ηγεσίας του Jeremy Corbyn:
α) Οι ψήφοι των Εργατικών στην Αγγλία μειώθηκαν από 9.152.034 (2019) σε 8.365.122.
β) Οι ψήφοι τους στη Βρετανία, δηλαδή σε ολόκληρη τη χώρα πλην Β. Ιρλανδίας, μειώθηκαν από 10.269.051 το 2019 σε 9.704.655 φέτος.
γ) Τα συνολικά ποσοστά τους παρουσίασαν ελαφρά αύξηση από 32.1% σε 34%, σε εκλογές όπου το ποσοστό συμμετοχής έπεσε στο ιστορικό χαμηλό από την καθιέρωση της καθολικής ψήφου, κάτι μη αναμενόμενο, από 67,5 σε 59,9%.
Δεύτερο συμπέρασμα, που απορρέει από το πρώτο, είναι ότι αυτή δεν ήταν περίπτωση αυτού που οι ειδικοί ονομάζουν change election, δηλαδή εκλογές στις οποίες η χώρα «γυρίζει σελίδα». Τέτοια ήταν (για παράδειγμα) η εκλογή του 1997, όταν υπήρξε μεγάλη αλλαγή υπέρ των Νεοεργατικών, τόσο σε ποσοστά όσο και σε έδρες.
Αν η φετινή νίκη των Εργατικών δε συνιστά ένδειξη ένθερμης υποστήριξης του προγράμματός τους, πού οφείλεται και τι ακριβώς σημαίνει; Εδώ προκύπτει το τρίτο συμπέρασμα: Η βασικότερη αιτία της νίκης των Εργατικών ήταν η εκλογική καθίζηση των Συντηρητικών, αποτέλεσμα τόσο α) σειράς σκανδάλων που έπληξαν το «φυσικό κόμμα εξουσίας» της Βρετανίας όσο και β) της έκδηλης και πέραν πάσης αμφιβολίας ανικανότητάς τους να δώσουν έστω και στοιχειώδεις λύσεις στο πλήθος των εντεινόμενων προβλημάτων -μια πραγματική πολυκρίση- που μαστίζουν τη Βρετανία, πολλά εκ των οποίων πηγάζουν από την απόφαση του κυρίαρχου βρετανικού λαού υπέρ του Brexit.
Ειδικοί στην ανάλυση της εκλογικής συμπεριφοράς των Βρετανών, όπως ο καθηγητής Rob Ford, εξηγούν το εκλογικό αποτέλεσμα ως το προϊόν τριών παραγόντων. Το πρώτο είναι η δραματική μείωση της εκλογικής ισχύος των Συντηρητικών, δηλαδή η μεγαλύτερη στην ιστορία απώλεια ψήφων (6.279.411 από 13.966.454), ποσοστών (10 ποσοστιαίες μονάδες κάτω από το ιστορικό χαμηλό των Συντηρητικών υπό τον Δούκα του Wellington στην πολλαπλώς ιστορική εκλογή του 1832) και εδρών (από τις 372 το 2019 στις 121 φέτος). Το δεύτερο είναι ο άνευ προηγουμένου κατακερματισμός των ψήφων, παρότι το εκλογικό σύστημα -που πολιτική ελίτ και πολίτες πεισματικά αρνούνται να αλλάξουν- είναι φτιαγμένο για να δίνει λύση, όταν, όπως συνέβαινε συχνά στο απώτερο παρελθόν, τα δύο μεγαλύτερο κόμματα έπαιρναν σωρευτικά πάνω από το 85% των ψήφων. Βασικό στοιχείο εδώ είναι -αν πιστέψουμε τα κυρίαρχα ΜΜΕ- η μεγάλη (μεγαλύτερη του αρχικά αναμενόμενου) εκλογική επιρροή του Reform UK (σημείο στο οποίο θα επανέλθουμε παρακάτω), κόμματος της ριζοσπαστικής Δεξιάς, το οποίο προέρχεται από τις εκλογικές δυνάμεις, αλλά και την πολιτική και κοινωνική ελίτ που έβγαλε τη Βρετανία από την Ε.Ε. Το τρίτο είναι η εξαιρετικά αποδοτική γεωγραφική κατανομή των ψήφων υπέρ των Εργατικών, δηλαδή το γεγονός ότι (αντίθετα με το 2019, όταν κέρδισαν με μεγαλύτερη διαφορά έδρες στις οποίες ήταν ήδη ισχυροί) η αύξηση των ψήφων τους έγινε ακριβώς στις εκλογικές περιφέρειες που έπρεπε να κερδίσουν για να έχουν συνολικά πλειοψηφία στη Βουλή των Κοινοτήτων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του τελευταίου στοιχείου είναι η περίπτωση της Σκωτίας, όπου το ως τώρα κραταιό SNP έπεσε από τις 48 στις μόλις 9 έδρες, με κυρίως ωφελημένους τους Εργατικούς που αύξησαν τις εκεί έδρες τους από μία σε 37. Αντιστρόφως, οι Συντηρητικοί έχασαν όλες τις (12) έδρες που είχαν στην Ουαλία που ήταν το μόνο άλλο έθνος πέραν της Αγγλίας που ψήφισε υπέρ του Brexit.
Βασικό ρόλο στο συνολικό φετινό εκλογικό αποτέλεσμα -και βασικό επιχείρημα υπέρ της άποψης ότι το αποτέλεσμα αυτό δε συνιστά ένδειξη ένθερμης υποστήριξης του προγράμματος των Εργατικών- είναι ο βαθμός στον οποίο οφείλεται στο λεγόμενο tactical voting, δηλαδή τη μορφή εκλογικής συμπεριφοράς, όπου στο πλειοψηφικό με μικρές εκλογικές περιφέρειες σύστημα της Βρετανίας οι ψηφοφόροι δεν ψηφίζουν για τον υποψήφιο και το κόμμα που πραγματικά υποστηρίζουν, αλλά για αυτό(ν) που είναι πιο πιθανό να επικρατήσει του κόμματος/υποψήφιου που εκείνοι θέλουν να αποδοκιμάσουν. Αυτό είχε ήδη συμβεί στις φετινές δημοτικές εκλογές.
Υπάρχουν δύο ακόμα επιχειρήματα υπέρ της άποψης ότι το φετινό αποτέλεσμα δε συνιστά ένδειξη ένθερμης υποστήριξης του προγράμματος των Εργατικών. Το φετινό άθροισμα των ποσοστών των Συντηρητικών και του Reform UK ξεπερνάει το 40%, πλησιάζει δηλαδή το 42,4% των Συντηρητικών στις εκλογές του 2019. Τα βασικά μηνύματα των δύο κομμάτων στις φετινές εκλογές ήταν παραπλήσια και αφορούσαν τη μετανάστευση. Επίσης, οι Εργατικοί έχασαν (π.χ. από τους Πράσινους) λόγω της σκληρής φιλοισραηλινής στάσης τους σε έδρες που ανέμεναν να κερδίσουν.
Ρόλο, βέβαια, έπαιξε και το καλπονοθευτικό εκλογικό σύστημα. Τα παραδείγματα που το δείχνουν είναι πολλά, αλλά τρία εντελώς ενδεικτικά είναι το γεγονός ότι οι Εργατικοί πήραν το 34% των ψήφων, αλλά το 63% των εδρών, ενώ το Reform UK πήρε 14% των ψήφων, αλλά μόλις το 1% των εδρών, όπως και οι Πράσινοι, που με 7% των ψήφων πήραν μόλις το 1% των εδρών. Ειπωμένο αλλιώς, ενώ ήρκεσαν 23.620 ψήφοι κατά μ.ο. για να εκλέξουν έναν βουλευτή οι Εργατικοί, χρειάστηκαν 821.332 ψήφοι για να εκλέξει έναν βουλευτή το Reform UK και 485.815 ψήφοι για κάθε έδρα που κέρδισαν οι Πράσινοι. Ο καθηγητής Patrick Dunleavy επισημαίνει ότι πάνω από 30% των εδρών θα ανήκαν σε άλλο κόμμα αν η κατανομή γινόταν μα βάση το εθνικό ποσοστό των κομμάτων. Η χώρα πλήρωσε και πληρώνει (βλ. Brexit) την αναντιστοιχία ανάμεσα στις απόψεις των ψηφοφόρων και την κατανομή εδρών στη Βουλή των Κοινοτήτων, αλλά δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις έχουν λάβει το μήνυμα.
Έχει γραφτεί πολλές φορές (και είναι αλήθεια) ότι o Keir Starmer έχει αλλάξει άποψη σε πολλά και μεγάλα θέματα, αρχικά για να κερδίσει τις εσωκομματικές εκλογές και στη συνέχεια για να κερδίσει στις βουλευτικές εκλογές. Τώρα που είναι πρωθυπουργός, θα φανεί το τι πραγματικά πιστεύει και ιδιαίτερα αν θα κάνει όσα περιμένουν οι ηλικίες 18-49, δηλαδή οι δυναμικές γενιές στις οποίες το κόμμα του πήρε άνω του 40% των ψήφων.