Άμα έχεις μπάρμπα βουλευτή (στην κυριολεξία), τον Γεώργιο Σαμαρά, τον ισχυρότερο τοπάρχη της Μεσσηνίας, η έδρα σε περιμένει. Ex officio. Κληρονομικώ δικαιώματι. Συνηθισμένα πράματα αυτά στον Μοριά. Οι παλιοί Πελοποννήσιοι κοτζαμπάσηδες, με την εκδίωξη των Τούρκων, δεν έχασαν τα προνόμιά τους. Μεταλλάχθηκαν σε τοπάρχες, μέλη της εθνοσυνέλευσης, έγιναν «μινίστροι», κοντολογίς, δεν άφησαν ποτέ το γκουβέρνο. Αναμενόμενο. Οι απλοί ραγιάδες ήταν τόσο καθυστερημένοι που δύο γαϊδουριών άχυρο δεν ήταν σε θέση να μοιράσουν. Και το βασίλειο πάει τόσο σόι που οι Βαρβιτσιώτηδες π.χ. με ρίζες στους Μαυρομιχαλαίους της Λακωνίας, έχουν αδιάλειπτη παρουσία στην ελληνική Βουλή από τότε ως σήμερα που παραιτήθηκε κείνος ο μορφονιός, ο Μίλτος ο Βαρβιτσιώτης. Πάλι καλά. Διότι οι Μητσοτάκηδες – που είναι σόι Βενιζέλου- επαίρονται ότι η καταγωγή τους ανάγεται στους ...Κομνηνούς του Βυζαντίου! Άδικα λένε μερικοί πως το πολίτευμα της Ελλάδας είναι η κληρονομική Δημοκρατία;
Η δεύτερη φύτρα του Σαμαρά, απ’ την πλευρά της μάνας του, ήταν εξίσου σπουδαία. Ο προ-προπάππος του, Εμμανουήλ Μπενάκης, ήταν επιχειρηματίας, έγινε βουλευτής και δήμαρχος Αθηναίων. Η προγιαγιά του, η διάσημη συγγραφέας Πηνελόπη Δέλτα. Κι άμα η γιαγιά σου είναι συγγραφέας, αυτό λέει πολλά. Η δική μου και η δική σας έβοσκε γίδια ποιος ξέρει σε ποιο ρουμάνι της Θεσσαλίας.
Για ανθρώπους σαν τον Σαμαρά λοιπόν, η εξουσία είναι δεύτερη φύση. Αν κάθε άνθρωπος θέλγεται από την κάθε μορφής εξουσία, αυτοί που μεγάλωσαν μέσα σε πολιτικά τζάκια θεωρούν τη μετοχή τους στο σύστημα περίπου ως αυτονόητο και ισόβιο δικαίωμα. Το περιβάλλον τους έχει ενσταλάξει μέσα τους ένα είδος μεσσιανισμού. Είναι οι αναμενόμενοι Μεσσίες που προορίζονται να σώσουν τον κόσμο. Το γεγονός της απομάκρυνσης από τα αξιώματα δημιουργεί συμπεριφορές υστερικές και ανεξέλεγκτες σαν κι αυτήν που είδαμε πρόσφατα.
Για να προκόψεις μέσα σε ένα κόμμα, πρέπει βασικά να μπεις σε μια ισχυρή κλίκα και χρειάζεσαι και μια ισχυρή ιδεολογική βάση. Ο νεαρός Αντωνάκης, ως γνωστόν, πήγε και εντάχθηκε στο ισχυρό μαντρί των Αβερωφικών. Όχι ως πρόβατο, βέβαια, αλλά ως «γκεσέμι». Το έβλεπε ο Αβέρωφ και οι άλλοι «βαρόνοι» του κόμματος ότι τούτον δω δεν τον κάνεις καλά, δεν τον κρατάς πίσω. Ορμητικός, ακραίος στις απόψεις, ψιλονταής -όπως ήταν τότε σε μεγάλο βαθμό πολλοί νεολαίοι της ΝΔ- ο Σαμαράς ήταν ανερχόμενος. Οι απόψεις του προφανώς συντηρητικές («πατρίς-θρησκεία-οικογένεια»), αλλά το ενδιαφέρον ήταν στα εθνικά. Ανήκε στη μεγάλη εκείνη κατηγορία των «υπερπατριωτών» για τους οποίους η Ελλάδα δεν είναι απλά μια κανονική ευρωπαϊκή χώρα αλλά μια αυτοκρατορία, μια ηγέτιδα δύναμη σε αναστολή. Διότι ως γνωστόν «πάλι με χρόνια με καιρούς» κ.λπ., κ.λπ.). Για όλους αυτούς η Ελλάς πρέπει κάποτε να ξαναπάρει τα εδάφη της στη Μικρά Ασία, να απελευθερώσει την Κύπρο, να εξαφανίσει την Αλβανία και φυσικά να διαλύσει το κρατίδιο των Σκοπίων που τόλμησε να απλώσει τα «βρωμόχερά» του στα ιερά και όσια της Μακεδονίας μας.
Δεν ξέρουν τάχα όλοι αυτοί πως όλα αυτά είναι χίμαιρες και σανός για τα κορόιδα; Το ξέρουν και το παραξέρουν. Αλλά ξέρουν επίσης ότι από κάτω υπάρχει τόσο πολύ ακροατήριο έτοιμο να τους ακούσει που καλλιεργούν αυτό τον «επαγγελματικό» πατριωτισμό συστηματικά. Από αυτόν «τρώνε», αυτός τους ανεβάζει. Και τον καλλιεργούν με τέτοια συνέπεια που στο τέλος καταλήγουν να τον ... πιστεύουν κιόλας. Γίνεται μέρος της φύσης τους. Σε σημείο που να ...ρίχνουν ακόμη και Κυβερνήσεις για τον λόγο αυτό. Βέβαια, το 1993 που έριξε Κυβέρνηση με αφορμή το «Μακεδονικό» φταίει – λένε πολλοί αναλυτές -που έβλεπε μπροστά του τον Μητσοτάκη, άρα η φιλοδοξία του να ηγεμονεύσει πήγαινε πίσω.
Κακό δεν είναι βέβαια ο πατριωτισμός. Κακό είναι ότι οι «Σαμαράδες» της Ελλάδας δεν δέχθηκαν ποτέ μέσα στον εγωισμό τους ότι πατριωτισμός δεν σημαίνει «βουρ να μπουκάρουμε σε Σκόπια και Βόρεια Ήπειρο» και να γράψουμε ανώφελη ιστορία, αλλά κάτι πολύ πιο πεζό. Πατριώτης είναι ο πολιτικός που δουλεύει για να φτιάξει τη χώρα του. Να την εκσυγχρονίσει, να ισχυροποιήσει τη θέση της με διεθνείς συμμαχίες, να εξασφαλίσει την ευημερία των πολιτών. Αλλά αυτός είναι ο δύσκολος δρόμος. Απαιτεί δουλειά, υπομονή, μεθοδικότητα και δεν έχει πολύ χειροκρότημα. Οπότε, διαλέγεις τα εύκολα. Τα συνθήματα, τις μεγάλες ιδέες και τα μεγάλα λόγια. Υπό τις επευφημίες του πλήθους...
Αντιμέτωπος σήμερα ξανά με έναν Μητσοτάκη ο Σαμαράς, πρέπει να βρίσκεται σε πολύ άσχημη ψυχολογική κατάσταση. Τα χρόνια έχουν περάσει, το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας που θα ολοκλήρωνε τη «λαμπρή» του διαδρομή δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα και η «πατριωτική» του ατζέντα πλέον δεν πουλάει. Το έργο, δεν κόβει εισιτήρια.
Με τον νεότερο των Μητσοτάκηδων – όσο κι αν ο κόσμος τον βρίζει που ακρίβυναν οι πάνες, τα σαμπουάν και οι σερβιέτες στα σούπερ μάρκετ- οι Έλληνες κατάλαβαν πως το πρόβλημα της χώρας είναι σύνθετο και απαιτεί χρόνο, συστηματική δουλειά κι όχι τα παχιά λόγια της εκδήλωσης του Πολεμικού Μουσείου. Τα Μνημόνια μας έκαναν λιγότερο αφελείς.
Η ρητορική Σαμαρά θυμίζει φωτιά που σχεδόν έσβησε. Ότι ένα αεράκι σαν τη Λεπέν φύσηξε από την ...Εσπερία δεν σημαίνει ότι είναι εύκολο να την ανάψει ξανά.
Η περίπτωση του Αντώνη Σαμαρά με εξιτάρει. Αν την δεις επιφανειακά, ίσως και να σταθείς μόνο στα προσωπικά του κίνητρα. Είναι το μικρό παιδί που ...«ποδαρίζει» επειδή δεν τον παίζουν. Στο βάθος όμως είναι δύο κόσμοι που συγκρούονται σε μια αποφασιστική καμπή για τη χώρα. Από τη μία ο κόσμος της παλιάς Ελλάδας, ο κόσμος που παραμυθιάζεται ακόμη με ...μεγάλες ιδέες και συνθήματα. Ο κόσμος της υποτιθέμενης καθαρότητας, ο κόσμος του κομματισμού και των συγκρούσεων, εμείς οι δεξιοί πατριώτες και καλοί νοικοκυραίοι που τα «πασοκόσκυλα», οι γκέι και κάθε λογής ανώμαλοι που μάζεψε ο Μητσοτάκης και μάς παίρνουν τις καλύτερες θέσεις. Κι από την άλλη η Ελλάδα του ρεαλισμού και της ενσυναίσθησης. Μια κοινωνία που λέει ότι είναι καιρός να ασχοληθούμε επιτέλους με τα πραγματικά μας προβλήματα. Και που δεν δέχεται με τίποτε συμπεριφορές τύπου Αυγενάκη που ευδοκιμούσαν στα χρόνια του παλιού κομματικού κόσμου.
Προφανώς δεν περιμένουμε από τον Σαμαρά να συμπεριφερθεί ως Κιγκινάτος, σαν τον περίφημο δηλαδή Ρωμαίο στρατηγό και ύπατο που έμεινε στην ιστορία ως παγκόσμιο και διαχρονικό παράδειγμα αξιοπρέπειας του πολιτικού που αποτραβιέται όταν λήγει η θητεία του. Δεν τού είναι εύκολο. Εδώ δεν αφήνουν τον «λουφέ» ούτε κάτι χούφταλα σαν τον Μπάιντεν και τον Τραμπ. Το μόνο που μπορούμε να ελπίζουμε είναι όλα αυτά να μείνουν σε επίπεδο ρητορικής. Διότι όλο και κάποιο «χρήσιμο ηλίθιο» τύπου Συμπιλίδη μπορεί να βρει για να ρίξει ξανά την Κυβέρνηση και να σπρώξει τη χώρα στη ρευστότητα και την αβεβαιότητα. Και τότε θα πάμε ξανά πολύ πίσω. Και δεν θα το αντέξουμε.
ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΛΕΣΗΣ
alexiskalessis@yahoo.gr