Οι αγώνες των Θεσσαλών κολίγων είχαν δικαιωθεί τελικά το 1923, μετά από δεκατρία χρόνια, με το Διάταγμα της 15ης Μαρτίου «περί καθολικής απαλλοτριώσεως των τσιφλικιών», που είχε εκδώσει η τότε επαναστατική κυβέρνηση του Νικολάου Πλαστήρα. Οι απαλλοτριώσεις των τσιφλικιών της Θεσσαλίας ολοκληρώθηκαν κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου. Οι κλήροι μοιράστηκαν στους ακτήμονες αγρότες, οι οποίοι από υποτακτικοί υπηρέτες των τσιφλικάδων έγιναν ιδιοκτήτες των χωραφιών και αφεντικά στον τόπο τους. Από τότε, το οικονομικό και βιοτικό επίπεδο των κολίγων του θεσσαλικού κάμπου άρχισε να βελτιώνεται θεαματικά, ιδίως κατά τις πρώτες δεκαετίες μετά τον Εμφύλιο. Την ανοδική, όμως, αυτή περίοδο διαδέχτηκε μια περίοδος πτωτική, η οποία συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Οι καλλιεργητικές δαπάνες αυξάνονται διαρκώς, ενώ οι τιμές των αγροτικών προϊόντων μειώνονται ή παραμένουν καθηλωμένες, με αποτέλεσμα η αγροτική τάξη να περνά σήμερα ημέρες βαθιάς οικονομικής κρίσης. Το υψηλό κόστος καλλιέργειας έχει εκμηδενίσει το κέρδος των παραγωγών πουν βλέπουν διαρκώς το εισόδημά τους να συρρικνώνεται. Οι μόνοι που παραμένουν αλώβητοι από την κρίση είναι οι μεσάζοντες και οι διακινητές αγροτοεφοδίων και λιπασμάτων. Οι αγρότες, οι κύριοι συντελεστές της αγροτικής παραγωγής, αυτοί που διαθέτουν τη γη, που μοχθούν, που επωμίζονται τα καλλιεργητικά έξοδα και που πλήττονται συχνά από τα ακραία καιρικά φαινόμενα (πλημμύρες, πυρκαγιές, χαλάζι, παγωνιά, λίβας) μοιράζονται ψίχουλα.
Η διαιώνιση αυτής της απαράδεκτης κατάστασης οδήγησε την αγροτική τάξη σε απόγνωση και την ανάγκασε να καταφύγει στο έσχατο μέσο των κινητοποιήσεων για να διεκδικήσει με δυναμικό τρόπο τη δικαίωση των αιτημάτων της. Οι αγρότες μας, κάτω από τέτοιες συνθήκες, είναι επόμενο να αισθάνονται αβεβαιότητα και ανασφάλεια, να γίνονται συντηρητικοί και άτολμοι, γεγονός το οποίο έχει αρνητικές επιπτώσεις όχι μόνο στη δική τους οικονομία, αλλά και στην εθνική μας οικονομία. Είναι, συνεπώς, αυτονόητο ότι η Πολιτεία οφείλει να αλλάξει πολιτική και να λάβει δραστικά μέτρα για τη στήριξη του αγροτικού εισοδήματος. Αν δεν το κάνει, και μάλιστα το ταχύτερο δυνατόν, τα είδη καθημαγμένα αγροτικά χωριά θα ερημωθούν πλήρως και μια δυναμική παραγωγική τάξη θα αφανισθεί. Επιτέλους, οι πολιτικοί μας πρέπει να αντιληφθούν ότι ο αγροτικός τομέας είναι ένας από τους σημαντικότερους πυλώνες της εθνικής μας οικονομίας. Αν η ελληνική ύπαιθρος ερημωθεί, το μέλλον της χώρας μας διαγράφεται δυσοίωνο. Στην Ελλάδα Θερμοπύλες φυλάσσουν οι κάτοικοι των χωριών -πεδινών και ορεινών- των νησιών και των παραμεθόριων περιοχών μας. Εκεί χτυπάει η καρδιά της χώρας. Η εξαφάνιση των χωριών θα επηρεάσει καθοριστικά και τη ζωή των αστικών κέντρων. Η πολιτική ηγεσία, κυβέρνηση και αντιπολίτευση, οφείλει να εγκύψει με σοβαρότητα στα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική επαρχία. Και πρωτίστως να πάρει δραστικά μέτρα για την ανάσχεση της αστυφιλίας και παράλληλα να ασχοληθεί με το άλλο, επίσης σοβαρό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα, το δημογραφικό. Η ελληνική επαρχία πρέπει να αναζωογονηθεί εδώ και τώρα. Οι καιροί ου μενετοί.