Από τις «Αναμνήσεις» του Μιχαήλ Σάπκα
Στο σημερινό μας σημείωμα θα παρακολουθήσουμε μέσα από τις «Αναμνήσεις» του Μιχαήλ Σάπκα, την αγορά του κτιρίου των Ανακτόρων με τον περιβάλλοντα χώρο από τον Δήμοκατά το 1914-1915, όπως μας την περιγράφει ο πρωταγωνιστής αυτής της αγοράς δήμαρχος Λαρίσης. Κατά την παράθεση του κειμένου διατηρήθηκε, με ορισμένες ελαφρές παρεμβάσεις, η ορθογραφία και η σύνταξη του χειρογράφου και αποδίδεται σε μονοτονικό σύστημα.
«Μετά τον θάνατον του αειμνήστου Γεωργίου Α’(1) το Ανάκτορον της Λαρίσης δια της διαθήκης του εκληροδοτήθη εις τον πρίγκιπα Νικόλαον. Και ούτος εξηκολούθησε να δαπανά και επιμελήται της καλής συντηρήσεως αυτού, κρατών ως επιμελητάς αυτού τον μηχανικόν Μηχανικού Γραφείου Λαρίσης αοίδιμον(2) Ζαχ. Μαλικούτην και κατόπιν τον Διοικητήν του Συντάγματος Πυροβολικού Λαρίσης, μακαρίτην επίσης, συνταγματάρχην Ταμπακόπουλον.
Οπρίγκηψ Νικόλαος απεφάσισε, πιεζόμενος και εξ οικονομικών ίσως λόγων, να εκποιήση το εν Λαρίση Ανάκτορον και έδωκε προς τούτο εντολήν εις τον αντιπρόσωπόν του Συντ/ρχην μακαρίτην Ταμπακόπουλον να εκπονήση σχεδιάγραμμα του οικοπέδου των Ανακτόρων, να το κατανείμη εις οικοδομικά οικόπεδα και να το εκποιήση. Ο Ταμπακόπουλος μόλις έλαβε την εντολήν ταύτην με επεσκέφθη εις το γραφείον μου, Δήμαρχον όντα, άλλωστε είχομεν στενόν οικογενειακόν σύνδεσμον, μου ανεκοίνωσε την επιστολήν του πρίγκιπος και στενοχωρημένος με συνεβούλευσε να το αγοράσω όπως ευρίσκεται το παλαιόν αυτό Ανάκτορον μεθ’ όλου του καλώς συντηρημένου κήπου του και καταστήσωμεν αυτό κτήμα Δημοτικόν, με συνεβούλευσε δε προς τούτο να ταξιδεύσω εις Αθήνας και επισκεφθώ επειγόντως τον πρίγκιπα Νικόλαον και τω υποβάλω προτάσεις όπως ευαρεστηθή να τω πωλήση εις τον Δήμον Λαρίσης. Θα έγραφε δε και αυτός σχετικώς συνιστών τούτο.
Την επομένην ανεχώρησα δι’ Αθήνας ίνα προβώ εις προτάσεις προς τον πρίγκιπα εξαγοράς του Ανακτόρου υπό του Δήμου Λαρίσης και έπραξα τούτο υπ’ ευθύνη μου άνευ εντολής του Δημοτ. Συμβουλίου, λόγω του επείγοντος της υποθέσεως. Επεσκέφθην τον πρίγκιπα εις το ανάκτορόν του Πτί-Παλαί της οδού Κηφισίας και έγινα αμέσως δεκτός. Τω εξέθηκα ότι ο Δήμος Λαρίσης δεν θέλει να στερηθή η πόλις του ιστορικού παλαιού Ανακτόρου, εις ό παρέμεινε ο ελευθερωτής Βασιλεύς αείμνηστος πατήρ του κατά την πρώτην επίσκεψίν του εις την Λάρισαν και τω υποβάλω την παράκλησιν όπως τω δώση εις την πόλιν Λαρίσης, διατεθειμένην να τω αγοράση αντί οιασδήποτε τιμής, θεωρών τούτο ιστορικής αξίας δι’ αυτήν και εν καιρώ ο Δήμος Λαρίσης θα ανεγείρη τον ανδριάντα του ελευθερωτού του Βασιλέως Γεωργίου Α’.
Ο πρίγκιψ με ήκουσε μετά προσοχής και συγκινημένος και μοιεδήλωσε αμέσως ότι δεν δύναται να μηνανταποκριθή εις την αίτησιν της Λαρίσης, την οποίαν τόσον έχει αγαπήσει όλη η Βασιλική Οικογένεια, ως αντίτιμον δε, αμέσως καταβλητέον, ορίζει ακριβώς όσα διέθηκε ο πατήρ του δια την αγοράν του, ήτοι χιλίας τουρκικάς λίρας και οκτώ χιλιάδας δραχμάς χρυσάς, όσας κατέβαλε εις απαλλοτρίωσιν ερειπωμένων οικοδομών εις τους ιδιοκτήτας των προς τετραγωνισμόν του όλου περιβόλου και του κήπου(3), ανερχόμενον εις 3.500-4.000 τ. μ., ήτοι εις δραχμάς ανήρχετο το αντίτιμον το ορισθέν προς εξαγοράν εις 34.000 δραχμάςχρυσάς. Ίνα δε καταβληθή αμέσως το ανωτέρω ποσόν και υπογραφή το σχετικόν συμβόλαιον, παρεκάλεσε ο πρίγκιψ τον Διοικητήν της Εθνικής Τραπέζης να μοι χορηγήση προσωπικόν δάνειον του ανωτέρου ποσού. Η Τράπεζα μοι εχορήγησε αμέσως το αιτηθέν δάνειον ως προσωπικόν μου δάνειον και ενέγραψε υπέγγυονιδιωτικόν μου ακίνητον εν Λαρίση.
Το συμβόλαιον της αγοράς συνετάγη αυθημερόν, του Δήμου αγοράζοντος το παλαιόν Ανάκτορον. Αι πολιτικαί περιστάσεις ήσαν τοιαύται ώστε έπρεπε αμέσως να διεκπεραιωθώσι αι απαιτούμεναι διατυπώσεις(4). Επιστρέψας εις Λάρισαν ανεκοίνωσα εις το Δημοτικόν Συμβούλιον την γενομένην εσπευσμένως αγοράν του παλαιού Ανακτόρου, πάντα τα λαβόνταχώραν γεγονότα, ως και το προσωπικόν παρά της Εθν. Τραπέζης υπ’ ευθύνη μου χορηγηθέν δάνειον εκ 34.000 χρ. δρχ. Ανέπτυξα δεόντως όλην την υπόθεσιν, χαρακτηρίσας ως επιβεβλημένην την γενομένην εξαγοράν και εζήτησα την έγκρισιν ταύτης εκ των υστέρων και την υπό του Δήμου ανάληψιν του προσωπικώς υπ’ εμού συνομολογηθέντος παρά της Εθν. Τραπέζης δανείου των 34.000 δρχ., προορισμένων δια την καταβολήν του αντιτίμου της αγοράς. Το Δημοτικόν Συμβούλιον ενέκρινεν ομοφώνως την γενομένην αγοράν και την καταβολήν εις την Εθνικήν Τράπεζαν του σχετικού δανείου μου(5).
Ο Δήμος ευθύς εσκέφθη αν ήτο δυνατόν να εγκαταστήση εις το Μέγαρον το Δημοτικόν Κατάστημα μεθ’ όλων των γραφείων και των παραρτημάτων του, αφού επισκευάση τούτο καταλλήλως και το ανακαινίση οπωσδήποτε. Προς τούτο κατήρτισε επιτροπήν εκ του μηχανικού του Δήμου Ανδρ. Ζούνη, του Νομομηχανικού, και του Επιθεωρητού των Δημοσίων Έργων. Η επιτροπή εξήτασε λεπτομερώς το κτίριον. Τούτο ήτο ολόκληρον ξυλοδεμένον με ισχυροτάτην ξυλείαν, αντισεισμικόν. Εύρε όμως ότι ήτο αδύνατος η επισκευή του και ότι αύτη θα εστοίχιζε πάρα πολύ, χωρίς να είναι δυνατόν να καταστή τούτο προσηρμοσμένον εις την σημερινήν οικοδομικήν και εις τον σκοπόν δι’ ού το προορίζωμεν, να το καταστήσωμεν Δημοτικόν Μέγαρον, συνεβούλευσε δε την κατεδάφισίν του και εκποίησιν της ξυλείας του.
Ο Δήμος ηκολούθησε την γνωμάτευσιν της επιτροπής και εξεποίησε επί δημοπρασία όλον το οικοδομικόν του υλικόν, αναλαβόντος του εργολάβου και την κατεδάφισίν του ιδία δαπάνη. Το οικοδόμημα όλον εξεποιήθη αντί δρχ. 28.000, καταβληθεισών άμα τη κατακυρώσει της δημοπρασίας εις τον Ευαγ. Δαμασιώτην. Ούτω ο Δήμος ηγόρασε το παλαιόν Ανάκτορον με τον ωραίον κήπον του, εκτάσεως 3.600 τ. μ. αντί 6.000 δρχ. μόνον».
Η συνέχεια είναι λίγο-πολύ γνωστή. Ο χώρος των πρώην ανακτόρων προσφέρθηκε από τον Δήμο έναντι ενοικίου στον επιχειρηματία Πέτρο Χαλήμαγα. Αυτός διαμόρφωσε ειδικά την τεράστια αυτή έκταση σε ψυχαγωγικό κέντρο, το οποίο συγκέντρωνε όλη την κοσμική Λάρισα, ιδίως τους καλοκαιρινούς μήνες. Από τα Βασιλικά ανάκτορα είχε παραμείνει μόνον το παρεκκλήσιο του Αγίου Βησσαρίωνος, το οποίο επέζησε μέχρι τον σεισμό του Μαρτίου του 1941.
Η φωτογραφία που συνοδεύει το κείμενο αποτυπώνει την κυρία είσοδο του Ανακτόρου, το οποίο είχε ανατολικό προσανατολισμό και περιβάλλονταν από πλούσια βλάστηση.
------------------------------
(1). Ως γνωστόν δολοφονήθηκε στις 5/18 Μαρτίου 1913 στη Θεσσαλονίκη.
(2). Πολλά από τα πρόσωπα που αναφέρει ο Μιχαήλ Σάπκας είχαν ήδη αποβιώσει όταν έγραφε τις «Αναμνήσεις» του περίπου στα 1953-1955.
(3). Χαρακτικά του 1897 απεικονίζουν την παρουσία δύο κτισμάτων ανατολικά των Ανακτόρων, απέναντι ακριβώς από το Γενή Τζαμί. Το ένα εξ αυτών ήταν του συμβολαιογράφου Ανδρέα Ροδόπουλου, εγγονοί του οποίου υπήρξαν μεταξύ άλλων, ο πολιτικός Τάκης Ροδόπουλος και ο συγγραφέας Μ. Καραγάτσης. Αυτά σύμφωνα με τον Σάπκα τα αγόρασε ο βασιλέας Γεώργιος Α΄και καθώς ήταν ετοιμόρροπα τα κατεδάφισε.Όμως από τα πρακτικά του Δημοτικού Συμβουλίου Λαρίσης της 17ης Απριλίου 1914 πληροφορούμαστε πως «…ο Δήμος εδαπάνησε υπέρογκα ποσά, πλείονα των 50.000 δια την πληρωμήν αποζημιώσεων των ιδιοκτητών των καταληφθέντων οικοπέδων δια την ανοιχθείσανπλατείαν προ του Β. Ανακτόρου και την διάνοιξιν νέων οδών γύρωθεν αυτού, όπως προσδώση εις τούτο την εμπρέπουσανθέσιν…». Βλέπε: Γενικά Αρχεία του Κράτους Νομού Λάρισας, Πρακτικά του Δημοτικού Συμβουλίου Λαρίσης (1882-1975) και Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Μιχαήλ Σάπκας, ο ευπατρίδης πολιτικός (1873-1956), Λάρισα (2013) σελ.104.
(4). Η Ευρώπη βρισκόταν στη δίνη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ στη χώρα επωάζονταν τα σπέρματα του εθνικού διχασμού.
(5). Η όλη διαδικασία αγοράς του Βασιλικού Ανακτόρου, με την σύναψη από την Εθνική Τράπεζα δανείου από μέρους του Δήμου, καθώς και η σχετική αλληλογραφία μεταξύ του αυλάρχη του πρίγκιπα Νικολάου, Νικολάου Ρωμάνου, της Εθνικής Τραπέζης και του Δήμου Λαρίσης, η οποία έχει διασωθεί, φανερώνει την ταχύτητα αγοράς του χώρου, προς όφελος του Δήμου. Ίσως η περιγραφή της αγοράς του Ανακτόρου από τον Μιχαήλ Σάπκα να περικλείει κάποια υπερβολή. Η όλη διαδικασία ασφαλώς δεν έγινε μέσα σε μία μόνο επίσκεψη του Δημάρχου στην Αθήνα, όμως το χρονικό διάστημα που απαιτήθηκε ομολογουμένως υπήρξε σύντομο.
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΑΘ. ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ
nikapap@hotmail.com