Ένας όμως εύλογο ερώτημα που προκύπτει από τέτοιες δραστηριότητες είναι πρωτίστως το γιατί. Γιατί άραγε μια από τις μεγαλύτερες πόλεις της Ελλάδας με λειτουργικότατο κυνοκομείο να ζητά τη βοήθεια από το εξωτερικό; Δεν επαρκεί ο αριθμός των κτηνίατρων της πόλης μας, δεν διαθέτουμε επιστημονικούς φορείς να συνδράμουν σε τέτοιες πρωτοβουλίες ή μήπως το επίπεδο της κτηνιατρικής επιστήμης στη χώρα μας δεν είναι ικανό να φέρει εις πέρας τέτοιες προκλήσεις;
Πρωτίστως το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας διαθέτει Κτηνιατρική Σχολή στη γειτονική πόλη της Καρδίτσας. Επιπλέον, στη Λάρισα δραστηριοποιούνται με βάση πρόχειρους υπολογισμούς πάνω από 50 κτηνίατροι σε περίπου 25 κτηνιατρεία. Το δε επίπεδο της κτηνιατρικής παροχής είναι αρκετά υψηλό κρίνοντας από το βαθμό των επενδύσεων που γίνονται στο τομέα της κτηνιατρικής φροντίδας στην πόλη μας, αλλά και από το γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος των αποφοίτων και των δυο κτηνιατρικών σχολών της Ελλάδας γίνονται άμεσα αποδεκτοί για εργασία στο εξωτερικό.
Έχουμε λοιπόν αρκετούς και καταρτισμένους κτηνίατρους και διαθέτουμε Κτηνιατρική σχολή σε απόσταση αναπνοής. Για ποιο λόγο λοιπόν δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε μια τέτοια πρωτοβουλία αναδεικνύοντας τη φιλοζωική διάθεση της πόλης μας και καλούμε για βοήθεια κτηνιάτρους από τη μακρινή Γερμανία; Στο ερώτημα αυτό έρχεται να συνδράμει και το ερώτημα για το τι είδους αποτύπωμα απέδωσε αυτή η πρωτοβουλία των μαζικών στειρώσεων στην επιστημονική κοινότητα.
Για τη δομημένη ανάλυση αυτών των ερωτημάτων θα μου επιτρέψετε να σας παραθέσω μερικά παραδείγματα επιδημιολογικών δεδομένων για τις ασθένειες της γάτας στην Ελλάδα. Στη χώρα μας η συνύπαρξη με τη γάτα έχει κατηγορηθεί έως και δαιμονοποιηθεί για τη μετάδοση ασθενειών και κυρίως της τοξοπλάσμωσης ιδιαίτερα στις έγκυες γυναίκες (βέβαια η πιθανότητα μόλυνσης από την οικόσιτη γάτα είναι πολύ μικρή, σχεδόν μηδαμινή, αλλά αυτό είναι αντικείμενο άλλης αρθρογραφίας). Επιπλέον ο πληθυσμός των αδέσποτων και οικόσιτων γατιών απειλείται από ασθένειες όπως η λευχαιμία και η ιογενής περιτονίτιδα που συχνά αποδεκατίζουν ολόκληρες αποικίες και οικογένειες. Τι δεδομένα διαθέτουμε για τις ασθένειες αυτές στη Λάρισα και γενικότερα στην Ελλάδα; Δυστυχώς ελάχιστα. Είναι αξιοσημείωτο ότι η τελευταία μελέτη πάνω στην τοξοπλάσμωσης της γάτας για ΟΛΗ την Ελλάδα παρουσιάζει τα αποτελέσματα από εργαστηριακές εξετάσεις 750 περίπου αδέσποτων γατών.
Δημιουργούνται έτσι εύλογες απορίες. Γιατί βγάζουμε επιστημονικά συμπεράσματα για μια ζωοανθρωπονόσο μέσα από μόνο 750 αδέσποτες γάτες, ενώ μέσα σε 5 ημέρες είχαμε τη δυνατότητα να συλλέξουμε δείγματα από 309; Γιατί δεν εκμεταλλευτήκαμε αυτήν την ευκαιρία να συλλέξουμε χρήσιμες πληροφορίες για την εν γένει υγεία και την ευζωία των αδέσποτων γατών της πόλης μας εμπλουτίζοντας τις επιδημιολογικές μελέτες των τοπικών σχολών της Κτηνιατρικής και της Ιατρικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας;
Η απάντηση στα ερωτήματα αυτά είναι απλή και δεν είναι άλλη από την αδυναμία ουσιαστικής επικοινωνίας και συνεργασίας μεταξύ των κατάλληλων φορέων, φαινόμενο που αντικατοπτρίζει τη γενικότερη δυσκολία της διαχείρισης τέτοιων πολυδιάστατων ζητημάτων στην Ελλάδα. Η γραφειοκρατία, η αποποίηση και μετατόπιση ευθυνών, η έλλειψη συντονισμού, οι περιορισμένοι προϋπολογισμοί και η ασυμφωνία προτεραιοτήτων αποτελούν τους κύριους λόγους, που οδηγούν δυστυχώς στη έκκληση για βοήθεια από το εξωτερικό!
Ως απάντηση στην αδυναμία αυτή η δημοτική αρχή της πόλης μας οφείλει να παρουσιάσει το κυνοκομείο της ως φορέα συλλογής και καταγραφής επιδημιολογικού πλούτου σε ζητήματα υγείας και ευζωίας των αδέσποτων ζώων. Με τον τρόπο αυτό θα αναβαθμιστεί η θέση του κυνοκομείου σε συνεργαζόμενο φορέα με παγκοσμίους, Ευρωπαϊκούς και Ελληνικούς φορείς. Αν λάβουμε δε υπ’ όψιν μας ότι η Ελλάδα παρουσιάζει μικρή έως και μηδαμινή απορρόφηση ευρωπαϊκών ερευνητικών κονδυλίων για την ευζωία των αδέσποτων ζώων, μια τέτοια προσπάθεια δεν αποτελεί μόνο σημαντική πρόκληση αλλά μια χρυσή ευκαιρία για την πόλη μας.
Η προσπάθεια διαχείρισης των αδέσποτων με γνώμονα την αειφορία, τις συνεργασίες με οργανισμούς και τη συμμετοχή σε ερευνητικά προγράμματα προσφέρει πολυδιάστατα οφέλη στην πόλη μας. Λύνεται αρχικά το πρόβλημα της έλλειψης κονδυλίων ανακουφίζοντας τον προϋπολογισμό του δήμου μας, ανοίγονται νέες θέσεις εργασίας λύνοντας το ζήτημα της υποστελέχωσης αλλά και της ανεργίας, παρουσιάζονται με ορθό τρόπο τα πεπραγμένα και η στοχοθεσία του κυνοκομείου συμβάλλοντας στην εξωστρέφειά του, αλλά κυρίως τονώνεται το φιλοζωικό αίσθημα εφαρμόζοντας μια καθολικά τοπική και ουσιαστική διαχείριση....
* Ο Δημήτριος Γκουγκουλής είναι Επίκουρος καθηγητής Κτηνιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας,
Διδάσκων στο Διιδρυματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών (ΔΠΜΣ) Ζώα: Ηθική, Δίκαιο, Ευζωία Τμήμα Φιλοσοφίας ΕΚΠΑ και Ελληνικό Ινστιτούτο Παστέρ.